Το πώς ένας Άγιος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας που βασανίστηκε δεμένος σε ένα δέντρο και δέχτηκε στο κορμί του τα βέλη των στρατιωτών του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, αλλά επέζησε από το μαρτύριό του για να θανατωθεί αργότερα με μαστίγιο, έγινε σύμβολο ερωτισμού σ’ Ανατολή και Δύση, έε, αυτό μόνο ένας ιστορικός του μέλλοντος, που θα ψυχαναλύσει τον ανθρωποκεντρικό δυτικό πολιτισμό ο οποίος προέκυψε από την Αναγέννηση κι έχει γερά θεμέλια στον ελληνορωμαϊκό τρόπο ζωής, θα μπορούσε να το αιτιολογήσει δεόντως. Και καλά οι μεσογειακοί λαοί, που έχουν τέλος πάντων τα ίδια ήθη και έθιμα με τους αρχαίους, (αλλά και τα ίδια «χούγια»), αλλά είναι απορίας άξιον το πώς ο Γιουκίο Μισίμα, ο μεγάλος λογοτέχνης, μάρτυρας και «άγιος» των γιαπωνέζικων Γραμμάτων, ανακάλυψε λέει την ερωτική του κλίση (και ταυτότητα) κοιτάζοντας, θαυμάζοντας (και όχι μόνον!) έναν προκλητικά αμφίφυλο πίνακα του Αγίου Σεβαστιανού ζωγραφισμένον από τον Γκουίντο Ρένι. Είναι δε τόση η ερωτική έξαψη που προκαλούσε αυτός ο λατρεμένος από τους βασανισμένους όλης της γης Άγιος ώστε αργότερα πόζαρε κι ο ίδιος ο Μισίμα ως Άγιος Σεβαστιανός πριν –βεβαίως– τελειώσει την αμφιλεγόμενη ζωή του με χαρακίρι κι αποκεφαλισμένος από τον ίδιον τον εραστή του.

Εδώ γίνεται μια άρρηκτη ταύτιση του πόνου με την ηδονή. Η Ουρανία Αφροδίτη ωχριά μπροστά στον μαζοχιστή Ερμαφρόδιτο κι η Πάνδημος Αφροδίτη έχει βρει έναν ισχυρό ανταγωνιστή μέσα στους αιώνες. Πώς εξηγείται όμως πολιτισμικά αυτή η σαδιστική μεταστροφή του γενετήσιου ενστίκτου και της ικανότητας του ανθρώπου για αισθησιακή απόλαυση και ηδονική αποκάρωση των αισθήσεων; Ήδη στους λεγόμενους «πρωτόγονους» ηλιολατρικούς λαούς, περίοπτη θέση στη λατρεία τους είχαν οι μαρτυρικές ανθρωποθυσίες προκειμένου να εξευμενίσουν τα εχθρικά στοιχεία της Φύσης και να εξασφαλίσουν τη γονιμότητα ανθρώπων, ζώων και φυτών με τελετές ομοιοπαθητικής μαγείας. Οι πολιτισμένοι, αστρονόμοι και μαθηματικοί Μάγιας τελούσαν στην κορυφή των σοφά αρχιτεκτονημένων κλιμακωτών πυραμίδων τους μια ιδιότυπη προσφορά ανθρώπινου αίματος στο Υπέρτατο Ον που λάτρευαν. Το θύμα προετοιμαζόταν καιρό πριν με νηστεία και την ευεργετική επίδραση της μεσκαλίνης (που προερχόταν από τον χυμό ενός κάκτου με το ελληνικότατο –πλέον– όνομα Αγαύη), ανέβαινε στολισμένο (ως κριάρι ή μινωικός ταύρος) τα ψηλά σκαλιά της πυραμίδας του Ήλιου (ή της Σελήνης, αναλόγως με την εποχή και τη γιορτή), στεκόταν μπροστά στον αρχιερέα των ανθρωποθυσιών και μετά από κάποιους ψαλμούς και προσευχές, ο τελετάρχης βύθιζε στο στήθος του ένα ξιφίδιο από οψιδιανό (καφέ-μαύρο ηφαιστειογενές πέτρωμα) έβγαζε την αχνίζουσα καρδιά του κι αφού τη σήκωνε ψηλά στον ουρανό την πέταγε στη θράκα που έκαιγε πάνω στο βωμό. Κάπως έτσι (αστειεύομαι) δεν γίνονται και σήμερα οι εγχειρήσεις ανοικτής καρδιάς και οι μεταμοσχεύσεις αυτού του ζωτικού οργάνου; Για να είναι αποδεκτή η θυσία από τον ηλιακό θεό έπρεπε το θύμα να προσέλθει οικειοθελώς στην πυρά του βωμού και να σκύψει τον αυχένα για να σφαγιασθεί. Η Ιφιγένεια στην Αυλίδα το ίδιο δεν ετοιμάζεται να κάνει για να εξευμενιστούν οι θεότητες και να πνεύσουν ούριοι άνεμοι; Κι ο Αβραάμ δεν είναι έτοιμος να θυσιάσει τον μοναχογιό του Ισαάκ στην κορυφή ενός βουνού κατ’ απαίτησιν του ενός και μοναδικού θεού του; Σε ένα σπήλαιο της Κρήτης οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν σε προϊστορικό σπήλαιο, γκρεμισμένο από σεισμό, τα λείψανα μιας ανθρωποθυσίας. Μεγάλο όνειδος για τον ανώτερο μινωϊκό πολιτισμό μας. Κι έρχεται ήδη από τα μέσα του 6ου μ.Χ. αι. η δυτικοευρωπαϊκή τέχνη να απεικονίσει με σκανδαλιστική σωματικότητα το μαρτύριο ενός Αγίου που τον τοξεύουν και τον τιμωρούν για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του. Όπως ήταν φυσικό κι επόμενο, οι καταπιεσμένοι όλοι της Γης, οι μαρτυρούντες για τις ερωτικές τους κλίσεις και πεποιθήσεις βρήκαν τον Άγιό τους. Η περιθωριοποίηση του διαφορετικού, συνεκτικός κρίκος κάθε ομοιογενούς κοινωνίας, κάποτε οδηγούσε τις λεγόμενες «μάγισσες» στις πυρές του Μεσαίωνα, αλλά και τους μελαψούς των Νότιων Πολιτειών της Αμερικής στον μαρτυρικό θάνατο από τις συμμορίες των λευκών ρατσιστών. Οι ομοφυλόφιλοι εξορίστηκαν, εγκλείστηκαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα κι εξοντώθηκαν στις χώρες του υπαρκτού λεγόμενου κομμουνισμού. Η ίδια η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, παρ’ όλο που απαγόρευσε τους γάμους των ιερωμένων της, επιτίθεται ρητορικώς ακόμα και σήμερα εναντίον των υγιών ενηλίκων ομοφυλοφίλων που επιλέγουν να μοιραστούν συναινετικά το κρεβάτι τους με έναν άλλον ενήλικο του ιδίου φύλου.

