O Πάνος Καρνέζης αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση Έλληνα συγγραφέα που κατοικεί μόνιμα στην Αγγλία, έχει επιλέξει να γράφει τα βιβλία του πρώτα στα αγγλικά και έπειτα να τα μεταγράφει στα ελληνικά, ενώ μεταφράζεται σε διάφορες γλώσσες και συνήθως λαμβάνει εγκωμιαστικές κριτικές από τον βρετανικό τύπο. Μέχρι στιγμής έχει διαγράψει μια αξιόλογη συγγραφική πορεία, με μια συλλογή διηγημάτων και τέσσερα μυθιστορήματα στο ενεργητικό του.

Στους «Φυγάδες» η ιστορία διαδραματίζεται βαθιά μέσα στο πυκνό βροχοδάσος μιας χώρας της Νοτίου Αμερικής, το οποίο διεκδικείται από διάφορες μεριές – καταπατητές καίνε μεγάλες εκτάσεις για να τις χρησιμοποιήσουν για καλλιέργεια και βοσκή, η κυβέρνηση της χώρας στέλνει στρατό για να τους διώξει, ενώ ομάδες ανταρτών οργανώνονται για να τους υποστηρίξουν (στοιχεία που αντλούν την έμπνευσή τους από την επανάσταση των Ζαπατίστας στο Μεξικό). Ο πατέρας Τόμας είναι ο καθολικός ιερέας που έχει καταφύγει στο δάσος, αναλαμβάνοντας να εκχριστιανίσει τις φυλές των ιθαγενών, να τους διδάξει τη νέα θρησκεία του Γεζουκλίστο, όπως τον λένε οι ινδιάνοι. Όταν μια μέρα συναντήσει στον δρόμο του έναν βαριά τραυματισμένο στρατιώτη, θα τον μεταφέρει στο χωριό όπου μένει αλλά οι ιθαγενείς θα αντιμετωπίσουν τη νέα άφιξη με επιφύλαξη. Ο Βενουστιάνο, ο αρχηγός της φυλής, είναι αυτός που ανησυχεί περισσότερο, καθώς αισθάνεται πως ο παραδοσιακός τρόπος ζωής τους, αλλά και η ίδια η ύπαρξη του χωριού τους πλέον, απειλείται. Στο ίδιο χωριό μένει και η Μιλάγρος, μια αρχαιολόγος που αναζητά τα ίχνη μιας αρχαίας χαμένης πόλης, ενώ ένας αιμοδιψής ιαγουάρος, εκτοπισμένος κι αυτός από τις αλλαγές που συμβαίνουν στο δάσος, τριγυρίζει επίσης στην περιοχή και δεν διστάζει να επιτεθεί σε ζώα και ανθρώπους.

Και σε αυτό το μυθιστόρημά του ο Πάνος Καρνέζης καταφέρνει να συνδυάσει περίτεχνα  ανθρώπινες ιστορίες με διαχρονικά ερωτήματα. Οι ιθαγενείς που βρίσκονται στο μεταίχμιο του παλιού τρόπου ζωής τους και των νέων συνθηκών, ο ιερέας που διχάζεται μεταξύ της προσωπικής του πίστης και της υποκριτικής τυπολατρίας της επίσημης θρησκείας, η αρχαιολόγος που μέσα από τη δουλειά της στο δάσος προσπαθεί να ξεπεράσει τη διάψευση της ευτυχίας που υποσχόταν η τελευταία της σχέση, εκείνη η διφορούμενη περιοχή που δημιουργείται μεταξύ της αναζήτησης ενός «ζωτικού χώρου» για επιβίωση και της οικολογικής καταστροφής.

Ενώ είναι έκδηλες λοιπόν οι καθολικότερες προεκτάσεις της ιστορίας, ταυτόχρονα, με αδρές γραμμές, με έναν τρόπο λιτό, απλό και άμεσο, τα βασικά πρόσωπα της ιστορίας μάς γίνονται οικεία και συμπαθή – με την εστίαση να βρίσκεται κυρίως στον πατέρα Τόμας, στην προσωπική του ιστορία που τον οδήγησε στο δάσος, στην αντιδιαμετρική του σχέση με τον επίσκοπο της περιοχής αλλά και με τον αρχηγό της φυλής, τον Βενουστιάνο, ο οποίος, μαζί με τη νεαρή γυναίκα του και τον γιο του, Ονέσιμο, είναι τα μόνα πρόσωπα της φυλής των ιθαγενών που μας παρουσιάζονται λεπτομερώς.

Εντυπωσιακό είναι επίσης πως, παρά τα απλά της υλικά, η ιστορία διαθέτει μια ενδιαφέρουσα πλοκή, η οποία κλιμακώνεται σταδιακά, ενώ η γραφή είναι στέρεη, ήρεμη και άρτια, ζωντανεύοντας το περιβάλλον και τις συνθήκες της ζωής στη ζούγκλα με τον πυκνό και λεπτομερή τρόπο ενός πραγματικού χρονικού – κάτι που μεταδίδει στην πλασματική ιστορία του βιβλίου τη γνησιότητα, την πιστότητα και τη ζωντάνια ενός αληθινού ντοκουμέντου.

Αναμφισβήτητα, ο Καρνέζης διαθέτει τα αφηγηματικά χαρίσματα ενός συγγραφέα που ξέρει να μας αφηγηθεί μια ιστορία, και την ικανότητα να αναπλάθει την κατάλληλη, ταιριαστή ατμόσφαιρα γύρω από αυτήν. Προτερήματα που καθιστούν, κατά τη γνώμη μας, τους «Φυγάδες» ένα από τα πιο διαβαστερά μυθιστορήματα της χρονιάς.