Το ιστορικό μυθιστόρημα στα πάλαι ποτέ (έτσι νόμιζα, τουλάχιστον μέχρι τώρα)… ,το ιστορικό μυθιστόρημα, λοιπόν, στα πάλαι ποτέ καλύτερά του. Υπερ-αναλυτικές περιγραφές, εκτενείς ψυχογραφίες των ηρώων (και ηρωίδων, βεβαίως) από τον «παντογνώστη» τριτοπρόσωπο αφηγητή, συναισθηματικώς κλιμακούμενη δράση που οδηγεί σε πολλά προ-οικονομημένα crescendi πριν από την τελική κορύφωση, γεωμετρική δομή, συμμετρία, σοφά υπολογισμένες ανατροπές, χωρίς ποτέ να εκπίπτουν στο στοιχείο του μελοδραματικού. Ο μαθηματικός νους του συγγραφέα Γιώργου Θ. Τσιρίδη, που γεννήθηκε στη Δραπετσώνα το 1953 και δηλώνει ευθαρσώς Πειραιώτης, που σπούδασε μαθηματικός στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών κι έκανε μεταπτυχιακά Ναυτιλίας στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, φαίνεται ότι σκάρωσε έναν αλγόριθμο που μόνο ένας ιδιοφυής λογοτέχνης θα μπορούσε να τον ακολουθήσει κατ’ αρχήν και να τον επιλύσει στο τέλος. Η διαφορική εξίσωση των πραγματικών ανθρωπίνων συναισθημάτων που κινούνται ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό, όπως παίζει ο ήλιος με τη σκιά τις πρώτες ανοιξιάτικες και τις ύστερες φθινοπωρινές μέρες, η βαθιά γνώση και κατανόηση της ευτελούς και τυχάρπαστης ανθρώπινης φύσης, η ανάγκη για εκδίκηση όταν διαστραφεί και καταπιεστεί το υγιές ερωτικό ένστικτο, οι απίστευτες δυνάμεις των καταπιεσμένων-κακοποιημένων-βιασμένων στο πιο μύχιο κομμάτι τους, το πλέον ιερό… αλλά και η ακατανίκητη ανάγκη να αγαπήσουμε και ν’ αγαπηθούμε (με αυτή τη σειρά κι όχι ανάστροφα), όλη αυτή η στρεψοδικία για να μην πούμε στον άλλον το πασιφανές: ότι τον αγαπάμε κι ότι θα θέλαμε να ζήσουμε ΜΕΣΑ του/της για πάντα… αυτή είναι –κατά την ταπεινή μου γνώμη– η αιτία της πολιτισμικής πολυεπίπεδης Κρίσης που βιώνουμε σήμερα. Δεν πρόκειται για «πόλεμο θρησκειών» (όπως γράφεται συχνά από τους αδαείς και τους απλοϊκούς), αλλά για πόλεμο καταπιεσμένων, δυστυχισμένων κι αντι-ερωτικών φανατικών, μισαλλόδοξων, που αρπάζονται από την Εξουσία και το Χρήμα (ως μέσο για την απόκτηση εξουσίας κι αργότερα ως αυτοσκοπός)… ενώ το μόνο που τους χρειάζεται για να περάσουν τη μέρα τους – εκτός από ένα πιάτο φακές [με ή χωρίς χωριάτικο λουκάνικο, καρότο, άγρια χόρτα του βουνού και δάφνη, απαραιτήτως – οι απλές χαρές της ζωής] …κυνηγάνε το Χρήμα και την Εξουσία, θέλω να πω, ενώ το μόνο που τους χρειάζεται είναι ένα χάδι στο μάγουλο από το χέρι το παινεμένο, το ποθητό, το ακριβό και πολυαγαπημένο. Τόσο απλά. Κι όταν δεν υπάρχει αυτό το πρόσωπο, οφείλουμε να αγαπάμε έτσι τον εαυτό μας. Γιατί [όπως αποδεικνύεται περίτρανα σε αυτό το υπέροχα δομημένο μυθιστόρημα], γιατί αν δεν αγαπάμε πρωτίστως τον εαυτό μας δεν μπορούμε να αγαπήσουμε (πολλώ δε μάλλον ν’ αγαπηθούμε) από κανέναν άλλον, χωρίς να τον πληγώσουμε, χωρίς να σπείρουμε τον όλεθρο και την καταστροφή γύρω μας, χωρίς να βλάψουμε εν τέλει τον πανέμορφο γαλαζοπράσινο πλανήτη με το μητρικό όνομα Γαία, που μας φιλοξενεί… Τα ψέματα κι η ενδοοικογενειακή βία γενούν τέρατα. Και για τα τέρατα μόνο λύπηση μπορεί να νιώσει κανείς, αφού μισούν κι εκείνα τον εαυτό τους, πρωτίστως τον εαυτό τους και μετά όλους τους άλλους, εκτός ίσως από τον βασανιστή τους (σύνδρομο της Στοκχόλμης) ή ένα άλλο τυχαίο, αθώο πλάσμα, το πρώτο που θα τους κοιτάξει στα μάτια με την αθωότητα ενός σκύλου, με τη φιλοσοφική κατανόηση μιας γάτας, με την ηχώ ενός παπαγάλου, με τη χειριστικότητα ενός ψαριού στη γυάλα, που πρέπει κάθε μέρα να δείχνει την πιο καλή πλευρά του για να εξασφαλίσει το πίτουρο το …επιούσιον. Οι άνθρωποι που είναι θύματα χειριστικών συμπεριφορών από το στενό οικογενειακό ή κοινωνικό περιβάλλον γίνονται με τη σειρά τους χειριστικοί κι οι ίδιοι. Κι έτσι «σόι πάει το βασίλειο». Ολόκληροι οίκοι (και δεν εννοώ μόνον τον κανιβαλιστικό Οίκο των Ατρειδών ή τον αιμομικτικό κι αιμοχαρή κι ανελέητον Οίκο των Λαβδακιδών [που γεννήθηκαν από τα σπαρμένα δόντια του Δράκοντα – ποιανού δράκοντα, κι από ποιον πλανήτη μας ήρθε τούτος; Ερωτήματα, ερωτήματα, χωρίς απάντηση, παρά μόνο αν διαβάσεις ανάποδα τη μυθολογία, με τη βοήθεια του Λοξία Απόλλωνα]… Ολόκληροι οίκοι (και δεν εννοώ λοιπόν μόνον τον κανιβαλιστικό Οίκο των Ατρειδών ή τον αιμομικτικό κι αιμοχαρή κι ανελέητον Οίκο των Λαβδακιδών), ξεκληρίστηκαν ακριβώς επειδή κάποιοι βίασαν τρυφερά ανήλικα σώματα κι αγγελικές ψυχούλες. Αυτό νομίζω (τι λέω; είμαι σίγουρος) είναι το πλέον ειδεχθές έγκλημα. Και γίνεται ειδεχθές, ιδιώνυμο και έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας, όταν συνδυαστεί με εκφοβισμό, καλά κρυμμένα μυστικά και ψέματα συκοφαντικά.

