Σαν άλλος Γκουσγκούνης
Τόπος δράσης ένα ξεχασμένο από τον θεό χέρσο χωριό, ο Πετρόκαμπος, που δεν έχει πράσινο ούτε για δείγμα παρά μόνο πέτρες και σκορπιούς, ενώ είναι διάσημο για τις υπνοβασίες των κατοίκων του. Πρωταγωνιστής ο Πέτρος Μακκαβαίος, ένας από τους πολλούς του χωριού με το ίδιο όνομα. Και φυσικά ο Φικιφίκας, ο Απόστολος Μπούγας, ο γιος της Σεβαστιανής, της μαμής, που πιτσιρικάς ακόμα ξενιτεύτηκε στη Γερμανία και έγινε μέγας σταρ παίζοντας σε πορνοταινίες. Κάποιες από τις οποίες, μάλιστα, έφτασαν ως τη Σανγκάη και κυριολεκτικά έσπασαν ταμεία. Τώρα, στα τελευταία του, στέλνει ένα γράμμα στον μοναδικό εν ζωή συγγενή του στον Πετρόκαμπο, στο οποίο εκδηλώνει την επιθυμία του να αφήσει την αμύθητη περιουσία του στο χωριό. Υπό όρους, βέβαια. Το πατρικό του στις όχθες του Πουτανορέματος να γίνει πολυϊατρείο και να δημιουργηθεί ένα μουσείο προς τιμή του, όπου θα εκτίθενται οι καλλιτεχνικές επιδόσεις του και όχι μόνο. Ένα γράμμα που ανάβει φωτιές στους Πετροκαμπίτες και αποτελεί την έναρξη του Ονειρεύτηκα τη Σανγκάη του Γιάννη Ξανθούλη.
Με οξεία σαρκαστική ματιά ο συγγραφέας αποτυπώνει τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, διακωμωδώντας χαρακτήρες και καταστάσεις χαρακτηριστικές της Ελλάδας. Χωρίς φυσικά να απουσιάζει η διακωμώδηση των ελληνικών ηθών και δεισιδαιμονιών. Στο βιβλίο πρωτοστατεί ένας θίασος αρχετυπικών χαρακτήρων της επαρχίας. Ο παπάς, ο πρόεδρος, ο καφετζής, ο δάσκαλος∙ είναι όλοι τους εκεί, συνομιλούν, εκμυστηρεύονται, τσακώνονται, τακιμιάζουν. Η παπαδιά επίσης και η κυρία προέδρου∙ με τα κοινωνικά τους σχόλια και τον λόγο τους παντού και πάντα.
Ιδιαίτερος, οξυδερκής και ευφυής και σε αυτό το βιβλίο ο Γιάννης Ξανθούλης. Με τη γραφή του, ρεαλιστική κυρίως, με κάποια «μαγικά» στοιχεία, ωστόσο, να εισχωρούν κάπου κάπου στην αφήγηση. Καυστικός, κυνικός, γεμάτος ειρωνεία, αλλά και με άπλετο χιούμορ παραδίδει στους αναγνώστες του ένα σπαρταριστό μυθιστόρημα με σοκαριστικό περιεχόμενο, αλλά και πολύ πολύ γέλιο.