«Η πρώτη χώρα που έπεσε στον γκρεμό ήταν η Ελλάδα. Από τους 410.000 θανάτους Ελλήνων που συνέβησαν κατά τη διάρκεια ολόκληρου του πολέμου, πιθανώς 250.000 οφείλονταν στην πείνα […] Συνεπώς ο πόλεμος σκότωσε περίπου το 6% των Ελλήνων» (σελ. 43 & 66).

Ο Βρετανός Keith Lowe (Κιθ Λόου) γεννήθηκε το 1970 στο Λονδίνο και είναι ιστορικός και συγγραφέας. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και εργάστηκε ως ιστορικός συντάκτης στον εκδοτικό οίκο Cassel για δώδεκα χρόνια. Από το 2010 η κύρια απασχόλησή του είναι η συγγραφή. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες καθώς και στα ιαπωνικά. Στη βιβλιογραφία του πέρα από το εν λόγω έργο περιλαμβάνονται: “Ensinar O Mario” (1994), «Το όραμα της σήραγγας» (2001), «Νέο σεξ χωρίς σοκολάτα» (2005), “Inferno: Η καταστροφή του Αμβούργου” (2007), το οποίο έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Το 2017 κυκλοφόρησε το τελευταίο του έργο “The Fear and the Freedom: How the Second War Changed Us”, ενώ το 2018 το παιδικό βιβλίο “The Titans of Taste”. Το βιβλίο «Όλεθρος» διακρίθηκε με το βραβείο Hessel-Tiltman το 2013 και με το Ιταλικό Εθνικό Βραβείο Cherasco Storia το 2015. Είναι ένας διεθνώς αναγνωρισμένος μελετητής του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, και εμφανίζεται τακτικά στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Έχει πραγματοποιήσει διαλέξεις στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη Βαρκελώνη και στη Βασιλική Ιατρική Εταιρεία στο Λονδίνο. Έχει διατελέσει κεντρικός ομιλητής σε ακαδημαϊκά συνέδρια σε όλη την Ευρώπη και από την οικία του, μέσω διαδικτύου, συνομιλεί με ακροατήρια πολλών ερευνητικών πεδίων. Η ομιλία του στην Αθήνα στις 15/11/2014, στη σκηνή του TEDxAthens, για παράδειγμα, διεξήχθη σε ακροατήριο άνω από χιλίων ατόμων. Ζει στο Λονδίνο με τη σύζυγο και τα δύο παιδιά του.

Ο ιστορικός μελετάει μία εποχή που λίγοι έχουν ασχοληθεί ουσιαστικά και ενδελεχώς με αυτήν, δηλαδή το διάστημα λίγο πριν από τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ιδιαίτερα, αμέσως μετά το τέλος του –στην Ευρώπη τουλάχιστον– την άνοιξη του 1945, και για τους επόμενους μήνες έως και λίγα χρόνια αργότερα. Τα θλιβερά επακόλουθα με τη λήξη του πολέμου συνοψίζονται στην κληρονομιά του πολέμου, την εκδίκηση, τις εθνοκαθάρσεις και τους εμφύλιους και τοπικούς πολέμους, καθώς και στις φρικτές και μακροχρόνιες συνέπειες στον άμαχο πληθυσμό πολλών ευρωπαϊκών κρατών. Ο χολιγουντιανός μύθος της εμβληματικής στιγμής της νίκης των Συμμάχων και του τερματισμού του πολέμου που οικοδομήθηκε με τις επευφημίες των μαζών στους δρόμους, τα τραγούδια, τους χορούς και συμβολίστηκε με το θρυλικό φιλί του ναύτη στην άγνωστη σε αυτόν νοσοκόμα στην Times Square της Νέας Υόρκης, απέχει πολύ από τη ζοφερή πραγματικότητα του απέραντου σφαγείου που μετατράπηκε η Ευρώπη και της εκδικητικής δολοφονικής μανίας που επρόκειτο να επακολουθήσει.

