Ο Τζον Γουίλιαμς (1922-1994) υπήρξε πανεπιστημιακός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ όπου δίδασκε Αγγλική Λογοτεχνία και Δημιουργική Γραφή. Στη διάρκεια της συγγραφικής του σταδιοδρομίας έγραψε διηγήματα, μια ποιητική συλλογή, και τέσσερα μυθιστορήματα, κερδίζοντας κάποια αναγνώριση με το τελευταίο του, το «Αύγουστος», για το οποίο έλαβε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Παρόλο που στην εποχή του έτυχε κάποιας πρώτης προσοχής, με το δεύτερο μυθιστόρημά του, το «Στόουνερ», ήταν η αιφνίδια και μεγάλη επιτυχία της γαλλικής έκδοσης του βιβλίου, μόλις το 2011, που απογείωσε τη φήμη του και προκάλεσε πολλές εκδόσεις παγκοσμίως.
Τι είναι όμως αυτό που έχει να μας πει ο «Στόουνερ» σήμερα, πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση; Πώς μπορεί ένα μυθιστόρημα να γνωρίσει μια τέτοια λογοτεχνική αναβίωση, μια τόσο ισχυρή αναγνωστική δεκτικότητα, μακριά από τους σύγχρονους ρυθμούς και την τρέχουσα παραγωγή;
Ο Γουίλιαμ Στόουνερ θα γεννηθεί στα τέλη του 18ου αιώνα, στο μικρό αγρόκτημα των γονιών του, έξω από το Μιζούρι. Ο φτωχικός τους βίος καθορίζεται από την καλλιέργεια της γης και ο ίδιος από μικρό παιδί θα γνωρίσει τη σκληρή δουλειά που απαιτεί η αγροτική ζωή. Η πορεία της μοίρας του θα αλλάξει όταν ο πατέρας του αποφασίσει να τον στείλει στη Γεωπονική Σχολή, στη γειτονική Κολούμπια. Εκεί όμως, υπό την επίδραση ενός καθηγητή που θα γίνει ο μέντοράς του, θα στραφεί προς την αγγλική φιλολογία – εκεί θα γνωρίσει «την αγάπη για τη λογοτεχνία, για τη γλώσσα, για το μυστήριο του νου και της καρδιάς, το πώς αποκαλύπτονται στους ασήμαντους, αλλόκοτους και απροσδόκητους συνδυασμούς γραμμάτων και λέξεων, τα τυπωμένα γράμματα…» Ο Στόουνερ θα γίνει καθηγητής πανεπιστημίου, δάσκαλος αυτής της λογοτεχνίας που την επίδρασή της θα την αισθάνεται ολοένα και περισσότερο, διαμορφώνοντας τελικά την προσωπική του ταυτότητα.
Στην υπόλοιπη ζωή του όμως ο Γουίλιαμ Στόουνερ δεν θα σταθεί τόσο τυχερός. Θα βιώσει μερικές σύντομες στιγμές ευτυχίας αλλά και πολλές απογοητεύσεις. Ο γάμος του με τον πρώτο του έρωτα, την Ίντιθ, δεν θα έχει καλή κατάληξη. Μεγαλωμένη σε ένα αυστηρό και περιοριστικό περιβάλλον μιας συμβατικής οικογενειακής ζωής, η Ίντιθ δεν θα αγαπήσει ποτέ πραγματικά τον Στόουνερ, αλλά θα αποτελεί πάντα γι’ αυτόν έναν συγκρουσιακό, αντίθετο πόλο, κατορθώνοντας να στρέψει και τη μοναχοκόρη τους, Γκρέις, εναντίον του. Ο Στόουνερ θα αφοσιωθεί στις μελέτες και στην εργασία του, στις φιλικές σχέσεις και τις προστριβές με συναδέλφους καθηγητές, σε μία σύντομη ερωτική σχέση με μία νεαρή καθηγήτρια, που θα τον κάνει και πάλι προς στιγμήν ευτυχισμένο, και την οποία θα χρειαστεί να διακόψει για να αποφύγει το σκάνδαλο. Τελικά, η αργή, διαβρωτική επίδραση της ζωής θα τον οδηγήσει στον θάνατο από καρκίνο στα εξήντα πέντε του χρόνια – και το αποτύπωμά του, στους χώρους όπου κινήθηκε, στους ανθρώπους με τους οποίους σχετίστηκε, θα ξεθωριάσει σύντομα, «τώρα πια τον αναφέρουν σπανίως, στους μεγαλύτερους το όνομά του λειτουργεί ως υπενθύμιση του αναπόφευκτου για όλους τέλος».
Αναμφίβολα αισθανόμαστε κάποια συγγένεια ανάμεσα στον Γουίλιαμς και τον Στόουνερ –προέρχονται και οι δύο από αγροτική οικογένεια και έγιναν καθηγητές αγγλικής φιλολογίας– ωστόσο, σύμφωνα με δηλώσεις του συγγραφέα, οι ομοιότητες εξαντλούνται εδώ. Ο Γουίλιαμς δεν διακατέχεται από αυτοβιογραφική διάθεση, παρόλο που ο αναγνώστης νιώθει μια βαθύτερη αλήθεια, μια πικρή πείρα ζωής, να αναδύεται από τις σελίδες του βιβλίου του. Όμως, αυτή η αίσθηση ενός άμεσου βιώματος μαζί με τη χαρακτηριστική ροή της αφήγησης, που παρασύρει αδιάκοπα τον αναγνώστη, πρέπει να αναγνωριστούν ως τα πιο επιτυχημένα στοιχεία του μυθιστορήματος.
Η αφήγηση του Γουίλιαμς είναι γραμμική, κλασικότροπη, χρησιμοποιεί καθαρά μέσα και σαφή περιγράμματα και επικεντρώνεται στο ουσιώδες και στο καθοριστικό. Έτσι, το μυθιστόρημα πορεύεται προς την τελευταία του σελίδα ομαλά και ανεμπόδιστα, ο συγγραφέας παρουσιάζει τις εναλλαγές και τις διακυμάνσεις μιας ζωής με τρόπο απλό και ευσύνοπτο, και τελικά, κάτω από το πρώτο εμφανές υπόστρωμα της ζωής, ο αναγνώστης υποψιάζεται μια στοχαστική αναμόχλευση για όλα όσα συμβαίνουν αλλά δεν μπορούμε να ελέγξουμε πλήρως ή να αποφύγουμε – καθοριστικές επιλογές, αντιφάσεις και αναθεωρήσεις, επιτεύγματα και ανεκπλήρωτες επιθυμίες ολοκληρώνουν με την ανάδυση μιας γλυκιάς μελαγχολίας τη γοητευτική ανάγνωση.
Καταλήγοντας, ειδική μνεία χρειάζεται να γίνει για την προσεγμένη έκδοση, που αποτελείται από κατατοπιστική εισαγωγή, επίμετρο από τον Άρη Μπερλή και την εύστοχη μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου.