Ο Αδάμ, εξόριστος Λιβανέζος που ζει στο Παρίσι, καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο, με εκπαιδευτική άδεια για να γράψει μια βιογραφία του Αττίλα, δέχεται ένα τηλεφώνημα από τον Μουράντ, φίλο του από τα φοιτητικά τους χρόνια στον Λίβανο, με τον οποίο όμως οι σχέσεις τους έχουν ψυχρανθεί, που του ζητά να τον δει πριν πεθάνει, καθώς είναι σοβαρά άρρωστος. Παρά τους ενδοιασμούς του, ο Αδάμ παίρνει την πρώτη πτήση για τη γενέθλια χώρα του, όμως δεν προλαβαίνει τον Μουράντ, που πεθαίνει το ίδιο βράδυ. Ο Αδάμ αποφασίζει να μείνει στο ξενοδοχείο της Σεμίραμης, μιας φίλης από την παρέα, η οποία τον έχει επισκεφθεί στο Παρίσι, Συναντάται με την Τάνια, την άλλη γυναίκα της παρέας και χήρα, πλέον, του Μουράντ. Κι ενώ έχει αποφασίσει να κρατήσει τις αποστάσεις του, της υπόσχεται να διοργανώσει μια συνάντηση των παλιών φίλων που έχουν σκορπίσει σε διάφορα σημεία της Γης.

Μέσα από ημερολόγια, επιστολές, μέιλ, προσωπικές αφηγήσεις ανασυντίθεται η ιστορία της παρέας και του καθενός ξεχωριστά. Είναι ο μουσουλμάνος Ραμέζ, πολιτικός μηχανικός, που ζει στην Ιορδανία και πλούτισε αναλαμβάνοντας διάφορα κατασκευαστικά έργα στη Μέση Ανατολή∙ ο πρώην συνεταίρος του και αχώριστος φίλος του, ο Ραμζί, νυν μοναχός Βασίλειος. Ο εβραίος Ναΐμ, που είχε φύγει ξαφνικά με τους γονείς του οι οποίοι έβλεπαν την απειλή για την κοινότητά τους να πλησιάζει και μετανάστευσαν στη Βραζιλία. Η Σεμίραμη, που γεννήθηκε στην Αίγυπτο, σημαδεμένη από τη θυελλώδη σχέση της με τον Μπιλάλ, ένα από τα πρώτα θύματα του πολέμου∙ ο μικρός αδελφός του Μπιλάλ, ο Νιντάλ, που έχει γίνει ισλαμιστής. Ο Αλμπέρ, συμμαθητής του Αδάμ στο καθολικό σχολείο, που έπεσε θύμα απαγωγής μια μέρα καθώς επέστρεφε σπίτι του και οι φίλοι του τον φυγάδευσαν στο Παρίσι, αφού έπεισαν τους απαγωγείς του να τον αφήσουν ελεύθερο, για να γίνει ερευνητής σε ένα κέντρο  των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι, τέλος, ο Μουράντ, που έμεινε στη χώρα και ανέλαβε αξιώματα (γι΄ αυτό απομακρύνθηκαν απ΄αυτόν οι φίλοι του),  έγινε μέρος του συστήματος που συντήρησε και διαιώνισε τον πόλεμο, αλλά δεν έπαψε ποτέ να έχει στην καρδιά του τη νεανική παρέα.

Οπωσδήποτε ο πόλεμος με τις διάφορες εκδοχές του παίζει καθοριστικό ρόλο στο βιβλίο του Μααλούφ. Είκοσι πέντε χρόνια μετά (η ιστορία διαδραματίζεται στην αυγή της νέας χιλιετίας, το 2001), αλλά μέχρι και σήμερα, δεν υπάρχουν καθαροί νικητές και ηττημένοι: η χώρα (σχεδόν ποτέ δεν αναφέρεται ονομαστικά) έχει αλλάξει, οι νεαροί και οι νεαρές μεγάλωσαν, έγιναν μεσήλικες, κοντεύουν (ή έχουν μόλις περάσει) τα πενήντα. Δεν υπάρχει πια ο καθημερινός φόβος, οι συγκρούσεις στις γειτονιές.

Αυτό που κινεί τον Αδάμ, κυρίως, και τους φίλους του, είναι η νοσταλγία για τις βραδιές στο μπαλκόνι του σπιτιού του Μουράντ στο βουνό, εκεί όπου γίνονταν οι συζητήσεις τους, όταν πίστευαν ότι θα αλλάξουν –εκείνοι, η γενιά τους– τον κόσμο∙ είναι η νοσταλγία για το δικό του καλοκαίρι, όταν  γνώρισε τη Χανούμ από τη Μεσοποταμία, που έμενε εκεί όπου οι γονείς του νοίκιαζαν εξοχικό πριν από το μοιραίο δυστύχημα, και με την οποία μοιραζόταν την αγάπη του για τα βιβλία.

Ο Αδάμ, η Σεμίραμη, ο Ραμέζ, ο Βασίλειος, ο Ναΐμ, ο Αλμπέρ, ακόμη και ο Μουράντ, ανήκουν σε διάφορες κοινότητες (πολιτικές, θρησκευτικές, κοινωνικές…), δεν ήταν όμως αυτό που τους χώρισε – κι ούτε θα μπορούσε αυτό να τους χωρίσει. Το μέλλον προμηνύεται ζοφερό. Η νεανική παρέα ήταν «απροσανατόλιστοι» (désorientés), ίσως γιατί δεν ήξεραν προς τα πού να κατευθυνθούν, περ’ από τα προσωπικά τους βιώματα, για ν’ αποφύγουν τα δεινά που επισώρευσαν, σε αυτή την περιοχή του κόσμου, λανθασμένες πολιτικές. Κάποιοι αυτοεξορίστηκαν , κατέφυγαν σε άλλες χώρες, έφτιαξαν τη ζωή τους εκεί, δεν γύρισαν πίσω, παρά μόνο γι΄ αυτή τη συνάντηση. Άλλοι έμειναν εκεί, έκαναν τις επιλογές τους: θα ήταν καλύτερα αν είχαν φύγει; Το θέμα είναι ιδιαίτερα επίκαιρο σήμερα, με τα εκατομμύρια των προσφύγων που φεύγουν από εμπόλεμες περιοχές και κατευθύνονται στην Ευρώπη ή σε άλλες χώρες της Δύσης.

Ξαναβρίσκουμε εδώ θέματα που απασχόλησαν τον Αμίν Μααλούφ στην «Απορρύθμιση του κόσμου» (Ωκεανίδα, 2010, “Le déréglement du monde”, Grasset, 2009, το είχαμε παρουσιάσει και εδώ ). Ο ιστορικός Αδάμ αναφέρεται σε αυτά στις συζητήσεις που έχει με τους φίλους του. Το μυθιστόρημα έχει και δοκιμιακό χαρακτήρα, ιδίως σε ορισμένα σημεία, σε κερδίζει, όμως με το συναίσθημα που αρδεύει τις σελίδες του, διυλισμένο από την ωριμότητα και την εμπειρία των χρόνων. Τα τοπία της παιδικής ηλικίας, μερικές φορές πικρά, ενώνονται με το βλέμμα του ενήλικα που βρίσκει σε αυτά τη συνέχεια της προσωπικής του ιστορίας στο παρόν.