Είναι σημαντικό όταν ξεκινάς να διαβάζεις μια ποιητική συλλογή να σου δημιουργείται εξ αρχής η αίσθηση της οικονομίας. Οικονομία στον λόγο και στα…«λόγια», στα κάθε λογής φραστικά στολίδια, στον τρόπο δόμησης των ποιημάτων. Και είναι σημαντικό, διότι ζούμε στην εποχή του βερμπαλισμού, του πλουραλισμού, της ευκολίας σε ορισμένες περιπτώσεις. Αναζητούμε έναν τρόπο να γευτούμε το ανοίκειο, να αισθανθούμε.

Η πρώτη ποιητική  προσπάθεια της Κορίνας Μαυράκη με τίτλο «Ο καθρέφτης της Περσεφόνης» με έβαλε σε μια εσωτερική διαδικασία που γέννησε αβίαστα τον παραπάνω πρόλογο του κειμένου αυτού. Για να κάνω τη σύνδεση με τον γνωστό μύθο, η Περσεφόνη ήταν η κόρη του Δία και της Δήμητρας. Παρουσιάζεται διττά η Περσεφόνη: με φως και με σκοτάδι. Μοίρασε τη ζωή της στο φως και τη σκιά. Από τη μία ως μία Κόρη που τα νιάτα της συνδέονται με τη βλάστηση. Από την άλλη, ως βασίλισσα του σκότους, του Άδη. Δεν φέρεται πάντως να κατοικεί στον Όλυμπο, όπως και οι άλλοι θεοί. Η λατρεία της σχετίζεται με τα «Ελευσίνια μυστήρια» και με τη μετάβαση από τη ζωή στο θάνατο.

Στο πρώτο ποίημα της συλλογής, που φέρει το όνομά της, η Περσεφόνη είναι  το ποιητικό υποκείμενο. Σε πρώτο πρόσωπο συστήνεται και λέει την ιστορία της χωρίς να κρύψει την πικρία της γι’ αυτό που ήταν γραφτό της. «Στα βάθη της γης μ’ έκρυψες / κατάφερες για καιρό αθέατη να μείνω / πως θα βλαστήσω μία μέρα ούτε που το περίμενες. / Με λένε Περσεφόνη / και ποτέ δεν αποδέχθηκα / το έρεβος της μοίρας μου.» Και παρακάτω συνεχίζει: «Σε αποφάσεις που πάρθηκαν ερήμην μου / έφεση άσκησα / αν και η έδρα ήταν ευνοϊκά προσκείμενη / στην άλλη πλευρά, / τα ισόβια κατάφερα να μειώσω/ στο μισό» (σελ. 9). Και ο Πλούτωνας της απαντά:  «Περσεφόνη, το έρεβος ήταν η δύναμή μου / με τύφλωσε το φως σου / τελικά έγινες η μαύρη δίνη μου εσύ». H Περσεφόνη είχε ισχυρή παρουσία, αντιστάθηκε στο αρσενικό και στις επιταγές του και κείνο αναγνωρίζει τη δυναμικότητα και το σθένος της και ομολογεί: «Δεν ήσουν ολοκληρωτικά δική μου / κατήγγειλες την κατάχρηση εξουσίας μου / η απόφαση τελεσίδικη / εξάμηνη στέρηση συζυγικών δικαιωμάτων / κατ΄έτος και εφ΄όρου ζωής» (σελ.10)

