«Οι Τέσσερις Συμφωνίες» είναι το πιο διάσημο έργο του Don Miguel Ruiz, ένα διεθνές best seller, που έμεινε στην αντίστοιχη λίστα βιβλίων των New York Times για σχεδόν δέκα χρόνια, εμπνέοντας και καθοδηγώντας εκατομμύρια ανθρώπους.
Γεννημένος στο Μεξικό από γονείς που ακολουθούσαν τη μακροχρόνια αυτόχθονη παράδοση των προγόνων τους, ο Ruiz δέχθηκε τη δυτική εκπαίδευση και έγινε χειρουργός, μέχρι που ένα σχεδόν θανατηφόρο ατύχημα θα τον φέρει πίσω στον γενέθλιο τόπο του, σε επαφή με τις ιστορίες του πολιτισμού των Τολτέκων, και σε αναζήτηση μιας νέας πνευματικότητας. Τελικά θα καταφέρει να συνδυάσει τις αρχαίες διδασκαλίες με τις σύγχρονες γνώσεις σε μία νέα ατραπό εσωτερικής αναζήτησης και εξέλιξης, που παρουσιάζεται με αφηγηματική σαφήνεια και λιτότητα στις «Τέσσερις Συμφωνίες».
Πώς μπορούν όμως κάποιες (λεγόμενες) συμφωνίες να επηρεάσουν τον τρόπο που λειτουργούμε και βλέπουμε τον κόσμο; Όπως με πολύ όμορφο τρόπο μας εξηγεί ο συγγραφέας, αυτό είναι κάτι που, έτσι κι αλλιώς, ήδη συμβαίνει και μάλιστα ασυνείδητα τις περισσότερες φορές. Από τη στιγμή που γεννηθήκαμε αρχίσαμε να δεχόμαστε τις επιδράσεις του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο βρεθήκαμε, δημιουργήσαμε και διαμορφώσαμε την προσωπικότητά μας με βάση τα χαρακτηριστικά και τις συμπεριφορές των πολύ κοντινών μας προσώπων, μάθαμε πως κάποια πράγματα μας επιιτρέπονται και πως κάποια άλλα όχι, πως κάτι είναι καλό και κάτι κακό, διαμορφώσαμε απόψεις και συμπεριφορές που στη συνέχεια καθόρισαν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ζούμε σε έναν κόσμο που αποτελείται από «καπνό» και «καθρέπτες», γι’ αυτό και δεν μπορούμε να δούμε καθαρά μέσα στην ομιχλώδη καταχνιά που μοιάζει να σκεπάζει τα πάντα, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να δράσουμε αυτόνομα παρά μόνο αντανακλώντας δράσεις και συμπεριφορές. Ο καθένας μας υπόκειται στην ασυνείδητη διαδικασία της «εξημέρωσης του ανθρώπου» ανάλογα με τα μηνύματα που έχει λάβει, και μοιράζεται το «όνειρο του πλανήτη» σε σχέση με το πώς έχει μάθει να βλέπει τα πράγματα. Για παράδειγμα, μια βασική αιτία της αντιδραστικής συμπεριφοράς που χαρακτηρίζει τους εφήβους έχει να κάνει με το γεγονός αυτό, καθώς τότε ο νέος άνθρωπος βρίσκεται στη φάση που μαθαίνει να λέει όχι σε όσους «προγραμματισμούς» έχει μάθει μέχρι τότε να δέχεται αδιαμαρτύρητα.
