Ο ήρωας ξυπνά
ανοίγει τα μάτια του
βγάζει τα χάρτινα φτερά του
τ’ απλώνει στο κρεβάτι
κάνει το σταυρό του
ανοίγει το παράθυρο
Ο ήρωας πέφτει
Λιποτακτώντας
εξιλεώνεται.
Αν διάλεξα το εναρκτήριο ποίημα (σελ. 9) για να αρχίσω την περι-διάβασίν μου προς έναν κόσμο αυτόχρημα κι εξ ορισμού ποιητικό, είναι γιατί εδώ τα συμπεριλαμβάνει όλα όσα κινούν και ΔΕΝ κινούν τη σύγχρονη ποιητική αφήγηση: η δυσανεξία ως προς το περιβάλλον, η ναυτία (κατά Ζαν-Πωλ Σαρτρ), το άγχος του κενού, η μετεώριση στο Τίποτα, η ανάγκη αναφωνήσεως/εκφωνήσεως/διαφωνήσεως, ο εκστατικός χορός της περιδινήσεως…
Η Έλσα Κορνέτη είναι μάγισσα του στίχου, αλχημίστρια της γραφής, θαυματοποιός των μετεώρων, μεταβολιστής των ακορέστων ορέξεων υπέρ Αοράτου και άλλων επισήμως όντων…
Υπάρχουν στιγμές στην Ποίηση που περιδινίζεσαι χωρίς πλησμονή και πληρώνεσαι άνευ επιχρίσματος. Η ποίηση είναι ουσία, ερωτοτροπεί με το «είναι» ενώ το φαίνεσθαι, απατηλόν και τριπτόν καθίσταται αντικείμενον ειρωνείας, αυτοσαρκασμού, αν όχι και χλευασμού.
Οι μεγάλοι ποιητές μηρυκάζουν τον εαυτό τους σαν φέτα άνοστη από χόρτο αποξηραμένο. Είναι γεμάτοι από το Τίποτα και πλήρεις από τον εαυτό τους. Γι’ αυτό ενίοτε καταλήγουν να γίνονται αυτοαναφορικοί. Ειδικά οι σύγχρονοι, ποιητές και ποιήτριες αδιακρίτως. Εξάλλου τα φύλα ποτέ δεν αφορούσαν, δεν περιόριζαν και δεν καθόριζαν την πνευματική δημιουργία.
Διαβάζω στις σελίδες 26-27:
Ο ήρωας πέφτει
Όταν αποφάσισε
να ζήσει τον πόνο
μιας άλλης εποχής
ξιφομάχος
που δεν μονομαχεί
Ο ήρωας πέφτει
τρυπημένος
από τα μνησίκακα
βέλη των Άλλων
Ο ήρωας πέφτει
και ποτέ δεν ξαπλώνει
μόνον πέφτει
αενάως
αιωνίως
για την ηδονή
για τη διάρκεια
για την πτώση
Ο ήρωας πέφτει
γιατί επιτέλους
έμεινε μόνος
και το ξέρει
Ο ήρωας πέφτει
αδιάφθορος
πριν προλάβει
ν’ αποκεφαλιστεί
από υπερβάλλουσα αρετή
Ο ήρωας πέφτει
Σφιχταγκαλιασμένος
με τον καθρέφτη
κι από την πτώση
θρυμματίζεται
μόνο το είδωλό του…
Ο δοκιμιακός λόγος που δεν είναι αυτόχρημα και διδακτικός συνάδει με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της μετανεωτερικής εκπαγλότητος.
Εδώ γίνεται αυτοσκοπός. Αυτό το στιχούργημα μετά επωδού είναι στην ουσία ένα ποιητικό δοκίμιο, μεταμοντέρνο υβρίδιο μιας παρούσας εποχής που δεν θα ξαναέρθει.
Και κλείνουμε την τρίπτυχη, τρισώματη, τρισυπόστατη περιδιάβασή μας στις σελίδες 44-45 (προ του τέλους):
Ο ήρωας πέφτει
το λευκό περίγραμμα μένει
Ο ήρωας πέφτει
όταν διαπιστώνει
ότι το σύμπαν του
δεν είναι πια παράλληλο
αλλά κάθετο
Ο ήρωας πέφτει
γιατί πολέμησε
ξανά και ξανά
στον ίδιο πάντα πόλεμο
ώσπου τρελάθηκε ηττημένος
Ο ήρωας πέφτει
και κρατώντας την ουρά
τού τελευταίου φυσητήρα
καταβυθίζεται
στη μεγάλη τάφρο
με τα καλαμάρια
Τώρα επιτέλους μπορεί
με πλάσματα εξαίσια
στο αχνό λυκόφως
του μέλλοντος βυθού
ακούγοντας
να βλέπει
Η όποια μεταφυσική γίνεται αίφνης οριστική, αλλά ουχί και περιοριστική.
Το μετανεωτερικό αμάλγαμα δεν χρειάζεται κατηγοριοποιήσεις και δεν αντέχει τις επεξηγήσεις.
Ο κριτικός λόγος μένει ενεός μπροστά σε τόση πρωτόγνωρη ελευθερία.
Τα καλύτερα έρχονται!!! Μέσα από τα σκοτάδια του συγγνωστού ανθρώπινου φόβου για το Άγνωστο, η καινούργια Αναγέννηση ετοιμάζεται να ανατείλει.
Για την ώρα, ξεπροβάλλουν ποιητικές φωνές καθαρής και ξάστερης, γάργαρης και κρυσταλλικής αφηγηματικότητας, όπως αυτή που εξετάζουμε εδώ.