Είναι η πρώτη φορά που διαβάζω μυθιστόρημα για την ενδοοικογενειακή σεξουαλική κακοποίηση παιδιού και δεν το αφήνω στη μέση. Γιατί εδώ ο συγγραφέας ακούει όλες τις γνώμες, δίνει τόπο στην οργή και δέχεται να εξετάσει το θέμα σφαιρικά κι απ’ όλες τις απόψεις. Εξάλλου, ως καλός φυσικομαθηματικός γνωρίζει ότι οι ιριδισμοί είναι απλώς αποτέλεσμα της ανάλυσης του λευκού φωτός από το πρίσμα της τρίτης διάστασης στην οποία είμαστε εγκλωβισμένοι, χωρίς ούτε καν τη χάρη να περνοδιαβαίνουμε ελεύθερα στην τέταρτη, απολαμβάνοντας τα προνόμια των πνευμάτων που έχουν καθαρθεί από τα εγκλήματα κι έχουν τιμωρηθεί δεόντως, απαλλασσόμενα έτσι από τις αδίστακτες κι αιμοβόρες Ερινύες των ενοχών τους.

Συγχαρητήρια στον ώριμο πια εξηντατριάρη Γιώργο Θ. Τσιρίδη. Ξέρει να γράφει, ξέρει να αναπτύσσει μυθιστορηματικώς ένα θέμα, ξέρει να δομεί σοφά γλωσσικά αρχιτεκτονήματα, είναι μάστορας του μέτρου και του ρυθμού, δεν πλατειάζει και δεν ξεπέφτει στον μελοδραματισμό… Δεν είναι και λίγα αυτά.

Τα θερμότερα «εύγε» ανήκουν όμως στους εκδότες Νίκο και Στέργιο Μπατσιούλα, που διείδαν πίσω από τα ηλεκτρονικά ή τυπωμένα ψηφία μια αδιόρατη μελωδία, από εκείνες που σου εγγράφονται ανεξίτηλα στο αυτί… Ειδικά ο Νίκος Μπατσιούλας είναι κι ο ίδιος μάστορας του καλογραμμένου ιστορικού μυθιστορήματος. Κι αυτό συντείνει στην κατανόηση κι αυτής της επιτυχημένης εκδοτικής επιλογής.

Θα ήμουνα ακόμα πιο ενθουσιώδης, αν δεν κινδύνευα να παρεξηγηθώ. Γι’ αυτό σταματώ εδώ. Όσοι όμως με γνωρίζουν καλώς και με ξέρουν κι από την καλή και από την ανάποδη, για ένα μπορούν να βάλουν με σιγουριά το χέρι τους στη φωτιά: όταν κάτι με συναρπάζει, δεν μπορώ και δεν θέλω να καταπιέσω την αβίαστη εκδήλωση των ιδεογραμμάτων-συναισθημάτων μου. Όταν πάλι κάτι όντας τεχνικώς άρτιο με αφήνει παγερά αδιάφορο, τότε γίνομαι κι εγώ σχολαστικός και με επιστημονικό τρόπο διεκπεραιώνω το κριτικό μου σημείωμα. Κάτι που δεν συνέβη όπως καταλαβαίνετε στην εξαιρετέα κι εξαιρετική περίπτωση τού Γιώργου Θ. Τσιρίδη και του απολαυστικού, ψυχαγωγικού και άρτιου από επιστημονικής πλευράς έργου του «Ο Φονιάς των Αθηνών» (ιστορικό μυθιστόρημα χωρίς επιφυλάξεις, μετ’ επαίνων ανυπερθέτως). Και τα ελληνικά του, τέλεια. Ούτε καν οι επαγγελματίες φιλόλογοι και πολλοί ομότιμοι καθηγητές πανεπιστημίων που ανακαλύπτουν τη Γραφή (κι άλλοι εξ αυτών τη συν-ραφή) στα στερνά τους, δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί και τελεσφόροι όσο ο Γιώργος Θ. Τσιρίδης. Τον συγχαίρω κι αναμένω με απολαυστική αγωνία το επόμενο πόνημά του.