«… μερικές πληγές μένουν ανοιχτές και γεννάνε το μέλλον.»

(σελ. 15)

Ο Μίνως Ευσταθιάδης γεννήθηκε το 1967 και σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στο Αννόβερο. Έχουν εκδοθεί τα μυθιστορήματά του «Έξοδος» (Ανατολικός, 2001) και «Χωρίς γλώσσα» (Καστανιώτης, 2004). Το θεατρικό έργο του «Το Γεύμα» (Ευρασία, 2012) μεταφράστηκε στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά και ουγγρικά. Το μυθιστόρημά του «Το δεύτερο μέρος της νύχτας» (Ωκεανίδα, 2014) εκδόθηκε στη Γερμανία (Acabus, 2014). Το μυθιστόρημά του «Ο Δύτης» (Ίκαρος, 2018) θα κυκλοφορήσει στα γαλλικά (Actes Sud). Ζει κοντά στη θάλασσα.

Ο Κρις Πάπας είναι ο πρωταγωνιστής στο νέο μυθιστόρημα του Μίνωα Ευσταθιάδη, ο ιδιωτικός ερευνητής που συναντήσαμε και στο προηγούμενο μυθιστόρημα «Το δεύτερο μέρος της νύχτας». Ένας ηλικιωμένος άντρας ζητάει τη συνδρομή του Κρις για να παρακολουθήσει μια γυναίκα. Ο Κρις την ακολουθεί σ’ ένα ξενοδοχείο και κλείνει ένα διπλανό δωμάτιο. Η επόμενη ημέρα θα βρει τον Κρις εν μέσω ενός λαβύρινθου στον οποίο μόλις έχει μπει. Η γυναίκα έχει εξαφανιστεί και στοιχεία δεν υπάρχουν πουθενά. Αναζητώντας εναγωνίως τα ίχνη της κοπέλας, μαθαίνει ότι έφυγε για την Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα το Αίγιο. Η πατρίδα που πάντοτε απέφευγε ο Κρις τον καλεί πίσω για να επιλύσει ένα μυστήριο. Αποφασίζει να επιστρέψει στα πάτρια εδάφη μ’ έναν κόμπο στο λαιμό.

Στο Αίγιο ο ιστός της πλοκής περιπλέκεται ακόμα περισσότερο. Η γυναίκα βρίσκεται πνιγμένη, άνθρωποι με επικίνδυνες προθέσεις προσεγγίζουν τον Κρις, ενώ μυστικά του παρελθόντος ανασύρονται με αδυσώπητη ορμή. Ένα γαϊτανάκι χαρακτήρων στήνεται γύρω από τον ιδιωτικό ερευνητή, όπου ο καθένας έχει τους δικούς του σκοπούς. Ο Κρις για να βρει τη λύση της υπόθεσης πρέπει να γυρίσει δεκαετίες πίσω στον χρόνο, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να ανασύρει στοιχεία καλά κρυμμένα με απρόβλεπτες συνέπειες.

Ο Μίνως Ευσταθιάδης «σκηνοθετεί» ένα μυθιστόρημα με νουάρ ατμόσφαιρα, γραμμένο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Αξιοσημείωτο δε είναι το πέρασμα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση στην τριτοπρόσωπη όταν εγκιβωτίζονται παρελθοντικές αναφορές. Η γραφή του Ευσταθιάδη είναι στακάτη, με βραχυσκελείς προτάσεις, «ακαριαίο» λόγο, προφορικότητα και μεστή νοηματική αλληλουχία. Η νουάρ ατμόσφαιρα κορυφώνεται σταδιακά, καθώς το πρωτεύον μυστήριο και οι αινιγματικές διακλαδώσεις αποκαλύπτονται με την πάροδο της ανάγνωσης.

Ο συγγραφέας χτίζει αριστοτεχνικά την πλοκή του μυθιστορήματός του σε όλα τα επίπεδα, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι και οι αναδρομές στο παρελθόν γίνονται με άρτιες γεφυρώσεις και επιτυγχάνουν τον σκοπό τους στην επίλυση της υπόθεσης. Ο Μίνως Ευσταθιάδης μάς παρουσιάζει ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί, εξαιρετικό από κάθε άποψη, θελκτικό για κάθε αναγνώστη.