Έτσι θα έπρεπε να γράφονται τα απομνημονεύματα των δημοσιογράφων και κριτικών! Γιατί ακόμα κι όταν μιλούν για τον εαυτό τους, περνάει συνειδητά κι όχι ανεπαίσθητα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής τους, αφού εκείνοι, αντίθετα από τους άλλους, τους λοιπούς λογοτέχνες και καλλιτέχνες, δεν ασχολούνται σαν αυτιστικοί μόνο με το έργο τους, βυθίζονται με αυτοθυσία, γενναιοδωρία και την απαραίτητη απόσταση στα βαθιά νερά του ψυχισμού και της πελαγοδρόμησης των άλλων μεταξύ ατομικού και συλλογικού ασυνείδητου, μεταξύ προσωπικής και πανανθρώπινης συνειδητότητας. Φυσικά και τα φίλτρα υπάρχουν, παντού. Η υποκειμενικότητα είναι μέρος της δουλειάς ενός κριτικού, αφού κάθε διατυπωμένη γνώμη του δεν μπορεί να κριθεί, να συγκριθεί και να μετρηθεί με αμιγώς επιστημονική προσέγγιση κι αναμφισβήτητα σταθμά. Όμως στη Φυσική υπάρχει κάτι που λέμε «επαγωγή» κι ο απλός λαός το περιγράφει συνοπτικά με τις κυριολεκτικές παροιμίες του: «με στραβό κοιμήθηκες το πρωί θ’ αλληθωρίζεις» [με στραβό αν κοιμηθείς, το πρωί θα αλληθωρίζεις] ή «όμοιος ομοίω κι η κοπριά στο …λάχανο» [όμοιος τον όμοιο κι η κοπριά στα λάχανα]. Με αυτό θέλω να πω ότι ερχόμενος σε επαφή με το καλλιτεχνικό έργο υψηλών πνευματικών οντοτήτων και μπαίνοντας μέσα σε αυτό, ο κριτικός επηρεάζεται αναπόφευκτα, με αποτέλεσμα να μην είναι ο ίδιος την επομένη μέρα ή λίγο καιρό μετά, αφού τα μεγάλα έργα υψηλής Τέχνης εξακολουθούν να δουλεύουν μέσα μας ως ιοί και διαφοροποιούν τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα, τον εαυτό μας πρώτον, τη θέση μας μέσα στον κόσμο δεύτερον, καθώς και τον ίδιον τον κόσμο εν τέλει. Εξ άλλου αυτός είναι ο ορισμός και η κύρια λειτουργικότητα της Τέχνης από την εποχή των σπηλαίων και μετά…

Η Ροζίτα Σώκου έζησε έναν αιώνα κοσμογονικών αλλαγών, καλλιτεχνικών και άλλων επαναστάσεων, αισθητικών μετατοπίσεων και πραξικοπημάτων πάσης φύσεως, τόλμησε να ζήσει κι επέμενε να είναι ο εαυτός της χωρίς να προσπαθεί να μοιάσει με την …Τουίγκυ ή με την Ώντρεϊ Χέπμπορν έστω!!! Κι αυτό σε όλα τα επίπεδα. Παρέμεινε ο εαυτός της αναπαλλοτρίωτη αλλά εξελίξιμη, ανοικτή στο διαφορετικό κι ανεκτική στο έτερον… Δημοκράτις και σκεπτομένη, ελεύθερη και σεβόμενη την ελευθερία των άλλων, με διακριτά όρια και σαφείς χωροθετήσεις…

Η προσωπική της ζωή συνυφαίνεται με την κοινωνική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου μας τις τελευταίες δέκα δεκαετίες κι απολαμβάνει η καλή δημοσιογράφος το προνόμιο να παρεμβαίνει ακόμα και σήμερα, με έμμεσο, διακριτικό και πάντα ευγενή, αριστοκρατικό θα έλεγα, τρόπο στα τεκταινόμενα κι αυτής της Κρίσης, αφού δεν είναι η μόνη που έζησε στη μακρά ζωή της.

