Με εξαιρετικό μότο από την Παλατινή Ανθολογία, σε μετάφραση Γιώργου Ιωάννου:

«Αφού πρώτα με σκότωσες με τα χέρια σου,

μετά μου έκτισες και τάφο∙

όχι για να με θάψεις, βέβαια, αλλ’

ίνα με κρύψεις.

Αυτό σου εύχομαι κι εσύ να πάθεις»,

Και με αρχή που μακροπερίοδη διαβάζεται με κομμένη την ανάσα, δίνοντας τέμπο και χρώμα και σκότος σε όλη τη νουβέλα, ο Γιάννης Αστέρης υπογράφει με ακρίβεια εντομολόγου τον ψυχικό κόσμο ενός (κάθε) ενοχικού.

Εξάλλου, όπως θα πει ο ίδιος ο Αυγέρης, δράστης και θύμα ταυτοχρόνως, κάποια στιγμή: «Η ιστορία της νεκρής είναι σαφής, η ιστορία των εννέα είναι ακατανόητη, εδώ και μήνες, προσπαθώ να συμπληρώσω τα κενά και ν’ ανακαλύψω τη σχέση της νεκρής με τους εννέα αλλά δεν τα καταφέρνω… γιατί όλοι αυτοί να στραφούν εναντίον μου, τι έχουν να κερδίσουν κτλ»…

Και φυσικά μέχρι το τέλος «η ιστορία των εννέα» θα παραμείνει ακατανόητη. Το μόνο βέβαιον είναι η νεκρή. Και η ιστορία, η οποία στην αρχή θα μας φανεί εντούτοις τόσο απλή:

Το βράδυ της εικοστής έκτης Νοεμβρίου του προπερασμένου έτους, επιστρέφοντας ο αρχιτέκτονας Γιώργος Αυγέρης στο σπίτι από το δείπνο των εννέα (στο σπίτι του δικηγόρου πνευματικών δικαιωμάτων Κώστα Μάρκου), θα βρει τη σύζυγό του νεκρή. Όταν θα ειδοποιήσει την αστυνομία, τρεις μέρες μετά, το όλον ζήτημα θ’ αρχίσει κάπως να περιπλέκεται, εφόσον οι εννέα συνδαιτυμόνες του δείπνου, κι ανάμεσά τους η συντηρήτρια αρχαιοτήτων και ερωμένη του Ελένη, αρχίζουν να του αρνούνται την ύπαρξη του δείπνου ο ένας μετά τον άλλον∙ ακόμα και ο οικοδεσπότης Μάρκου και η οικοδέσποινα Μάρκου, μετά. Σε εκείνον πρώτα, στον δικηγόρο του κατόπιν, στη δίκη του, στη συνέχεια, και απειλώντας τον με μηνύσεις στην πορεία και μάλιστα με μεγάλα χρηματικά ποσά.

Ο αρχιτέκτονας Αυγέρης από το κελί του πια θα χρειαστεί να έρθει αντιμέτωπος με την αρχιτεκτονική της ανθρώπινης ψυχής, με τα ασαφή όρια της αλήθειας και του ψεύδους, με τη διαταραχή της ενοχής που μπορεί να μετατρέψει σε γεγονός την επιθυμία ή τη σκοτεινή ένοχη σκέψη, με τα παιχνίδια της συνείδησης που σε πηγαινοφέρνει από την αθωότητα έως την απόλυτη ενοχή και παραδοχή. Ως ψυχικό φράκταλ, το οποίο και θα μεταβάλει τα πάντα, ακόμη και αυτή καθ’ εαυτήν τη σαθρή θεωρία του περί «του ελαχίστου ίχνους», ένας μοναχός που θα μπει ξαφνικά στην ταραγμένη του ζωή. Ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά (καθόλου τυχαία), ο οποίος μαζί με τον δόκιμο Ιωάννη από μια σύμπτωση χρόνου θα του φορτώσει και τη δική του βαριά ψυχική ενοχή. Ο Τιμόθεος, «μοναχός το επάγγελμα, ράπτης δε το επιτήδευμα», θα αποτελέσει για όσο ζει τον αμείλικτο εχθρό επί της γης. Η αφορμή, ένα κλωνάρι ελιάς που του χαλά τη στέγη του δικού του κελιού στην αρχή και στη συνέχεια οι ερινύες μιας ζωής, της δικής του ζωής, που θα επηρεάσουν και την ασθενική κι ευάλωτη ψυχοσύνθεση του αρχιτέκτονα Αυγέρη: οι συναντήσεις στο δικό του κελί, οι επιστολές του Διονυσίου που θα διαβάζονται σαν προσευχή, η αμφιθυμία του φυλακισμένου απέναντι στον δικηγόρο του, στην ψυχικά ασθενική αδελφή του, στους εννέα του δείπνου και τελικά προς την ίδια  τη νεκρή, και η δίκη που θα επακολουθήσει, θα αποτελέσουν έναν μακράς διαρκείας εφιάλτη.

Το αποτέλεσμα, απρόσμενο. Η λύση στο ελάχιστο ίχνος, στα όρια της αθωότητας και της ενοχής και στην αλληλοεπιρροή. Με τον Διονύσιο θα έρθει το φως στην ψυχή του εγκλείστου και στο κελί, και με τον Διονύσιο θα φύγει.

Μια ιστορία που διαβάζεται απνευστί, ένας παραληρηματικός εσωτερικός μονόλογος βασισμένος σε λογικούς και παράλογους συνειρμούς και στην εσωτερική μας φωνή, μια ψυχική περιπέτεια που παραπαίει σε ό,τι συνέβη και σε ό,τι θα μπορούσε εν δυνάμει και να έχει συμβεί, με ένα δείπνο άλυτο γρίφο, όπως άλυτο αίνιγμα θα παραμείνει μέχρι το τέλος και η όντως ενοχή.

Ένα γοητευτικό βιβλίο που αγγίζει το βιωμένο ψυχικό μας παράλογο. Μια ακόμα ψυχική «θύελλα», εφόσον δεν υπάρχουν όρια σαφή στο γινόμενο και στο εν δυνάμει, στην πραγματική και στην εσωτερική μας ζωή.

Ο Γιάννης Αστέρης γεννήθηκε το 1979 στο Βαχλιώτη Λακωνίας. Σπούδασε Ιατρική στο Ηράκλειο Κρήτης, έγραψε (2001) και σκηνοθέτησε (Θεσσαλονίκη, 2005) το θεατρικό έργο «Σιωπές», και το 2007 δημοσίευσε τη νουβέλα «Η θύελλα», επίσης από τις εκδόσεις «Ίνδικτος».