Ο Κωνσταντίνος Κέλλης –που σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στη Θεσσαλονίκη και δημιουργική γραφή στο Εδιμβούργο–, πρωτοεμφανίστηκε το 2013 με τη συλλογή διηγημάτων «Το Φως Μέσα Μου», η οποία περιελάμβανε δεκατρείς σκοτεινές ιστορίες φανταστικού τρόμου, προκαλώντας πολύ θετικές εντυπώσεις. Η «Νεκρή Γραμμή» αποτελεί μια συνθετικότερη προσπάθεια, καθώς δοκιμάζει τις δυνατότητές του στο μυθιστόρημα, όπου μας επιβεβαιώνει τις συγγραφικές του αρετές.

Το μυθιστόρημα του Κέλλη υποκινείται από την παραδοσιακή πεποίθηση (κυρίαρχη στον προ-νεωτερικό κόσμο αλλά και στις μεταγενέστερες λαϊκές παραδόσεις, φτάνοντας μέχρι τη σύγχρονη εποχή) ότι ο βιολογικός θάνατος δεν συνιστά το τέλος της ύπαρξης αλλά, απεναντίας, οι «ανήσυχοι νεκροί» μπορούν να επιστρέφουν και να αναμειγνύονται στις ζωές των ζωντανών. Αυτή η σχέση μπορούσε να επιφέρει κινδύνους ή οφέλη για τους ζωντανούς, των οποίων οι πράξεις, σε κάθε περίπτωση, όφειλαν να επικεντρώνονται στο να απαλλαγεί το πνεύμα από τα βάρη που είχε αποκτήσει στη ζωή του και να περιέλθει σε κατάσταση γαλήνης. Το εν λόγω μοτίβο αξιοποιήθηκε πολλάκις μυθοπλαστικά, ακόμη κι από έργα μείζονος λογοτεχνικής αξίας, ενώ συχνή είναι η εμφάνισή του στους εορτασμούς που αφορούν στις σχέσεις ζώντων και τεθνεώτων. Στον «Άμλετ» του Σαίξπηρ, για παράδειγμα, το φάντασμα του δολοφονημένου βασιλιά εμφανίζεται στον νεαρό πρίγκιπα ζητώντας εκδίκηση από εκείνους που προκάλεσαν τον θάνατό του – και ο Άμλετ έπρεπε να υπακούσει. Στη Νύχτα των Αγίων Πάντων, γνωστή ως Halloween, στη βόρεια Αμερική, θεωρείται ότι τα προγονικά πνεύματα αναπαριστώνται από τα μεταμφιεσμένα παιδάκια που περιπλανώνται και χτυπούν τις πόρτες των ζωντανών, ζητώντας το κέρασμά τους – και αν δεν ικανοποιηθούν, μπορεί να προκαλέσουν μπελάδες («Treat or Trick»).

Με μία πρώτη ματιά στο εξώφυλλο του καλαίσθητου βιβλίου ήδη προϊδεαζόμαστε ότι στη «Νεκρή Γραμμή» τη δίοδο ανάμεσα στους δύο κόσμους αντιπροσωπεύει μία χαλασμένη τηλεφωνική συσκευή, ένα στοιχειωμένο τηλέφωνο (που θα παίξει αναπάντεχο ρόλο σε μία θανάσιμη σύγκρουση). Οι φωνές των νεκρών επικοινωνούν κυρίως για τρεις λόγους: ζητούν ειρήνη, εξιλέωση ή εκδίκηση.

Η αυλαία ανοίγει με τη βίαιη δολοφονία της Καλίνας και του Κώστα, στενού συνεργάτη του Ιεροκλή Χατζή, ενός μυστηριώδη μεσήλικα ντετέκτιβ στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Μετά από αυτό, ο Χατζής θα αναζητήσει τον νέο του συνεργάτη στο πρόσωπο του Σταμάτη Κόκκινου, ενός πρώην αστυνομικού, για τον οποίο φαίνεται να είναι καλά πληροφορημένος. Ο Κόκκινος αποσύρθηκε από την ενεργό δράση μετά το αυτοκινητικό δυστύχημα που στέρησε τη ζωή στη συνεργάτιδα του και για το οποίο θεωρεί υπεύθυνο τον εαυτό του. Έτσι, η συνεργασία με τον Ιεροκλή θα τραβήξει τον Σταμάτη από τη ρουτίνα της ενοχικής και δυστυχισμένης του ζωής, τοποθετώντας τον όμως ταυτόχρονα μέσα στη δίνη της πιο αλλόκοτης και αποτρόπαιης περιπέτειας που μπορούσε να φανταστεί.

