Άγγελος-Τιμωρός/Δικαιοσύνη

Αφύπνιση, Δράση, Κάθαρση. Αυτή φαίνεται να είναι η δομή του τελευταίου βιβλίου του Jo Nesbo που κυκλοφόρησε στα ελληνικά, «Ο γιος».

Νορβηγία, Όσλο. Ο ηρωινομανής Σόνι Λόφτχους εκτίει την ποινή του, ύστερα από την ομολογία του για δύο φόνους, στη φυλακή Στάτεν και είναι ο «εξομολόγος» των άλλων κρατουμένων. Με αυτό τον τρόπο του αποκαλύπτεται κάτι που θα του αλλάξει τη ζωή. Ο Σόνι το σκάει, δραπετεύει από την πιο υπερσύγχρονη και ασφαλή φυλακή, από εκεί όπου κάθε απόπειρα απόδρασης είναι εξαρχής καταδικασμένη. Και ύστερα αρχίζουν να δολοφονούνται άνθρωποι που τίποτα δεν τους συνδέει μεταξύ τους. Ποιος διαπράττει τους φόνους; Όλα οδηγούν στον Σόνι. Ποιος άλλος, άλλωστε; Κίνητρό του είναι να εκδικηθεί για την αυτοκτονία του αστυνομικού πατέρα του. Ή μήπως όχι;

Οι φόνοι εκτελούνται με πολύ απλή διαδικασία και απόλυτη ψυχραιμία, ενώ τα θύματα βρίσκονται δολοφονημένα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τον οποίο και οι ίδιοι είχαν σκοτώσει κάποτε τα δικά τους θύματα. Κι ενώ ανθρωποκυνηγητό ξεκινά για τον εντοπισμό του υπευθύνου, στην επιφάνεια βγαίνει όλη η διαφθορά της κοινωνίας του Όσλο. Αστυνομικοί, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, ιερείς, δικηγόροι, άτομα υπεράνω κάθε υποψίας, έμποροι ναρκωτικών. Όλοι μπλέκονται μεταξύ τους σε ένα διαρκές γαϊτανάκι. Ναρκωτικά, εμπόριο λευκής σαρκός, δολοφονίες, «μεγάλα κεφάλια» που κινούν τα νήματα μιας ολόκληρης κοινωνίας. Όλοι συνεργάζονται σε μια ιστορία με πολλά παρακλάδια, όπου τίποτα δεν είναι έτσι όπως φαίνεται, όλα μπορούν να συμβούν και όλα ανά πάσα στιγμή ν’ ανατραπούν.

Μυστήριο, που όσο προχωράει η αφήγηση αντί να ξεκαθαρίζει, γίνεται ολοένα και πιο πυκνό, αγωνία, περιπέτεια, σασπένς. Ο Jo Nesbo πολύ προσεκτικά, μην αφήνοντας τίποτα στην τύχη, χτίζει σιγά-σιγά το σκηνικό του και τοποθετεί μέσα του τους χαρακτήρες του. Ένα θίασο που δρα ρεαλιστικά και ανθρώπινα, έχει αδυναμίες, όπως όλοι οι θνητοί, αλλά κάποιοι απ’ αυτούς πιστεύουν ότι είναι άτρωτοι και ανώτεροι από τους υπόλοιπους.

Το σκηνικό και οι χαρακτήρες εναλλάσσονται με γοργό ρυθμό, ο ευθύς λόγος με την τριτοπρόσωπη αφήγηση επίσης, εντείνοντας έτσι την αγωνία και κρατώντας το ενδιαφέρον αμείωτο. Οι ατάκες στα διαλογικά μέρη και οι πληροφορίες που δίνουν εκτοξεύονται σαν βέλη και προωθούν τη δράση, η κινηματογραφική αφήγηση –ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι παρακολουθεί ταινία– είναι σφιχτοδεμένη, ενώ η ροή και τα γεγονότα κυλούν με βάση τη λογική. Τη λογική ποιου, όμως;

Ο Jo Nesbo για μία ακόμη φορά καταθέτει με επιτυχία μια αστυνομική περιπέτεια με στοιχεία θρίλερ και καλεί τους αναγνώστες να βυθιστούν μέσα της και να την απολαύσουν. Έτσι κι αλλιώς στο τέλος του βιβλίου, όταν θα σηκώσουν το κεφάλι από αυτό, θα ανακαλύψουν ότι παρόλη την αγωνία εξακολουθούν να βρίσκονται στη θαλπωρή και την ασφάλεια του σπιτιού τους χωρίς να κινδυνεύουν από κανέναν.

Μυστήριο, αγωνία, περιπέτεια, σασπένς. Ο Jo Nesbo στο «Γιο» του αφηγείται μια ιστορία αληθοφανή –που μπορεί να συμβεί στην πραγματική ζωή–, και τα έχει όλα. Ναρκωτικά, φυλακή, δολοφονίες, διαφθορά. Και εκτινάσσει την αδρεναλίνη των αναγνωστών στα ύψη.