Αναζητώντας περισσότερη ελευθερία και ομορφιά

Ο διπλωμάτης, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ποιητής Πωλ Μοράν (1888-1976) σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Παρίσι και στην Οξφόρδη και δημοσίευσε πάνω από πενήντα βιβλία. Διακρίθηκε στο διήγημα και είναι από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με τη σύγχρονη ζωή, τον κοσμοπολιτισμό, τους αυτοκινητιστικούς αγώνες, την τζαζ και τα ταξίδια.

«Οι Εκκεντρικοί – Σκηνές από την κοσμοπολίτικη ζωή των μποέμ» είναι το πρώτο μυθιστόρημά του, το οποίο έγραψε το 1910-1911 και παρέμεινε αδημοσίευτο έως το 1986. Η ιστορία είναι απλή: ο νεαρός Ανκετίλ πείθει το φίλο του Σιμόν ντε Μπιεβίλ να τον ακολουθήσει στο Λονδίνο, όπου συχνάζει στα σαλόνια των Άγγλων εκκεντρικών (όπου εκκεντρικός σημαίνει πλάνητας σε αναζήτηση περισσότερης ελευθερίας και ομορφιάς). Στη διάρκεια μιας τέτοιας συνάθροισης, ο Σιμόν γνωρίζει και συνδέεται με την κ. Χάιντ, μια Αγγλοϊνδή με εκρηκτικό ταμπεραμέντο, παντρεμένη και μεγαλύτερή του στην ηλικία. Όμως ο έρωτας της ζωής του θα είναι με μια ορφανή Πολονέζα πριγκίπισσα Λέμσκα που περιφρονεί τον έρωτα, τον οποίο θεωρεί ως εμπόδιο στην ανεξαρτησία της.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, όσα και οι πόλεις που επισκέπτεται ο Σιμόν σε αυτό το γοητευτικό ταξίδι της γνωριμίας με τον εαυτό του: Λονδίνο, Οξφόρδη, Βενετία. Αν το Λονδίνο είναι η πόλη της μύησης και η Οξφόρδη της αποκάλυψης του έρωτα, η Βενετία είναι σίγουρα η πόλη της ανέμελης ζωής και των παιχνιδιών με μια αναπάντεχα ευτυχή κατάληξη. Ο Σιμόν παίρνει μαθήματα αισθηματικής αγωγής και αποδεικνύεται εξαίσιος μαθητής. Αλλά ταυτόχρονα μυείται στην ελευθερία και στον κοσμοπολιτισμό: «Του έλειπε το σύμπαν, νοσταλγούσε όλες τις χώρες» (σελ. 169). Κι αν τελικά επιλέγει το μόνιμο καταφύγιο της Τουραίν, είναι γιατί δεν ήταν εκκεντρικός εκ φύσεως αλλά εκ περιστάσεως.

Μήπως κι εμείς, κάποια στιγμή της ζωής μας και ιδίως στη νεανική, δεν υπήρξαμε εκκεντρικοί; «Δεν ήταν απλώς μπλαζέ τύποι που έψαχναν διαρκώς, από βαριεστημάρα, για νέα θεάματα, αλλά ενθουσιώδεις άνθρωποι οι οποίοι περιπλανιούνταν αδιάκοπα, αναζητώντας μια πιο έντονη πνευματική ζωή, γυρεύοντας να ανακινήσουν νέες ιδέες, να γνωρίσουν περίεργα και γοητευτικά πλάσματα, και οι οποίοι συναιρούσαν σε ένα κοινό ιδεώδες, τον ασυμβίβαστο τρόπο ζωής τους, τη διαφορετική γλώσσα και κοινωνική τάξη τους, τις αλλιώτικες συνήθειές τους» (σελ.24); Με το πρώτο μυθιστόρημά του, ο Μοράν καταθέτει ένα μικρό διαμάντι που ανοίγει τα μάτια της ψυχής μας.

H μετάφραση της Φωτεινής Βλαχοπούλου είναι υποδειγματική και  η εισαγωγή του Vincent Giroud, πολύ κατατοπιστική για το έργο του συγγραφέα.