Η απόσταση στον χρόνο, η αποξένωση από τα ίδια μας τα πάθη, το προνόμιο της τρίτης ηλικίας είναι ένα προνόμιο για τον σκεπτόμενο άνθρωπο γιατί βλέπει και τον ίδιο τον εαυτό του σαν σκηνικό-δραματικό πρόσωπο στο μεγάλο, στο ασύλληπτο θέατρο του Κόσμου. Κι αυτό είναι το κέρδος του θεατή που γίνεται αναγνώστης του Μεγάλου Βιβλίου της Ζωής, μέσα από τη δική του υποκειμενική μαρτυρία. Τότε όλα είναι πια σαφή και δικαιολογημένα. Και τα λανθασμένα σωστά φαίνονται κι εκείνα. Κι οι επιλογές μας όλες καίριες, σύμφωνα με τη «φύση» και τον χαρακτήρα μας, που είναι και η μόνη δικαιολογημένη μοίρα για τα νοήμονα ζωντανά που δεν συμβιβάζονται με την αδικία, την ανελευθερία, την ανημπόρια, την αρρώστια και τον θάνατο.. Ένα ξόρκι ζωής, μία άσκηση μνήμης, πρόσκληση για γλέντι… αυτό κι άλλα πολλά σημαίνει ετούτο το βιβλίο, που χωρίς να αποτελεί άσκηση ύφους και λογοτεχνική ακροβασία, χωρίς να επιδεικνύει καμία δεξιοτεχνία στη χρήση του λόγου η κάθε μία από τις δύο συν-συγγραφείς (μάνα και κόρη)…. Χωρίς την αξίωση να τις θαυμάσουμε… χωρίς να προσπαθούν να αποδείξουν τίποτα και σε κανέναν… απλώς υπάρχουν ευθυτενείς κάτω από τον ελληνικό ήλιο, λένε την όποια αλήθεια τους, δεν κρύβουν τίποτα κάτω από το χαλί κι αδιαφορούν για το «τι θα πει ο κόσμος», αφού ο κόσμος είμαστε εμείς εν τέλει κι εκτιμούμε την ειλικρινή ανιδιοτέλεια… Αν η Ροζίτα Σώκου ήθελε, θα κατείχε τώρα θώκους και οφίτσια που άλλοι νεότεροι και κατώτεροι βιάστηκαν να καταλάβουν υποσκελίζοντας τους αξιότερους. Το ότι δεν πλούτισε δεν είναι αναπηρία αλλά ένδειξη των αριστοκρατικών αξιών και του επικούρειου τρόπου ζωής της, μακριά από μωροφιλοδοξίες κι αμετροέπειες παντός είδους…

Θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους που «λένε τα λιγοστά τους λόγια γιατί αύριο η ψυχή μας κάνει πανιά» (είτε διεκδικούν και κερδίζουν βραβεία είτε όχι)… Αφού το μόνο βραβείο, εκείνο που μας αξίζει, το μόνο που ζητά η ψυχή μας και ποθεί, είναι η θετική αντανάκλαση του καθρέφτη μας όταν αμακιγιάριστοι νιώθουμε καλά μέσα στο πετσί μας. Γιατί, αγαπητοί μου φίλοι κι εν αναγνώσει αδελφοί, αν δεν είμαστε πετυχημένοι μέσα μας, τι να μας κάνουν τότε «οι έπαινοι του Δήμου και των σοφιστών»; Αυτοεξόριστοι θα είμαστε πάντα στην πιο βαθιά κι ανήλιαγη φυλακή. Γιατί τους άλλους μπορούμε να τους κοροϊδέψουμε, τον εαυτό μας όχι. «Οι άνθρωποι που πετυχαίνουν αποτυγχάνοντας» γράφει ο Φρόϋντ. Και τ’ ανάπαλιν… Όσο για εκείνη τη βαθιά, βραχνιασμένη φωνή, αμέσως μόλις ξυπνήσουμε από όνειρο τρανό, αυτή είναι κι η μόνη πραγματικά δική μας φωνή, «όχι εκείνη που μας αρέσει», ούτε εκείνη που «φοράμε» για τη δουλειά και τους πελάτες. Η Ροζίτα Σώκου μιλάει σε αυτό το δίτομο έργο με τη δική της φωνή κι όχι με αυτήν που θα τη συνέφερε ίσως. Εξάλλου τι έχει πια να χάσει, τι να κερδίσει όταν τροχοδρομεί πάνω στη δέκατη δεκαετία ενός βίου πλούσιου σε εμπειρίες;

Δεν την έχω γνωρίσει από κοντά, αλλά διαβάζοντάς την ανυπομονώ να τη συναντήσω. Μου θυμίζει μια σοφή ώριμη γάτα που κοιτάζει στοχαστικά τους ανθρώπους κι αναρωτιέται: «μα γιατί κάνουμε τόσο ντόρο τα ταλαίπωρα τα ζωντανά και χάνουμε το χουζούρι και τη βολή μας; Ενώ η ζωή είναι απλή», «ένας απλός παλμός» που γράφει αλλά δεν τηρεί ο νομπελίστας μας Γιώργος Σεφέρης («Καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες το κλουβί του»). Πολλοί άνθρωποι γίνονται «θεσμός» κι αυτός είναι ο πιο στενός κορσές που μπορούν να επιλέξουν, γιατί δεν μπορούν, δεν επιτρέπεται και δεν πρέπει ποτέ πια να είναι ο εαυτός τους… Εκτός κι αν έχεις τη σοφία της Ροζίτας Σώκου και κρατιέσαι μακριά απ’ όλα γνωρίζοντας και κατά βάθος κι εμπράκτως τη ματαιότητα κάθε κοσμικής καταξίωσης, κάθε κοινωνικής επιτυχίας, εκτός από εκείνον τον ολιγόλεπτο καγχασμό, που δεν έφερε ευτυχία σε κανέναν νικητή, μήτε στον θριαμβευτή Αγαμέμνονα.

Βλέπετε πόσες σκέψεις, συναισθήματα γεννά, πόσες πόρτες ανοίγει η ανάγνωση αυτού του δίτομου έργου; Και δεν είναι αξιοπερίεργο αφού μέσα από τα ονόματα και τις αναπολήσεις περνάει η πνευματική περιπέτεια μιας εποχής… Διαβάστε το. Χωρίς θαυμασμό. Καμία απορία. Μόνον περιέργεια και φιλέρευνος διάθεσις. Αρκεί…