Οι φρικαλεότητες της ναζιστικής Γερμανίας, της φασιστικής Ιταλίας, των Ουκρανών εθνικιστών, του τρομοκρατικού κροατικού καθεστώτος Ουστάσι και των υπολοίπων δυνάμεων του Άξονα (Φιλανδών, Αυστριακών, Ούγγρων, Ρουμάνων και Βούλγαρων) στους άμαχους πληθυσμούς κατά τη διάρκεια του πολέμου αντικαταστάθηκαν ως ένα βαθμό, με τη λήξη του πολέμου, με τερατώδη αντίποινα και φρικιαστικά πογκρόμ εθνικοτήτων από την πλευρά των νικητών, αυτήν τη φορά. Οι θηριωδίες της σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης, οι σφαγές των Πολωνών, οι ωμότητες των Γάλλων πολιτοφυλάκων, οι αγριότητες των Σέρβων παρτιζάνων του Τίτο, οι απάνθρωπες εθνικές εκκαθαρίσεις μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων και εθνικών μειονοτήτων από τα κατακτημένα εδάφη (πορείες θανάτου), οι βαρβαρότητες του τσέχικου όχλου και η ανθρώπινη εκμετάλλευση από πλευράς Αμερικανών και λιγότερο των Βρετανών πρωταγωνίστησαν σε μία Ευρώπη του 1945 χωρίς θεσμούς, κυβερνήσεις, νόμους, τάξη, σύστημα απονομής δικαιοσύνης και αστυνομία. Μετά τα 35 έως 40 εκατομμύρια θύματα του πολέμου, με τη λήξη του ξεκίνησε ένα ακόμη λουτρό αιματοχυσίας, εκτελέσεων, μακελειών με νέες εκατόμβες εκατομμυρίων νεκρών, εκατοντάδων χιλιάδων μαζικών βιασμών, απάνθρωπων βασανιστηρίων και μεσαιωνικών προκαταλήψεων και διακρίσεων, φυλακίσεων, εγκλεισμών σε νέα κρεματόρια και βανδαλισμών περιουσιών. Επίσης, συστάθηκαν νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας μέχρι θανάτου, εξαπλώθηκε νέο κύμα λιμών, μεταδοτικών ασθενειών και βάναυσων εθνοτικών εκτοπισμών. Το αποκορύφωμα ήταν οι αναπόφευκτοι εμφύλιοι πόλεμοι και το ξέσπασμα πολιτικής βίας σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες των Συμμαχικών Δυνάμεων, όπως και στην Ελλάδα, στην οποία ο συγγραφέας αφιερώνει ένα κεφάλαιο του βιβλίου.

Το βιβλίο περιέχει σπάνιες εικόνες ντοκουμέντα, εμπεριστατωμένους χάρτες, και σημείωση σχετικά με τα τοπωνύμια. Έπειτα από τη σύντομη εισαγωγή, το έργο διαιρείται σε τέσσερα μέρη, τα οποία με τη σειρά τους αποτελούνται από επιμέρους κεφάλαια. Ακολουθούν οι συμπερασματικές παρατηρήσεις, οι πρωτογενείς (και πολυάριθμες άλλες) πηγές από δώδεκα χώρες, που όχι μόνο εμπλουτίζουν τη ροή αλλά την καθορίζουν, οι κατατοπιστικές σημειώσεις, το ευρετήριο ονομάτων και οι ευχαριστίες του συγγραφέα.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο συγγραφέας, σε απόσπασμα από συνέντευξή του στο Εθνικό Αμερικανικό Δημόσιο Ραδιόφωνο, επιχειρεί να καταρρίψει τους εθνικούς διαφορετικούς μύθους που δημιούργησε στο τέλος του πολέμου, η κάθε νικήτρια χώρα για λογαριασμό των δικών της μεταπολεμικών συμφερόντων. Τα πράγματα όμως είναι πολύ πιο περίπλοκα, κι ας μας κάνουν οι εθνικές μυθοπλασίες να νιώθουμε τόσο βολικά και ευσυνείδητα.  Άρτιο είναι και το ογκώδες μεταφραστικό έργο του Χαλαζιά. H εφημερίδα  “The Herald” (Glasgow) αναφέρεται σε αυτό ως ένα σημαντικό βιβλίο, το οποίο είναι αδύνατο να συνοψιστεί, βαθυστόχαστο στην ανθρωπιά του και τολμηρό στην αντιπαράθεσή του με τους ιερούς μύθους. Συμπληρώνει επίσης πολύ εύστοχα ότι «ο πόλεμος» είναι ακόμη μαζί μας, όχι με την έννοια του κενοταφίου, αλλά επειδή διαμόρφωσε όλους τους γεννηθέντες από το 1945 με μία ορισμένη κατανόηση –μερικώς ακριβή, μερικώς ιδιοτελή, μερικώς αυτό-προστατευτική– σχετικά με το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Η κατανόηση αυτή, μας έχει υπηρετήσει ανέλπιστα καλά, αλλά πρέπει να γίνει σαφές, τι πραγματικά αφορά.

