Ο Παράδεισος υπάρχει

Ο δρ Έμπεν Αλεξάντερ αποφοίτησε το 1976 από το Τσάπελ Χίλ με πτυχίο Χημείας και κατόπιν το 1980 απέκτησε πτυχίο Ιατρικής από το Duke University. Ολοκλήρωσε με υποτροφία στο Νιούκασλ-Απόν-Τάιν της Αγγλίας την εξειδίκευσή του στις παθήσεις των εγκεφαλικών αγγείων και εργάστηκε επί δεκαπέντε έτη στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ ως αναπληρωτής καθηγητής Χειρουργικής με ειδικότητα στη νευροχειρουργική. Συγχρόνως με την εικοσάχρονη ακαδημαϊκή νευροχειρουργική του σταδιοδρομία, συνέβαλε στην ανάπτυξη νευροχειρουργικών τεχνικών για την αποκατάσταση δύσκολων εγκεφαλικών καταστάσεων και αγγειακών διαταραχών. Παράλληλα, τα αποτελέσματα των μελετών του τα δημοσίευε σε υψηλού κύρους ιατρικά έντυπα και τα παρουσίασε σε πάνω από διακόσια ιατρικά συνέδρια.

Με όλη αυτή την εικοσάχρονη αφοσίωση του στην Ιατρική αλλά και την έφεση που είχε στη νευροχειρουργική, θαύμασε τόσο πολύ τον ανθρώπινο εγκέφαλο και τις λειτουργίες του που είχε καταλήξει πως είναι μια κορυφαία εκπληκτική μηχανή, περισσότερο εκπληκτική από όσο μπορούμε να αντιληφθούμε.

Όμως, στις 10 Οκτωβρίου του 2008, και σε ηλικία πενήντα πέντε χρόνων, χτυπήθηκε εντελώς ξαφνικά από μια σπάνια ασθένεια –τον ιό της βακτηριακής μηνιγγίτιδας Ε. coli– και έμεινε σε απόλυτο κώμα, εντελώς απών από το σώμα και τον εγκέφαλό του, επί επτά συνεχείς ημέρες. Η περίπτωσή του όπως εξελίχθηκε και χωρίς κανένα ποσοστό επιβίωσης κατεγράφη στα ιατρικά ιστορικά σαν Ν1, διότι παρόμοια περίπτωση δεν υπήρχε.

Ο δρ Έμπεν Αλεξάντερ, ένας ευτυχισμένος άνθρωπος –μέχρι τότε– με τη γυναίκα τη Χόλι και τα δύο τους αγόρια, τον τεταρτοετή  φοιτητή Έμπεν και τον δεκάχρονο μαθητή Μποντ, ζούσαν μια ήρεμη ζωή με τον καθέναν από αυτούς να είναι προσανατολισμένος στον στόχο του, αλλά παράλληλα να είναι και όλοι ενωμένοι και αγαπημένοι. Οι δε θρησκευτικές τους απόψεις ήταν τέτοιες που τους επέτρεπαν να εκκλησιάζονται χωρίς να έχουν εξαρτήσεις, προσκολλήσεις και προκαταλήψεις.

Το θέμα του βιβλίου με τον τίτλο « Ο Παράδεισος υπάρχει», είναι οι εμπειρίες που είχε στη διάρκεια αυτών των επτά ημερών. Μέσα από διαδοχική καταγραφή –από κεφάλαιο σε κεφάλαιο– περιγράφει αφενός μεν την κατάστασή του, τις διάφορες ιατρικές και φαρμακευτικές επεμβάσεις που δέχεται, τη συμπεριφορά της οικογένειας, των συγγενών και φίλων του και αφετέρου αυτό που έζησε όταν βρέθηκε ελεύθερος από το φυσικό του σώμα. Συντροφευόταν από τον φύλακα άγγελό του και πετούσε μαζί του, στο φτερό μιας πεταλούδας, σε μια ανώτερη διάσταση, αντικρίζοντας τη λαμπρότητα και την απεραντοσύνη της δημιουργίας. Αισθανόταν την παρουσία του εκεί σαν να ήταν κάποια ουσία, ανάμεσα στα σύννεφα με αγγελικές μορφές και ουράνιες σφαίρες να ίπτανται, δοξαστικοί ύμνοι ακούγονταν, ενώ η αίσθηση μιας αγάπης χωρίς όρια τον πλημμύριζε από αγάπη και προστασία. Οι απαντήσεις για ό,τι θαυμαστό και άγνωστο έβλεπε του έρχονταν χωρίς να ρωτήσει, χωρίς να του πει κανείς κάτι. Έρχονταν σαν μια πλήρης γνώση που ο όγκος και η περιεκτικότητά της θα έπαιρνε πολλά γήινα χρόνια να την αποκτήσει.

Ποιο κομμάτι του ήταν αυτό που ζούσε όταν ο εγκέφαλός του ήταν νεκρός και ανίκανος να έχει αναμνήσεις, παραισθήσεις, εμπειρίες; Και ποιο κομμάτι του ήταν αυτό που ήταν ικανό να μπορεί να ζει, να έχει νέες εμπειρίες, να αφομοιώνει γνώσεις, να μπορεί να τις καταγράφει και να τις ανακαλεί; Τι ήταν αυτό που τον εκπροσωπούσε εκεί; Τι ήταν αυτό που γνώρισε τους νόμους της δημιουργίας και τον δημιουργό; Ή μήπως αυτό το κομμάτι του τα ήξερε όλα από πριν, γιατί ήταν και αυτό ένα μέρος αυτού του όλου που αντίκριζε;

Μετά την από θαύμα επιστροφή του στη γήινη υπόστασή, ο δρ Έμπεν Αλεξάντερ, χωρίς να έρθει σε επαφή με κανέναν και χωρίς να ανακοινώσει αυτά που είδε, άρχισε να τα καταγράφει. Εκ των υστέρων, διάβασε όλη τη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία που υπάρχει για τις μεταθανάτιες εμπειρίες, προσπαθώντας να ερμηνεύσει όλα αυτά τα θαυμαστά. Μελετώντας δε –σαν ειδικός πλέον– και τις ιατρικές εξετάσεις του εγκεφάλου του, όπως και τη φαρμακευτική αγωγή που του είχε δοθεί σε αυτό το διάστημα των επτά ημερών, βεβαιώθηκε χωρίς την παραμικρή αμφιβολία για τη νεκρή κατάσταση του εγκέφαλου του εκείνων των ημερών, όπως επίσης βεβαιώθηκε και για το «κάτι» άλλο δικό του που παρέμεινε ζωντανό.

Ένα βιβλίο γραμμένο με επιστημονική βάση –χωρίς να είναι βαρετό–, που ανατρέπει όλες τις μέχρι τώρα απόψεις του συγγραφέα για την κορυφαία ύπαρξη των εγκεφαλικών λειτουργιών, αλλά γραμμένο και με αγάπη για τον άνθρωπο, που δίνει παράλληλα απαντήσεις για τη ζωή μετά θάνατον και όχι μόνο.

H μετάφραση του Κώστα Καρανικολού μεταφέρει άριστα την ατμόσφαιρα που ήθελε να δώσει ο συγγραφέας στο βιβλίο, με το να γίνεται άλλοτε δοκιμιακό με επιστημονικές αναφορές –χωρίς να κουράζει–  και άλλοτε πάλι να γίνεται συγκινητικά ανθρώπινο.