Βλέποντας τον πόνο του εχθρού

Μπορεί να ξεπεράσει κάποιος το φόβο του να είναι όμηρος ομάδας τρομοκρατών; Υπάρχει πιθανότητα να νιώσει κάποιος τον πόνο που κρύβεται πίσω από τις πράξεις ενός τρομοκράτη; Αυτά είναι τα θέματα που εξετάζει στο μονόπρακτό της –το οποίο ανέβηκε στο Ιωνικό Κέντρο τον Ιανουάριο του 2012–, η συγγραφέας και δημοσιογράφος Σόνια Ζαχαράτου. Και δεν δίνει απαντήσεις – προβάλλει βαθιά συναισθήματα.

Η συγγραφέας τοποθετεί πάνω στη σκηνή δύο πρόσωπα, τη Λιούντα και τον Αζίντ, δυο ανθρώπους που δεν κοιτάζονται καθόλου μεταξύ τους παρά μόνο στην τελική σκηνή του έργου. Η Λιούντα και ο γιος της υπήρξαν δύο από τους ομήρους της τρομοκρατικής ομάδας στην οποία ανήκει ο Αζίντ. Η γυναίκα αφηγείται την ομηρία της, τον τρόμο της, τις αναμνήσεις που έχει από το νεκρό πια στον πόλεμο σύζυγό της. Δίπλα της έρχεται να καθίσει ο εχθρός, ο Αζίντ, ο οποίος προσπαθεί να την προστατεύσει με τον δικό του τρόπο. Επειδή αυτός έχει καταλάβει ότι η ζωή είναι σκληρή και στην προσπάθεια για εκδίκηση τα θύματα είναι πάντα αθώοι. Η Λιούντα περνάει αρχικά από το στάδιο όπου αισθάνεται ότι προδίδει τους συμπατριώτες της, το νεκρό άντρα της. Στη συνέχεια, όμως, τον κοιτάζει με τα μάτια της καρδιάς: δεν είναι πια απλά ο εχθρός, είναι μια ανθρώπινη ύπαρξη που έχει υποφέρει όσο κι αυτή, που έχει χάσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του και που η ανάγκη του για εκδίκηση τον κρατά ζωντανό. Ποια, όμως, μπορεί να είναι η κατάληξη σε αυτή την ομηρία; Θα μπορέσουν κι οι δύο να βγουν ζωντανοί;

Η συγγραφέας αντλεί έμπνευση από το τρομοκρατικό κτύπημα στο σχολείο του Μπεσλάν της Βόρειας Οσετίας το 2004. Θα μπορούσε, όμως, να αναφέρεται σε οποιοδήποτε αντίστοιχο περιστατικό. Το μεγαλύτερο βάρος του μονόπρακτου το επωμίζεται η Λιούντα. Με λόγο έντονα συγκινητικό, με φωνή ανθρώπινη και με ψυχή ανοικτή, παρά τις αντιξοότητες, παρουσιάζει όλο το φάσμα των συναισθημάτων που βιώνει: πανικός, απελπισία, ελπίδα και πόνος. Οι σύντομες παρεμβάσεις του Αζίντ και οι σκληρές διαπιστώσεις του για τη ζωή, τον πόλεμο και την απώλεια προσθέτουν ακόμα περισσότερη συγκίνηση. Η συγγραφέας δεν προσπαθεί να δικαιολογήσει τον τρομοκράτη, δεν του παρέχει άλλοθι για τις ενέργειές του. Απλά, ρίχνει μια ματιά στο τι μπορεί να κρύβεται πίσω από απελπισμένες πράξεις. Καταφέρνει να δημιουργήσει ένα δυνατό μονόπρακτο που διαβάζεται απνευστί.