Περιμένοντας να συμβεί το μέλλον

Με, ο θεός μόνο ξέρει, πόσους αγγέλους,

όλους να καλπάζουν στου καπέλου σας το φαρδύ μαύρο γείσο,

σας παρακαλώ, ελάτε πετώντας.

Ελίζαμπεθ Μπίσοπ

Η πολυγραφότατη Σώτη Τριανταφύλλου δεν χρειάζεται συστάσεις: με το προσωπικό στιλ γραφής της και την ιδιαίτερη θεματολογία της, έχει δημιουργήσει το δικό της αναγνωστικό κοινό που διαβάζει σταθερά τα βιβλία της – και αυτό για τα ελληνικά δεδομένα είναι μέγα κατόρθωμα. Προσωπικά, έχω διαβάσει τέσσερα από τα βιβλία της που μου άρεσαν περισσότερο ή λιγότερο (και αυτό έχει να κάνει αποκλειστικά με το θέμα τους, όχι με την αδιαμφισβήτητη ικανότητά της να γράφει), ενώ έχω λατρέψει τη ”Φτωχή Μάργκο” (2001).

”Ο υπόγειος ουρανός”, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1998 από τις εκδόσεις Πόλις και επανακυκλοφορεί φέτος από τον Πατάκη, είναι ένα μυθιστόρημα για την περιπλάνηση, κυρίως ως φαντασιακό ζητούμενο, και τη μάταιη αναζήτηση raison d’ être μιας γενιάς που μεγαλώνει στις ΗΠΑ της δεκαετίας του ’80. Στο Σάουθ Μπεντ της Ιντιάνα, ο ελληνικής καταγωγής Μπίλυ Μόρροου περιμένει να συμβεί το μέλλον: εν τω μεταξύ, συγκρούεται με τον μετανάστη πατέρα του που οργίζεται με τον Μπίλυ για τον πλήρη εξαμερικανισμό του, μαστορεύει αυτοκίνητα, ακούει τζαζ -αντί για τσάμικα και καλαματιανά-, και ονειρεύεται ότι ταξιδεύει στους μεγάλους αυτοκινητόδρομους της Αμερικής. Όταν θα γνωρίσει τη φωτεινή Λουτσία, ένα ασθενικό κορίτσι που ζει σε τροχόσπιτο, το μέλλον επιτέλους αρχίζει να συμβαίνει: μαζί αποφασίζουν να ταξιδέψουν (πού αλλού;) στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια. Όμως ένας βαρύς ίσκιος σκοτεινιάζει το δρόμο τους και το μέλλον δεν τους χαμογελά – τους δείχνει τα δόντια του…

Όπως και τα άλλα μυθιστορήματα της Σώτης Τριανταφύλλου, ”Ο υπόγειος ουρανός” είναι ένα βιβλίο-κινηματογραφικό φιλμ: δεν το διαβάζεις, το βλέπεις να εκτυλίσσεται στην οθόνη των σελίδων – κι αυτό είναι, κατά την εκτίμησή μου, το μεγάλο ατού της γραφής της. Αν και οι ήρωές του πόρρω απέχουν από την ελληνική πραγματικότητα, είναι ως χαρακτήρες πιστευτοί και στέρεοι και μπορείς να ταυτιστείς μαζί τους, σχεδόν τους νοιάζεσαι και αγωνιάς για την τύχη τους. Τα δε εμβόλιμα στην πλοκή κείμενα, που επεξηγούν στοιχεία της αμερικανικής κουλτούρας τα οποία αναφέρονται στο βιβλίο, άλλοτε λειτουργούν, όπως εκείνο για τη διάσημη Route 66 και άλλοτε όχι, μειώνοντας τη δύναμη της αφήγησης (π.χ, οι τόσες πληροφορίες για τα ”χοτ-ροντς”, τα ”πειραγμένα” αυτοκίνητα, δεν νομίζω ότι προσθέτουν κάτι στο βιβλίο). Τέλος, οι παράλληλες ιστορίες που αφηγούνται οι δευτεραγωνιστές του μυθιστορήματος (οι μετανάστες γονείς του Μπίλυ, ο κολλητός του Τόνυ, ο ξάδερφός του Τέλης), διευρύνουν και εμπλουτίζουν με διαφορετικές οπτικές την πλοκή, ενώ ”κουμπώνουν” άψογα στο βασικό κορμό της.

”Ο υπόγειος ουρανός” έχει μουσικές, γρήγορα αυτοκίνητα και ανοιχτές λεωφόρους. Έχει ακόμα μικρά όνειρα, λιγόζωες ελπίδες και μεγάλες διαψεύσεις. Είναι ένας ουρανός moody και συννεφιασμένος, που στέκει απειλητικά πάνω από τα κεφάλια όσων σκεπάζει: ένας ουρανός κλειστός, χωρίς ορίζοντα…