Η αποδοχή μιας μυθολογίας γνωρίζοντας, όμως, ότι είναι μία μυθολογία και μόνον, είναι η μεγαλύτερη ελευθερία, όμως, εκλαμβάνοντάς την ως αληθή αυτό αποτελεί μία ψευδαίσθηση.  Η ιστορική αυτή μελέτη λόγω των ωμών και ρεαλιστικών περιγραφών γεγονότων του πολέμου από πρωτογενείς πηγές δε συνιστάται για ανάγνωση σε παιδιά κάτω των 18 ετών. Η γραφή του συγγραφέα, τόσο ζωντανή, διακρίνεται για τη σχολαστική της διερεύνηση και την επιμελή οργάνωσή της, στην προσπάθεια να αποκαλύψει μία ήπειρο όπου οι ηθικές αξίες συχνά απουσιάζουν και η ανομία κυριαρχεί αντ’ αυτών. Το ουσιώδες και ισχυρό αυτό έργο αφομοιώνεται από το κοινό, γνωστοποιώντας του με ακεραιότητα σοκαριστικές λεπτομέρειες για τα τραγικά επακόλουθα αμέσως μετά τον πόλεμο. Πρόκειται για ένα σπαραξικάρδιο, συγκινητικό ανάγνωσμα και συνάμα ένα εντυπωσιακό, ανατριχιαστικό και τρομακτικό χρονικό ενός κόσμου που παραφρόνησε από τη φρενίτιδα του πολέμου τόσο κατά τη διάρκεια όσο και τα χρόνια μετά τη λήξη του. Παράλληλα είναι ένας σοβαρός απολογισμός γεγονότων που δεν γνωρίζαμε ποτέ, και οι παππούδες μας θα προτιμούσαν να ξεχνούν. Η μελέτη αυτή αξίζει να διαβαστεί από οποιονδήποτε επιθυμεί να κατανοήσει τη σύνθετη φύση της Ευρώπης και το βαθύ τραύμα που υπέστη όχι μόνο κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και έπειτα από τα χαοτικά του επακόλουθα. Με ύφος παραστατικό και κυνικό, επιχειρείται η ψυχρή απόδοση της δολοφονικής εκδίκησης, των τρομοκρατικών αντιποίνων, των εκφοβιστικών, βίαιων και άγριων εθνοκαθάρσεων και εκτοπισμών και ταυτόχρονα φωτίζεται μία ελάχιστα γνωστή και συνταρακτική εικόνα μιας ηπείρου στην αγκαλιά της ανομίας, του χάους και της απεριόριστης, ανείπωτης βίας. Ή ορθότερα, αποτυπώνεται η απανθρωποποίηση και εντέλει η αποκτήνωση του ανθρώπου υπό συγκεκριμένα διακυβεύματα, και κυρίως αυτά της επιβίωσης και της εκδίκησης, ενός νοσηρού Ευρωπαίου άμαχου ή στρατευμένου πολίτη σε κατάσταση αμόκ –όχι πολύ μακρινού–  των μέσων του 20ού αιώνα.