Η τρέχουσα υπόθεση που έχει αναλάβει ο Ιεροκλής Χατζής –η δολοφονία ενός πλούσιου σκηνοθέτη, η σχέση της «εύθυμης» χήρας με τους δολοφόνους– το σκοτεινό προσωπικό του παρελθόν, από το οποίο δεν σταματά να καταδιώκεται, και η ερωτική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Σταμάτη και στην κόρη του ντετέκτιβ, Ράνια –η οποία βρίσκεται, χωρίς να το γνωρίζει, στο επίκεντρο μιας διαμάχης μεταξύ αυτού του κόσμου και του επέκεινα– είναι τα υπόλοιπα βασικά στοιχεία που οδηγούν την υπόθεση αυτού του πολύ δυνατού μεταφυσικού θρίλερ.

Σε αυτή την πρώτη του μυθιστορηματική εμφάνιση ο Κωνσταντίνος Κέλλης καταφέρνει να χειριστεί με μαεστρία το υλικό του, με αφηγηματική άνεση και ευρηματικότητα, στήνοντας μια όμορφα δομημένη πλοκή. Η αρμονική εναλλαγή ανάμεσα στη ρεαλιστική πραγματικότητα και στον ζόφο του φανταστικού, η προσφυής χρήση της αστυνομικής ίντριγκας, οργανικά ενταγμένης στον μύθο του έργου (χωρίς το βιβλίο να κατατάσσεται στο είδος του αστυνομικού), και η έμφαση σε κάποιες λεπτομέρειες που προσδίδουν αληθοφάνεια, μας μεταφέρουν την εντυπωσιακή εικόνα ενός νέου συγγραφέα που, ακόμη κι αν καταπιάνεται με εργαλεία γνώριμα και πολυχρησιμοποιημένα για το είδους του, ωστόσο καταφέρνει να τα ανανεώνει και να τα φορτίζει ξανά, οδηγώντας σε απρόσκοπτη αναγνωστική απόλαυση.

Αν θα έπρεπε να σταθούμε σε κάποιες συγκεκριμένες αρετές, θα διακρίναμε κατ’ αρχήν την πολύ επιτυχημένη τοποθέτηση της υπόθεσης στην πόλη της Θεσσαλονίκης, την οποία ο συγγραφέας φαίνεται να γνωρίζει καλά. Είναι φανερό πως ο Κέλλης έχει τη διάθεση να εμπλέξει μυθιστορηματικά μέσα στην ιστορία του και τη συγκεκριμένη πόλη, τοποθετώντας ορισμένες σκηνές σε γνωστά και κατάλληλα ταιριαστά μέρη, αυξάνοντας έτσι και την προσλαμβάνουσα αληθοφάνεια των σκηνών.

Επίσης, πολύ όμορφα επιτυγχάνεται και η σκιαγράφηση των προσώπων του έργου, τα οποία διαθέτουν διακριτούς χαρακτήρες. Με αναφορές στην ιδιωτική τους ζωή, με αναδρομές στο παρελθόν τους και με προβολές της καθημερινότητας μέσα στην οποία κινούνται, ο συγγραφέας πετυχαίνει να ζωντανέψει τους ήρωές του και να τους καταστήσει στα μάτια μας αυτόνομες υπάρξεις. Είναι χαρακτήρες που φαίνονται τόσο φυσιολογικοί όσο και παράξενοι, κυρίως επειδή είναι οι αλλόκοτες κι ανοίκειες καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται εκείνες που δοκιμάζουν τη φυσικότητά τους.

Στα προσόντα του βιβλίου θα πρέπει να κατατάξουμε και το γεγονός ότι ο μύθος του ξετυλίγεται σταδιακά και ομαλά, αγκαλιάζοντας με τρόπο απόλυτα φυσιολογικό και εξηγήσιμο για τον αναγνώστη τα φανταστικά του στοιχεία. Το φανταστικό όχι μόνο δεν αποτελεί πρόσχημα για την επινοητική διάθεση του συγγραφέα, όχι μόνο είναι ανάγλυφα και επιδέξια παρουσιασμένο, αλλά ακολουθεί ορισμένους απλούς και σαφείς νόμους, σαν να έχουμε να κάνουμε όντως με την πραγματικότητα ενός άλλου κόσμου. Έτσι, όλα διαθέτουν τη λογική τους εξήγηση, μέσα στα πλαίσια του έργου, και  ο αναγνώστης δεν μένει με αναπάντητα ερωτήματα.

Εν τέλει, με τη «Νεκρή Γραμμή» ο Κωνσταντίνος Κέλλης μάς δίνει ένα κείμενο ικανό να αιχμαλωτίσει το ενδιαφέρον και να προκαλέσει αναγνωστική τέρψη σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, εκτός φυσικά από τους λάτρεις της φανταστικής λογοτεχνίας. Άλλωστε ο φόβος του θανάτου, το αίσθημα της απώλειας και ο ανθρώπινος πόνος είναι συναισθήματα που μας αγγίζουν όλους. Τα πριονωτά άκρα της πραγματικής ζωής όταν αναμειγνύονται με την ικανή αφηγηματική τέχνη μπορούν να επιφέρουν ένα τόσο δυνατό όσο και γοητευτικό αποτέλεσμα.