Το ρέκβιεμ των χαμένων ψυχών

Εν μέρει αποσπασματική και εν συνόλω μη χαρακτηριστική των ιδιομορφιών της, η μεταφορά της κινεζικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα είχε τον χαρακτήρα της φολκλορικής νότας ενός άλλου πολιτισμού, διάφορου από τον δικό μας. Τούτη η στρεβλή εσάνς, αποκαρδιωτική το δίχως άλλο και ήκιστα τιμητική, άλλαξε κατά τι με το Νόμπελ Λογοτεχνίας στον αμφισβητούμενο Μο Γιαν.

Υπάρχει μια ανέγγιχτη πτυχή στη λογοτεχνία της Κίνας (ιδιαιτέρως στην ποίηση) που αξίζει τον κόπο να μετατοπιστεί από την πρωτοεπίπεδη παρατήρηση, τουριστικού χαρακτήρα (sic), στην εις βάθος ανάλυση.

Το μυθιστόρημα της Γιγέν Λι «Οι Περιπλανώμενοι» είναι ένα άξιο δείγμα ρωμαλέας γραφής που ξεπερνάει το ιστορικό πλαίσιο της δράσης (η «μετά – Μάο» εποχή)· το συγκυριακό λειτουργεί ως ένα ηχηρό σχόλιο και ουσιαστικά προσδένεται στη μεγάλη ανθρώπινη αφήγηση, μέσω της λογοτεχνίας.

Η Λι ερανίζεται στοιχεία από ένα πραγματικό γεγονός για να εισχωρήσει με τρόπο καυστικό, ωμό και θαρραλέο στο πιο βαθύ τοπίο της ανθρώπινης υπόστασης. Ξύνει τις ιστορικές πληγές και οι ωμότητες αποκτούν ένυλο βάρος.

Η σκιά του Μάο βαραίνει την Κίνα, τέλη της δεκαετίας του ’70, τα «νάματα» της Πολιτιστικής Επανάστασης περνούν στους επιγόνους του μεγάλου ηγέτη και μια αχτίδα ελευθερίας συνυπάρχει και διαγκωνίζεται με το σκιώδες «βαθυκράτος».

Στην επαρχιακή κωμόπολη του Λασπότοπου (επινοημένη από τη Λι, έτσι ώστε να λάβει τη σημασιολογική δύναμη ενός συμβόλου), η μέχρι πρότινος διαπρύσια «εργάτρια» του κόμματος, η 28χρονη Γκου Σαν, θα εκτελεστεί δημόσια από τους κομματικούς αξιωματούχους, καθώς τη βαραίνει η κατηγορία της αντεπαναστάτριας. Ο θάνατός της, όμως, γίνεται το πρόπλασμα για να αναδυθεί το φαιό προσωπείο της κομματικής νομενκλατούρας, αλλά και οι φωτεινές ριπές στα πρόσωπα των απλών ανθρώπων που ζητούν εναγωνίως λίγο αέρα ελευθερίας.

Με μια αφήγηση μη γραμμική, με πρόσωπα, ενδεικτικά της εποχής, που εναλλάσσονται εντός των κεφαλαίων, η Λι συνθέτει ένα ρέκβιεμ για τις χαμένες ψυχές της κομμουνιστικής Κίνας.

Η μητέρα της, Γκου Σαν, που κάνει μια μικρή επανάσταση και επιθυμεί να κάψει τα ρούχα της κόρης της, όπως προστάζει το τοπικό έθιμο. Ο πατέρας της, ο Δάσκαλος Γκου,  ένας άνθρωπος της διανόησης, τουτέστιν ένας ηττημένος άνθρωπος μπρος στον καθηλωτικό ζόφο των μηχανισμών της εξουσίας. Η κομματική εκφωνήτρια Κάι με τον εύτακτο οικογενειακό βίο, που αντιδρά μπρος στην αδικία που συντελείται με την εκτέλεση της πρώην συμμαθήτριάς της και αποφασίζει να δράσει, χάνοντας τελικά τα πάντα. Άνθρωποι που μέχρι πρότινος ήταν φωλιασμένοι στο φόβο, αποφασίζουν να καταγράψουν στον δημοκρατικό τοίχο, που στήνει η Κάι, κάτι παραπάνω από έναν λόγο συμπάθειας· στην πραγματικότητα δηλώνουν την ύπαρξή τους· υπάρχουν κι ας μην είναι ορατοί από τους μανδαρίνους.

Η δύναμη της Λι διαφαίνεται στον τρόπο που διαχειρίζεται τις ιστορίες των περιφερειακών ηρώων: της ανάπηρης Νινί που ονειρεύεται μια άλλη ζωή, μακριά από την οικογένεια – δυνάστη.  Του Πα Σι, ενός αποσυνάγωγου, που χάνει τη γιαγιά του και γίνεται για τη Νινί το παράθυρο για το φως. Του πιτσιρικά Τονγκ με τη χαμένη παιδικότητα. Του άντρα της Κάι και των γονιών του που αντιπροσωπεύουν τον αμοραλισμό και την ευτέλεια του καθεστώτος.

Καίτοι εγκλωβισμένοι στον Λασπότοπο, όλοι τούτοι οι ήρωες, είναι όντως περιπλανώμενοι. Είναι έρμαια των γεγονότων, καθηλωμένοι σε μια μοιρολατρία που φυλακίζει· τα σώματα τους μπαίνουν στη ζυγαριά και πωλούνται (δεν είναι τυχαίο ότι το άψυχο σώμα της Γκου Σαν διαμελίζεται μετά τον θάνατό της και τα νεφρά της μεταμοσχεύονται σε ένα ανώτερο κομματικό στέλεχος), το ηθικό επίστρωμα των πράξεών τους είναι φθαρτό. Ο φόβος που το κόμμα ρίχνει, ωσάν βράχο, πάνω στις ζωές τους είναι εξουθενωτικός και απάνθρωπος. Ουσιαστικά ο βίος αυτών των ανθρώπων είναι αβίωτος όχι μόνο λόγω της απόλυτης ένδειάς τους, αλλά εξαιτίας της ωμότητας που έχει περιβάλει τις ψυχές τους. Πρόκειται για ένα ένδυμα… περιπάτου που επιβάλλει το κόμμα και στο οποίο, επί ποινή θανάτου, οφείλουν άπαντες να υποτάσσονται. Εξ ου και η αναγκαστική ροπή τους στην προδοσία, ακόμα και των πλέον οικείων προσώπων τους.

Η Λι γράφει με έναν τρόπο κοφτό και σαρωτικό· υπάρχουν στιγμές που ο υπαινιγμός της γίνεται λυγμός και ο ρεαλισμός αποκτάει ονειρικό υπόβαθρο. «Οι Περιπλανώμενοι» είναι ένα μυθιστόρημα αναφοράς όχι μόνο για τη «μετά – Μάο» εποχή, αλλά και για κάθε μορφή ολοκληρωτισμού, που ρίχνει στην πρέσα αθώους ανθρώπους και τους συνθλίβει.

Το βιβλίο ευτύχησε να έχει μια άρτια –από όλες τις απόψεις– μετάφραση, έτσι ώστε να μην χαθεί ούτε κόμπος λογοτεχνικού χυμού. Η δουλειά της Τόνιας Κοβαλένκο αξίζει να σημειωθεί.