Το πάλκο της ζωής του Αριστείδη Παγκρατίδη

Ο Θωμάς Κοροβίνης είναι φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Εδώ και χρόνια ερευνά πτυχές του ελληνικού και του τουρκικού πολιτισμού καθώς και τις σχέσεις μεταξύ τους. Συνεργάζεται με διάφορα πολιτιστικά περιοδικά. Άλλα έργα του: «Τουρκικές παροιμίες» (1993), «Κανάλ ντ΄Αμούρ» (1996), «Φαχισέ Τσίκα» (1998), «Βωμολοχικές, σκανδαλιστικές ελληνικές παροιμίες» (1998), «Οι Ασίκηδες – Εισαγωγή και ανθολογία της τουρκικής λαϊκής ποίησης από τον 13ο αιώνα μέχρι σήμερα» (2003). «Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας» (2005), «Όμορφη Νύχτα» (2008), «Ο Καραγκιόζης λαϊκός τραγουδιστής»( 2009).Ο «Γύρος του θανάτου» (2010) τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος 2011.

Στο «Γύρο του θανάτου», ο Κοροβίνης έχει ως κεντρικό μυθιστορηματικό πρόσωπο τον Αριστείδη Αλεξιάδη-Παγκρατίδη, που καταδικάστηκε και εκτελέστηκε ως ο «Δράκος του Σέιχ Σου». Ήταν ένα παιδί που μεγάλωσε στη φτωχογειτονιά της Τούμπας, ορφανό από πατέρα, στερημένο από αγάπη και φαΐ. Η μητέρα του, πλύστρα, δούλευε απ΄ το πρωί ως το βράδυ. Σχολείο πήγε μόνο μερικές τάξεις, στο Δημοτικό. Έκανε διάφορες δουλειές, δεν στέριωσε σε καμιά. Για ένα διάστημα δούλεψε κοντά σε έναν ακροβάτη στο «Γύρο του θανάτου», όπου έκανε τον κονφερανσιέ. Παραβατικός (για κλοπή ποδηλάτων βρέθηκε, έφηβος, στο αναμορφωτήριο της Κέρκυρας), από 12-13 χρονών έμαθε να πηγαίνει με άντρες για να βγάλει χρήματα. Υπήρξε ενεργητικός και παθητικός ομοφυλόφιλος αλλά και τρυφερός εραστής με γυναίκες. Πουλούσε το αίμα του για να ζήσει, τα χρήματα ποτέ δεν ήταν αρκετά. Τον κατηγόρησαν για την επίθεση εναντίον ενός ζευγαριού στο Σέιχ Σου, τη δολοφονία ενός άλλου σε αγροτική περιοχή στη Μίκρα, τη δολοφονία μιας νοσοκόμας στο Δημοτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, από το Φεβρουάριο έως και τον Απρίλιο του 1959. Κρίθηκε ένοχος και εκτελέστηκε σε ηλικία 28 ετών, στις 16 Φεβρουαρίου του 1968.

Ο συγγραφέας παρουσιάζει τον Αριστείδη-Αρίστο μέσα από ρεπορτάζ της εποχής, αποσπάσματα από την εξέταση και την απολογία του, καταθέσεις μαρτύρων κ.ά., καθώς και από τις αφηγήσεις διαφόρων ανθρώπων που τον γνώρισαν. Ένας παιδικός φίλος από την αλάνα, μια παραδουλεύτρα φίλη της μάνας του, ένας αχθοφόρος, ένας χαφιές περιπτεράς, ένας χωροφύλακας «δημοκρατικών φρονημάτων για την εποχή», ένας αστός, το αφεντικό του στο «Γύρο του θανάτου», μια αρσενική πόρνη, μια λαϊκή τραγουδίστρια. Μιλώντας, άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο, για τον εαυτό του, από τη θέση και στάση που είχε στη ζωή, ο καθένας δίνει μια εικόνα του Αρίστου που τον αθωώνει, όπως έγινε και στην πραγματικότητα, στη συνείδηση των απλών ανθρώπων. Φαίνεται πως ήταν το εξιλαστήριο θύμα, η εύκολη λύση για τις διωκτικές αρχές, να τον παρουσιάσουν ως τον δράστη των εγκλημάτων που συντάραξαν τη Θεσσαλονίκη εκείνο τον καιρό. Η κοινωνική διαστρωμάτωση της πόλης παρουσιάζεται ανάγλυφα μέσα από το βιβλίο, με έμφαση στις λαϊκές γειτονιές και τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Ο Κοροβίνης χρησιμοποιεί το ιδίωμα αυτών των τάξεων, λαϊκότροπα, τούρκικα και άλλα στοιχεία, με μια ιδιαίτερη αναφορά στα καλιαρντά, την ιδιόλεκτο των κίναιδων. Στοιχεία που τα γνωρίζει καλά, μπορεί άνετα να τα χειριστεί για να αποδώσει την εποχή εκείνη, τέλη δεκαετίας ’50-αρχές δεκαετίας ’60, στη Θεσσαλονίκη.

Η ένταση της αφήγησης ποικίλλει ανάλογα με τον αφηγητή, που μιλάει κάθε φορά στο πρώτο πρόσωπο. Κάθε ένα από τα δέκα κεφάλαια «τοποθετείται» από το συγγραφέα χωροταξικά. Π.χ. «Στην Τούμπα των παιδικών χρόνων», «Στο λιμάνι», αλλά και «Στην άκρη της ζωής». Η αφήγηση χαρακτηρίζεται με δυο λέξεις, όπως «Η ʻΛολόʼ για την πιάτσα», μια συγκλονιστική αφήγηση στα καλιαρντά. Τα πρόσωπα εκφέρουν κρίσεις, όπως ο ρουφιάνος γείτονας του Αρίστου για τους δεξιούς και τους αριστερούς (σελ. 94), ο αστός κάτοικος της παραλίας για τη στοιχειοθέτηση των κατηγοριών από το δικαστήριο (σελ. 127) η λαϊκή τραγουδίστρια για τον αστυνομικό διευθυντή Θεσσαλονίκης Μουσχουντή (σελ. 182). Χωρίς καθόλου «δικά του» αφηγηματικά στοιχεία,, πέρ’ από όσα ενσωματώνονται στις χωριστές διηγήσεις για τον Αρίστο, και με κύριο εργαλείο τη γλώσσα στις διάφορες αποχρώσεις της, ο Κοροβίνης στήνει το πάλκο της ζωής του νεαρού Παγκρατίδη. Ο εντοπισμός επιμέρους αδυναμιών επαφίεται στην κρίση του αναγνώστη.