Βυθός δεν υπάρχει μόνο στη θάλασσα

Ο πρωτοεμφανιζόμενος σε δικό του βιβλίο («Ο βυθός είναι δίπλα»)  Νίκος Αδάμ Βουδούρης γεννήθηκε στη Μεσσηνία. Σπούδασε αρχιτεκτονική. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά, καθώς και σε ανθολογίες. Παρακολούθησε σεμινάρια δημιουργικής γραφής στο ΕΚΕΒΙ.

Μια συλλογή διηγημάτων, στην περίπτωση που όλα τους είναι πονήματα του ίδιου συγγραφέα, τις περισσότερες φορές έχει ένα συνδετικό κρίκο μεταξύ των διαφορετικών ιστοριών. Αυτό ακριβώς γίνεται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό με τα διηγήματα αυτής της συλλογής του Νίκου Αδάμ Βουδούρη. Ο βυθός μπορεί να είναι ο θάνατος, το άγνωστο ή και η κατάντια – συμπεριφοράς ή στάσης ζωής. Το καθένα υπάρχει μόνο του, αν είναι σε αρκετά ενισχυμένη δόση ή σε συνδυασμό με κάποιο άλλο, αν η βαρύτητά του δεν είναι αρκετή.

Σε ένα φαινομενικά άτοπο συνδυασμό γεγονότων και ιστοριών, ο συγγραφέας περιδιαβαίνει γεγονότα, τοποθεσίες και συμπεριφορές που όλα τους έχουν ένα κοινό. Οι ήρωες και οι ηρωίδες, άσχετα από κοινωνική τάξη, ηλικία, φύλο ή οικονομική κατάσταση, καταλήγουν σε κάποιου είδους βυθό. Ο Καζαντζάκης λέει πως ο καθένας βάφει με τα δικά του χρώματα τον παράδεισο και την κόλασή του. Ο Νίκος Αδάμ Βουδούρης,  όπως δηλώνουν οι ιστορίες του τουλάχιστον, πιστεύει ότι και ο βυθός του καθενός βάφεται με τα δικά του χρώματα.

Η μάνα και το μοιραίο που θα την οδηγήσει στο βυθό της τρέλας, στο «Λουτρικό», το μοιραίο στην πιο άσπλαχνη μορφή του. Το, θα μπορούσαμε να πούμε με μεταφυσική χροιά, διήγημα «Το καλό, άσπρο σπίτι» και ο βυθός, μεταφορικά ή κυριολεκτικά, των θεμελίων του σπιτιού, της οικογένειας ή της ύπαρξης ενός πρόωρα χαμένου νέου – του δεύτερου στη συλλογή. Ο εξαθλιωμένος μετανάστης και ο βυθός της πείνας και της εξαθλίωσης, μαζί με τη βυθισμένη ανθρωπιά του οργάνου της τάξης, δίπλα ακριβώς στην αναβιωμένη ψυχασθένεια του παιδεραστή που ζωντανεύει σε μια φυσική καταστροφή, όπου ενώ όλα καίγονται, εκείνος στο βυθό του παίρνει ανάσα από τη σεξουαλική διαστροφή του. Ιστορίες από τις ξεχασμένες στο χρόνο, ιδιαίτερες φιλίες και ο βυθός της πλήρους αποξένωσης δυο πρώην αγαπημένων, μέχρι τη σεξουαλική παρόρμηση που σπρώχνει με το ζόρι ένα κουλό χέρι σε έναν αχόρταγο …βυθό, για να γιγαντωθεί μια σεξουαλική φαντασίωση κ.ά..

Η γλώσσα του συγγραφέα είναι απλή, σε μικρές φράσεις συνήθως, μα καταφέρνει να γίνεται ιδιαίτερα περιγραφική, αν και αποφεύγει -και καλά κάνει– τη χρήση βαρύγδουπων επιθέτων. Περιγράφει χωρίς να θολώνει τις εικόνες από το πολύ βάψιμο του –μεταφορικά- πινέλου του με την μπογιά και εξιστορεί το ίδιο πετυχημένα με τον ιστορικό του μέλλοντος. Με αντικειμενικότητα ουδέτερου παρατηρητή και χωρίς καμία εμπάθεια, αλλά ούτε και συμπάθεια, για τους εμπλεκομένους, τις τάσεις τους ή τις πράξεις τους.