Τα δεκατρία διηγήματα του Κωνσταντίνου Πουλή (Αθήνα, 1973) που δημοσιεύονται στο παρόν βιβλίο εμπνέονται από την καθημερινότητα αλλά και την υπερβαίνουν, όπως ο νεαρός βοηθός κουρέας, στον «Λεονάρντο ντι Κάπριο των Εξαρχείων», που ονειρεύεται ότι έχει γίνει σταρ του Χόλιγουντ και το βρίσκει πολύ δύσκολο να προσγειωθεί στην πραγματικότητα ή ο ιδιωτικός υπάλληλος Γιώργος που αποφασίζει πως, αφού η μοίρα τού έχει παίξει ήδη δυο φορές «ένα άγριο, σαδιστικό παιχνίδι»,  η ιστορία που διαβάζει φωναχτά ο συνεπιβάτης του στο τρένο έχει ένα μήνυμα που πρέπει ν΄αποκρυπτογραφήσει («Το κάθισμα του Τζαγκάναθ Σάνκερσεθ»). Μπορούν να είναι στοχαστικά όπως το «Χωρίς χαρτιά», όπου ο Αργύρης έχει μια μοναδική ευκαιρία να σκεφθεί την ώρα που οι σφαλιάρες πέφτουν σύννεφο και πριν καταλήξουν πάνω του. Εν μέσω δακρυγόνων πάει ν΄ανθίσει ένας έρωτας σε άκαιρη εποχή («Έρως ανεπίκαιρος»). Οι λάτρεις του είδους θα παρακολουθήσουν έναν σπαρταριστό θεατρικό διάλογο («Νεοφορμαλισμός ή θάνατος»), μια παρωδία ιστορίας εγκλήματος («Η μαμά του κτήνους») και ένα ελευθεριακό (μέχρι νεωτέρας) «Κάμπινγκ στην πλατεία Συντάγματος». Ο Γιάννης του «Να πώς με λεν εμένα!» δεν θα τα καταφέρει με την οικονομική ορολογία της επικαιρότητας, όπως και ο Αλέξης του «Θερμοστάτη» με την προσαρμογή της εσωτερικής θερμοκρασίας του με τον κόσμο.  Στο «Γκουρμέ» οι νεαροί σπουδαστές στη Μόσχα  διασκεδάζουν  την αφραγκία τους (μάλλον) με …λογοτεχνικές αναγνώσεις, ενώ στον «Θρίαμβο» η… στύση του Μελέτη κάνει μια σχολική τάξη να ζήσει μια αληθινή λογοτεχνική εμπειρία. Από τα ωραιότερα διηγήματα της συλλογής «Το χιλιόμετρο μηδέν», αφιερωμένο στη μνήμη του Πέτρου Κοτσιαμπασάκου, ενώ στο «Ενάμισι τετραγωνικό μέτρο» ένα fait divers γίνεται διήγημα μισής σελίδας.

Το υποδόριο χιούμορ και η ειρωνεία είναι το κύριο χαρακτηριστικό των διηγημάτων, αυτό που κάνει τις ιστορίες να μας αφορούν άμεσα και επιτυγχάνεται χάρη στην εκφραστική δεινότητα και στην καθαρότητα της σκέψης του συγγραφέα.