«Δεν ήθελα τίποτα άλλο απ’ το να ζήσω ό,τι ήθελε να βγει μόνο του από μέσα μου»

Έρμαν Έσσε 

Ένα χωριό μακριά από τον πολιτισμό…

Ένας άνθρωπος απομονωμένος από τον κόσμο…

Μια κοπέλα που αναζητά το μυστηριώδη άντρα…

Μέσα στα ανωτέρω πλαίσια κινείται το νέο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου, «Οδυσσέας και Μπλουζ». Η Μπλουζ είναι μια νεαρή κοπέλα που εργάζεται ως επιμελήτρια κειμένων και σκηνοθέτιδα ντοκιμαντέρ. Όταν το αφεντικό της τη στέλνει στο μακρινό χωριό για να βρει ένα μυστηριώδη άντρα, που ζει απομονωμένος από τον κόσμο ώστε να ολοκληρώσει το ημιτελές βιβλίο του, εκείνη φτάνει στον τόπο αγχωμένη, εφόσον δεν ξέρει τι πρόκειται να αντιμετωπίσει.

Μόλις βρίσκει δωμάτιο σ’ έναν ξενώνα, εγκαθίσταται και πιάνει τις πρώτες κουβέντες με την οικογένεια που τη «φιλοξενεί». Σύντομα ανακαλύπτει τον κόκκινο πύργο, το σπίτι του μοναχικού συγγραφέα, ώσπου μια ημέρα βρίσκεται στο κατώφλι της πόρτας. Η σχέση τους, μολονότι αρχίζει με ενδοιασμούς και αποστάσεις για τα δύο πρόσωπα, δεν αργεί συν τω χρόνω να εξελιχθεί σε μια πιο οικεία επαφή. Ο Οδυσσέας της δείχνει το μουσείο του, με τις αίθουσες του Χρόνου, της Χαμένης Αθωότητας, της Θάλασσας και των Αυτόχειρων Συγγραφέων. Η Μπλουζ εντυπωσιάζεται, χωρίς να γνωρίζει τα σχέδια που κρύβει ο Οδυσσέας. Παράλληλα ένα ατύχημα που συμβαίνει στο χωριό θα οδηγήσει τους κατοίκους μαινόμενους έξω από τον κόκκινο πύργο και η σύγκρουση δεν αργεί…

Το βιβλίο της Ευγενίας Φακίνου είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, το οποίο εστιάζεται στη μοναξιά, τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά σε τρίτο πλάνο και στις προκαταλήψεις του κόσμου. Με εξαιρετική αφηγηματική τεχνική και χαρακτήρες που μοιάζουν καθ’ όλα αληθινοί η Ευγενία Φακίνου διαμορφώνει ένα σκηνικό τόσο οικείο με τα ελληνικά δρώμενα, αλλά και τόσο ατμοσφαιρικό σε πολυεπίπεδες διαστάσεις. Η γλώσσα της συγγραφέως είναι απλή και μεστή, ενώ οι διάλογοι, χωρίς μακρηγορίες, προωθούν ώριμα την εξέλιξη της υπόθεσης. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευγενία Φακίνου χρησιμοποιεί με μαεστρία την τεχνική του παντεπόπτη αφηγητή που, μολονότι θεωρείται από κάποιους πεπερασμένη, εδώ εκτελείται άψογα.

Τι άλλο θα μπορούσαμε να πούμε για μια ιδιαίτερη συγγραφέα, που δεν επαφίεται στο ταλέντο της ή στην πλούσια αποδοχή της, παρά αφήνει τους χαρακτήρες της να ξεγυμνωθούν, τους αφήνει στα χέρια του αναγνώστη καθ’ όλα ανθρώπινους και ρεαλιστικούς να φανερώσουν τα πάθη τους, τις Ερινύες που τους καταδιώκουν, τις ελπίδες και τα όνειρά τους, τις ανάγκες και τις προσδοκίες τους, φωτίζοντας παράλληλα τα στοιχεία εκείνα που δεικνύουν αυτό το συνονθύλευμα που ονομάζουμε Ζωή.