Στις αρχές του 16ου αιώνα επικρατούσε μεγάλη διαφθορά στην Εκκλησία. Οι πιστοί είχαν την επιλογή είτε να γίνουν κυνικοί είτε να ακολουθήσουν την προσωπική ηθική της συνείδησής τους. Η θεμελίωση της σχέσης τους με τον Θεό μόνο στην πίστη ήταν αυτονόητη. Απέναντι στις θεωρησιακές θεολογικές διαμάχες του ύστερου Μεσαίωνα, η βεβαιότητα της σωτηρίας βρισκόταν μόνο στον πρωταρχικό λόγο γραφής.

Ο Μαρτίνος Λούθηρος εξεγέρθηκε εναντίον της απώθησης της σκέψης του Αυγουστίνου και του Παύλου και ακολούθησε την παράδοση του Γουίκλιφ και του Γιαν Χους. Υπήρξε σύγχρονος με τους σημαντικούς ουμανιστές στοχαστές, οι οποίοι ωστόσο ήταν  κριτικοί απέναντι στον Αυγουστίνο. Η πολεμική στάση του όσον αφορά τη διαφθορά της Εκκλησίας και η διαμαρτυρία του για τα συγχωροχάρτια και τη λατρεία των λειψάνων είχαν σημαντική απήχηση σε πλατιά στρώματα του πληθυσμού και στους ουμανιστές διανοούμενους. Από την άλλη, διέρρηξε τη σχέση του με τις θεολογικές και φιλοσοφικές τάσεις της εποχής του, οι οποίες ήταν εν πολλοίς πιο προχωρημένες και διαφοροποιημένες. Παρά τις διαφορές του, διατήρησε ορισμένα στοιχεία της μεσαιωνικής νοοτροπίας, ενώ συγχρόνως ανέπτυξε μια δογματική, ριζική σκέψη. Απέρριψε έτσι το νεωτερικό, ηλιοκεντρικό μοντέλο του Κοπέρνικου.

Ο Λούθηρος αντιμετώπισε με δημιουργικό και γενναίο τρόπο τις μεγάλες υπαρξιακές, πολιτικές και πνευματικές εντάσεις που τον συγκλόνισαν και τον προκάλεσαν να στοχαστεί επάνω σε αυτές. Εντόπισε μια «αντιθετικότητα» και μια αμφιρροπία στην πράξη και στη σκέψη των ανθρώπων, στην οποία όμως εν μέρει εγκλωβίστηκε. Ήταν σε εντατικό διάλογο με τους θεολόγους της εποχής του, υπερασπιζόμενος τα στοιχεία τα οποία θεώρησε αναγκαία για την αναγέννηση του Χριστιανισμού. Έθεσε έτσι τα θεμέλια μιας άλλης θεολογίας, χωρίς να αμελήσει να λάβει θέση απέναντι στις πολιτικές και στις κοινωνικές προκλήσεις της νεωτερικότητας στην εποχή του.

Μόνο κατά τα τελευταία 500 χρόνια ο Λούθηρος αντιμετωπίστηκε ως εκείνη η μοναδική προσωπικότητα την οποία δεν έφτιαξαν οι ιστορικές συνθήκες της εποχής του. Αντίθετα άφησε τη σφραγίδα του στα πνευματικά συμβάντα, σε μια εποχή μεγάλης κρίσης της Εκκλησίας, την οποία αλλοίωναν βαριά αρνητικές καταστάσεις. Αν θέλει κανείς να κατανοήσει εις βάθος την ιδιαιτερότητα του έργου του και την αντιφατικότητα που το χαρακτηρίζει, πρέπει πρώτα να αφήσει τον ίδιο να μιλήσει μέσα από τα κείμενά του. Ο Μαρτίνος Λούθηρος υπήρξε μια μεγαλοφυής, πληθωρική και αντιφατική προσωπικότητα, με βαθιά πίστη και με το χάρισμα του λόγου και της γλώσσας. Είχε την ικανότητα να αφομοιώσει και να βάλει δημιουργικά σε μια σειρά τις θετικές δυνάμεις από τον χώρο του φιλοσοφικού νομιναλισμού και της λαϊκής ευσέβειας.

Ο Θάνος Λίποβατς στο δοκίμιό του συνεισφέρει στην κατανόηση του πυρήνα της σκέψης του Λούθηρου, στο επαναστατικό σημείο της διδασκαλίας του. Δηλαδή στην έννοια της «Δικαίωσης του αμαρτωλού διά της πίστης στον Χριστό». Προς τούτο, δεν αρκεί μια απλή ακαδημαϊκή περιγραφή της έννοιας, αλλά απαιτείται η εμβάθυνση στο ζωντανό τμήμα της ίδιας της εκτύλιξης της έννοιας μέσα από έναν συγκεκριμένο Λόγο.