Μέσα στον καθρέφτη της Περσεφόνης βλέπουμε να εικονίζονται διάφορες μορφές από τη μυθολογία. Παρελαύνουν πρόσωπα που κουβαλούν στους ώμους τους τη δική τους ιστορία. Και είναι ενδιαφέρουσα αυτή η συνδιαλλαγή με τους αρχαίους μύθους  και τη συμβολική τους. Έτσι ακούμε τις φωνές του Πλούτωνα, της Ήρας, του Δία, της Αριάδνης και του Θησέα, του Ελπήνορα, αλλά και της Πηνελόπης που γράφει γράμμα ανατρεπτικό στον Οδυσσέα. Δεν μπορεί πια να είναι πιστή και να τον περιμένει. Κουράστηκε σίγουρα. Ίσως και να βαρέθηκε κιόλας. Οπότε του ανακοινώνει πως θέλησε να φτιάξει τη ζωή της με έναν άλλο σύντροφο. Και καθόλου εχθρική δεν είναι πια απέναντι στους μνηστήρες «Αγαπητέ Οδυσσέα, / πέρασαν ήδη δέκα χρόνια. / Κουράστηκα με την ιδέα σου να ζω / τα νιάτα μου να χάνω για μια επιστροφή αμφίβολη. / Στις χάρες του όμορφου Αγαπήνορα / δεν μπόρεσα ν’ αντισταθώ / μαζί του έφυγα για Συρακούσες. / Όσο για τον Τηλέμαχο, / στην Αθήνα εγκαταστάθηκε /για περισσότερη κοινωνική ζωή. / Αν τελικά επιστρέψεις, / σαράντα μνηστήρες θα σε υποδεχτούν. / Μην ανησυχήσεις, άνθρωποι είναι πλέον του σπιτιού. / Μετ’ ασπασμών / Πηνελόπη-Αγαπήνωρ» (σελ. 16).

Το εξώφυλλο του βιβλίου είναι ελκυστικό, συμπληρώνει το ποιητικό κείμενο. Τι βλέπει άραγε στον καθρέφτη η Περσεφόνη; Και ο καθρέφτης έχει την πολυσημία του, μας οδηγεί σε πολλαπλούς συνειρμούς. Μήπως είναι η αντανάκλαση του φωτός που σπάει το σκοτάδι και τη συνδέει με όσους είναι ζωντανοί; Μήπως είναι ο τρόπος να υπάρξει τελικά και να μην λογαριαστεί για νεκρή; Μήπως είναι μια διάθεση για αυτογνωσία που μέσω του ποιητικού της προσωπείου διακατέχει και την ίδια την ποιήτρια; Ανιχνεύουμε σε όλη τη συλλογή μια τάση να δοθεί έντονη αλληγορική και υπαινικτική διάσταση στα πράγματα. Βρίσκονται και τα ποιήματα μεταξύ φωτός και σκότους, υποβλητικά εκεί στο ημίφως. Είναι δυναμικός ο συνδυασμός της αλληγορίας με την αμεσότητα και τη ζωντάνια που χαρίζει το πρώτο ρηματικό πρόσωπο. Μπορεί κι οι ποιητές να βρίσκονται στο μεταίχμιο φωτός-σκότους και να ακροβατούν αιωνίως ανάμεσα σε δύο  αντιθετικούς κόσμους και να ’ναι ακριβώς αυτό που τρέφει την τέχνη τους. Ξεχωρίζουμε λοιπόν ιδιαίτερα τα ποιήματα ποιητικής «Ονειροβάτες» (σελ. 26) και  «Συνταγή για ποίημα» (σελ. 23), καθώς και τα ποιήματα «Μύστης» (σελ. 24) και «Στον νέο ποιητή» (σελ. 25)

Κομβικό το ποίημα της σελίδας 28 με τίτλο «Ο καθρέφτης» που παραπέμπει πάλι στο έργο του εξωφύλλου που έχει φιλοτεχνήσει η Φωτεινή Χαμιδιελή. Όταν με τα χρόνια θαμπώσει ο καθρέφτης ή αποκτήσει ρωγμές, πώς θα μετρηθεί τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα; Και πώς ο ποιητής πάλι θα φιλτράρει τον μύθο ώστε να δημιουργήσει την τέχνη του; Kάπου η ποιήτρια ταυτίζεται με την Περσεφόνη ή προχωράνε παράλληλα στον τρόπο που διαχειρίζονται το φως και το σκοτάδι, στον τρόπο που παίζουν με τις σκιές και ψάχνουν να βρουν τη θέση τους μέσα σε έναν αβέβαιο κόσμο και να «κατατροπώσουν τον σκοτεινό τους εαυτό».

Γράφοντας σε ελεύθερο στίχο η Μαυράκη δείχνει πως μπορεί να έχει τον έλεγχο των εκφραστικών της μέσων. Συνταιριάζει την ποίηση με έναν διάλογο μύθου-πραγματικότητας, φαντασίας-αλήθειας που ανοίγει τις πόρτες σε μια στοχαστική θεώρηση του κόσμου. Και γι’ αυτό η γραφή της παρουσιάζει ενδιαφέρον.