Στο βιβλίο του διπλωμάτη και λογοτέχνη Γιάννη Σουλιώτη γίνεται μια μοναδική (για τα ελληνικά Γράμματα) αναφορά στον μύθο του Αγίου Σεβαστιανού όπως λατρεύτηκε κι απεικονίστηκε στην Ελληνική Εικονογραφία, στη Δυτική, στην Ανατολική, στη Βυζαντινή Αγιογραφία, καθώς και στην Ελληνική Ζωγραφική. Όσον δε αφορά τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, οι αναφορές στον Άγιο Σεβαστιανό είναι από πενιχρές έως ελάχιστες. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος γράφει τους «Στίχους της Αγίας Αγνής για τον Άγιο Σεβαστιανό» (από τη συλλογή του 1950 «Η εποχή των ισχνών αγελάδων»), ο ποιητής Γιώργος Χρονάς στη συλλογή «Λάμπες» δημοσιεύει το ποίημα «Η άνοδος και η πτώσις του πληθυσμού των λαϊκών συνοικιών» (εκδόσεις Πολύτροπον, 1974) κι ο ταπεινός εγώ ανακράζω «Άγιε Σεβαστιανέ, ο έρωτας στον αιώνα των αιώνων….» στο ομώνυμο ποίημα «Άγιος Σεβαστιανός» από την πρώτη μου ποιητική συλλογή «Ο Πορφυρός Ήλιος του Έρωτα και του Θανάτου» (εκδόσεις Τέχνη και Λόγος, Αθήνα 1987).

Ο Γιάννης Σουλιώτης που γεννήθηκε στον Πόρο, είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών γαλλικού πανεπιστημίου, πρώην βοηθός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νίκαιας και πρώην Πρεσβευτής-Σύμβουλος Αφοπλισμού και Διεθνούς Ασφάλειας, εξαντλεί (;) σε αυτόν τον καλαίσθητο τόμο των εξαιρετικών εκδόσεων Οδός Πανός την εμμονή του με αυτό το εικαστικό και λογοτεχνικό μοτίβο. Οι πολυάριθμες εκπληκτικής παραστατικότητας τετραχρωμίες που κοσμούν αυτό το βιβλίο το καθιστούν (εκτός από δοκίμιο) και λεύκωμα – στολίδι για κάθε συλλέκτη του Εκλεκτού στη Λογοτεχνία και στην Τέχνη.