Το μετέωρο πέταγμα προς την ελευθερία

Κι ας μην είχαν μηδέποτε ταυτολογηθεί οι δύο περιπτώσεις. Κι ας μην είχε γραφτεί δράμι λέξης για το πόσο η μικρή Αλμπερτίν Σαρραζέν μοιάζει, εμψυχώνεται, διαλέγεται με τον poet maudit των γαλλικών γραμμάτων, Ζαν Ζενέ. Ακόμη και τίποτα από όλα αυτά να μην είχε συμβεί (που έχουν συμβεί), η Ανν του «Αστράγαλου» δεν θα μπορούσε παρά να παραπέμπει στην ιεροτελεστία-αυτοβιογραφία του «άγιου δαίμονα» Ζενέ («Το Ημερολόγιο ενός Κλέφτη», εκδ. Εξάντας).

Αμφότερα τα βιβλία είναι φτιαγμένα από τη σπάνια ύλη της διψαλέας αγάπης για ελευθερία, για αυτοπραγμάτωση, για θέαση της πραγματικής διάστασης που οφείλει να έχει ο άνθρωπος, για την αγωνιώδη ανάγκη να αγαπήσει και να αγαπηθεί, να νιώσει μέχρι τα έσχατα του δέρματος, να γίνει κτήτορας και κατακτημένος. Η Ανν πράττει αυτό ακριβώς που έγραψε ο Ζαν Πολ Σαρτρ για τον Ζενέ: έχει καταστρώσει ένα αξιοπρεπές και οικείο σχέδιο, ως άλλος Μονταίνιος, για να φτιάξει το πορτρέτο της. Και να πει την αλήθεια, όλη την αλήθεια, να μην φοβηθεί τις λέξεις και τον χείμαρρο των συναισθημάτων που την κατακλύζουν. Η Ανν, ένα κορίτσι κοντά στα 20, από νωρίς ρημαγμένο καθώς δεν γνώρισε γονείς και περιδιάβηκε όλα τα αναμορφωτήρια, κατέληξε στη φυλακή έχοντας διαπράξει κλοπές και κάμποσα άλλα ανομήματα. Κι όμως, η ζέση της για ζωή, αγάπη και ελευθερία την οδηγούν στην απόδραση. Στην προσπάθειά της να διαφύγει χτυπάει άσχημα το πόδι της και μοιάζει, όντως, σαν πουλί με τσακισμένα φτερά. Περίτρομο, αγριωπό, συμπαθές, αναλφάβητο της αγάπης. Στον δρόμο της βρίσκεται ο Ζυλιέν, ένα μικρό αρπακτικό της νύχτας, που επιβιώνει με τη σειρά του επιδιδόμενος σε μια σειρά έκνομων πράξεων. Μέσα και έξω από τη φυλακή (ποια από όλες;), φευγάτοι και κυνηγημένοι, φοβισμένοι, αλλά και με αναπεπταμένα όλα τα ιστία των συναισθημάτων τους, βιώνουν μια περιπέτεια πάθους, αγάπης και δοσίματος. Πρόκειται για άλλου τύπου δέσμευση: σωματική, ψυχική – φευ, όμως, ο δεσμευτικός χαρακτήρας της σχέσης τους ποτέ δεν τους αποχωρίζεται. Κυρίως την Ανν, η οποία στο πρόσωπο του ατίθασου Ζυλιέν βλέπει την οικειότητα που στερήθηκε, τη ζεστασιά που της έλειψε, τη συντροφικότητα που της αρνήθηκαν μέσα στη φυλακή. Η Ανν πεινάει για αγάπη, διψάει για αγάπη, πονάει για αγάπη. Θρηνεί ακόμη και για τα κορίτσια της φυλακής, τη Σιν, τη Ρολάντ, και για τα πνιχτά και παράνομα χάδια τους πίσω από τα σίδερα. Φλέγεται από ανυπομονησία να ζήσει για ζωή απελευθερωμένη από το βάσανο της φυλακής, αν και γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από το κάτεργο που την έχει ποτίσει έως το μεδούλι. Από σπίτι σε σπίτι, η Ανν βρίσκει πρόχειρα καταφύγια, περιμένει ως άλλη Πηνελόπη την εμφάνιση του Ζυλιέν που χάνεται για μέρες, πνίγεται από θλίψη και ζήλια όταν καταλαβαίνει ότι εκείνος δεν της είναι πιστός και ολότελα παραδομένη στα πάθη της και στην ευκολία της παρανομίας δεν διστάζει να κάνει πεζοδρόμιο για να βρει με εύκολο τρόπο κάποια χρήματα. Όχι, δεν είναι παραδόπιστη, δεν το κάνει για την άνεσή της. Στο μεταξύ, ο Ζυλιέν έχει μπει φυλακή (άλλο ένα πουλί που πιάστηκε από τους κυνηγούς του νόμου) και θέλει να τον βοηθήσει όταν με το καλό θα βγει από τη στενή. Για τέτοια άδολη αγάπη μιλάμε.