Τι μπορούμε όμως να κάνουμε; Πώς μπορούμε να αναγνωρίσουμε όσα είναι ψεύτικα στη ζωή μας, δηλαδή δεν υπακούν στην αλήθεια του πραγματικού εαυτού μας, πώς μπορούμε να αρχίσουμε να αμφισβητούμε τα «πιστεύω» μας και να αποκτήσουμε επίγνωση των ψευδαισθήσεών μας, και ταυτόχρονα να καλλιεργήσουμε την αγάπη προς τον εαυτό μας και τη σοφία στον τρόπο που αντικρίζουμε τα πράγματα; Σύμφωνα με τον Miguel Ruiz, μπορούμε τουλάχιστον για αρχή να δουλέψουμε πάνω σε τέσσερις βασικές αρχές, σε τέσσερις καθοδηγητικές προτάσεις, που θα μας βοηθήσουν να αναλάβουμε την ευθύνη του εαυτού μας ενώ θα δράσουν μεταμορφωτικά μέσα στην καθημερινότητά μας.
Αυτές είναι: Να είστε άμεμπτοι στη χρήση του λόγου σας, να μην παίρνετε τίποτα προσωπικά, να μην κάνετε υποθέσεις, και να δίνετε πάντα τον καλύτερο εαυτό σας.
Όσο απλές ή εύκολες κι αν φαίνονται στην αρχή, αυτές οι τέσσερις νέες συμφωνίες, έτσι όπως παρουσιάζονται και αναλύονται από τον συγγραφέα, αποκαλύπτεται πόσο δύσκολο είναι να τις ακολουθήσουμε μέσα στον θόρυβο της καθημερινής μας δράσης, και πόσο ευθύνεται η αντίθετη πρακτική για όσα άσχημα και δυσάρεστα μας συμβαίνουν. Επειδή ακριβώς εναντιώνονται σε όσα πιθανόν έχουμε μάθει να κάνουμε, σε αυτό τον δρόμο των Τεσσάρων Συμφωνιών θα πέσουμε αρκετές φορές, θα επαναλάβουμε τις γνωστές μας σκέψεις και στάσεις, αλλά πάντα θα πρέπει να ξανασηκωνόμαστε και να ξαναπροσπαθούμε, μέχρι να γίνει ο νέος τρόπος του στοχασμού και της πράξης μας.
Έτσι, στις «Τέσσερις Συμφωνίες» ο Don Miguel Ruiz, μέσα από μία αφήγηση άμεση, ρέουσα και κατανοητή, μας παρουσιάζει μια εσωτερική εργασία που μπορεί να γίνει σταδιακά μια νέα βιωματική εμπειρία για εμάς, ικανή να μεταμορφώσει τη ζωή μας προς την ομορφιά και τη χαρά της ζωής, μακριά από την κόλαση μέσα στην οποία μοιάζει να ζούμε τώρα. Όσο κι αν ο ίδιος έχει αφομοιώσει πλήρως τις βαθύτερες, ουσιαστικές αλήθειες που μοιράζεται μαζί μας, με αποτέλεσμα να μιλάει γι’ αυτές με παραστατική απλότητα, με ένα ομαλό ξετύλιγμα του μηνύματός του, αναγνωρίζει συγχρόνως πως δεν αναφέρεται σε κάτι εύκολο ή απλό, πως δεν έχει να κάνει με απλές «οδηγίες» ή μερικά «τσιτάτα» αλλά με μία ουσιαστική προσέγγιση αυτογνωσίας και μια απόπειρα κατανόησης και εξάσκησης που χρειάζεται όλη μας την προσοχή και τις δυνάμεις.
Καταλήγοντας, αξίζει να σταθούμε και στην παρούσα όμορφη και προσεγμένη έκδοση, που είναι επετειακή καθώς συμπληρώνονται φέτος 20 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου. Με χαρακτηριστική εικονογράφηση, χρωματικό και σχεδιαστικό πλουραλισμό, η ίδια η ανάγνωση γίνεται μια ζωντανή εμπειρία, που ξεφεύγει από την τυπική επανάληψη των λευκών σελίδων με τα μαύρα στίγματα, προσφέροντας και αισθητικά στον αναγνώστη κάτι κοντά σε ένα πραγματικό έργο τέχνης, έτσι όπως αξίζει να είναι και η ίδια η ζωή.