Είναι τούτη εδώ η ιστορία της Σαρραζέν; Κι εδώ παρεμβαίνει η ανάλυση που κάνει ο Σαρτρ για την περίπτωση του Ζενέ. Δεν είναι μια αυτοβιογραφία κι ας μοιάζει για τέτοια, αλλά μια ιερή κοσμογονία. Ναι, η Σαρραζέν έζησε γρήγορα και πέθανε νωρίς (λίγο πριν κλείσει τα τριάντα). Μέσα σε αυτό τον λιγοστό χρόνο που άναψε το κεράκι της έζησε πλήθος δραματικών γεγονότων. Πέρασε έξι χρόνια σε αναμορφωτήριο, ενώ η ατίθαση ψυχή της δεν μπορούσε με τίποτα να συμβαδίσει με τον γαλλικό συντηρητισμό της δεκαετίας του ’50. Και τελικά κάηκε. Μέχρι να φτάσει σε αυτό το σημείο πρόλαβε να αφήσει πίσω της κάποιες σελίδες εξαίσιας και καθαρής πρόζας. Στον «Αστράγαλο» υπάρχουν ολόκληρα κεφάλαια ατόφιας ποίησης που δεν έχει να κάνει μόνο με το ύφος, αλλά και με τον σκοπό, με το μεγάλο άπαν που αναζητεί: την πλέρια ελευθερία. Τίποτα άλλο δεν αξίζει από αυτό. Οι ύστατες σκηνές του μυθιστορήματος, προανάκρουσμα για τη σύγκρουση με τη σκληρή πραγματικότητα, είναι γεμάτες από λυρισμό που κόβει σαν μαχαίρι, από διαισθητικό γράψιμο που ριγεί, από ιερή έκσταση στα όρια της ιερουργίας.

Τι τύχη μπορούν να έχουν αυτά τα δύο τσακισμένα πουλιά; Ας μην κρυβόμαστε, ελάχιστη. Τελικά, δεν έχουν καμία. Το όνειρο χάνεται, η ελπίδα μαραίνεται, το σώμα της ελευθερίας θρυμματίζεται. Τίποτα δεν μένει. Μόνο η πικρή γεύση ενός πάθους που δεν ολοκληρώθηκε, μιας αγάπης που έμεινε μισή, ενός ονειροδράματος με πνιγμένο τέλος.

Στην παρούσα έκδοση υπάρχει μια βαθιά, απόλυτα προσωπική θέαση του μυθιστορήματος από την «ιέρεια» της ροκ, Πάτι Σμιθ, που γράφει με λέξεις που πάλλονται από σφρίγος και δύναμη για το πόσο καθοριστικό ήταν για τη δική της ζωή το συναπάντημα με τον «Αστράγαλο».

Η μετάφραση ανήκει στη Σώτη Τριανταφύλλου.