«Δευτέρα 14 Αυγούστου 1939
Μόλις γύρισα απ΄ τη συναυλία, εξουθενωμένος. Με δυσκολία αναπνέω, αλλά αυτό δεν θα το ΄χανα με τίποτα. Die Entführung aus dem Serail, υπό τη διεύθυνση του Καρλ Μπεμ, σε σκηνοθεσία Φέλκερ. Ο Κάουτσκι και ο Ούλριχ Ρόλερ πήραν επίσης μέρος σε αυτό το εγχείρημα που θα μείνει στην Ιστορία. Τι παράσταση! Ο Μότσαρτ δεν είχε ποτέ ερμηνευτεί έτσι. Ήταν θαυμάσιο. Δυνατό. Μεγαλειώδες!» (σελ. 16)
Ο Ότο Στάινερ είναι μουσικοκριτικός. Νοσηλεύεται σε ένα σανατόριο στο Ζάλτσμπουργκ. Μοναδικός επισκέπτης του είναι ο Χανς, που του φέρνει εισιτήρια για το Festpiele (το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ, που διεξάγεται κάθε χρόνο).
«Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 1940
Σήμερα το πρωί, ήρθε και μου χτύπησε την πόρτα ο γιος του επιστάτη. Ο λέβητας επισκευάζεται από προχθές. Βρήκε το ημερολόγιό μου καθώς καθάριζε. Έμεινα ξερός. Μου το επέστρεψε καγχάζοντας. Πώς ξέρει ότι το ημερολόγιο είναι δικό μου; Να το διάβασε;
»Αν προσπαθήσω πάλι να το ξεφορτωθώ, θα φανεί ύποπτο. Οπότε τι; Να το συνεχίσω; Με ποιο σκοπό; Μήπως για να το γεμίσω ψέματα, να καλυφθώ, ν’ απομακρύνω τις υποψίες; Έτσι κι αλλιώς, τι φοβάμαι; Τον βγάζω δεν τον βγάζω τον χειμώνα, άσχετα από τον Χίτλερ. Να γράφω για τον Ντίτερ; Για να τον κάνω να νιώσει ενοχές; Ο πολυαγαπημένος μου γιος δεν νοιάζεται για το τι θ΄ απογίνω. Έφυγε για ν’ αλλάξει τον κόσμο. Μακριά, μακριά από δω. Για να σιγουρευτεί πως δε θα τον βρει το παρελθόν του. Το αστικό του παρελθόν. Δεν τον αδικώ. Το δικό μου παρελθόν μ’ έχει βρει στα σίγουρα, μετά από τόσον καιρό. Το εβραϊκό μου παρελθόν. Κι όλ΄ αυτά, εξαιτίας ενός ηλίθιου ημερολογίου. Κι ενός χαλασμένου λέβητα» (σελ. 42).
Ο Ότο ξεκινά να κρατά ημερολόγιο τον Ιούλιο του 1939. Από τις εγγραφές, δεν μαθαίνουμε πολλά για τη ζωή του, ούτε πριν από το σανατόριο. Το μόνο το οποίο γνωρίζουμε είναι ότι αγαπά πολύ τη μουσική και τον Μότσαρτ: «Μουσική είναι αυτή η ανάσα που διαπνέει τον “Μαγικό Αυλό” πριν ακόμα ακουστεί η παραμικρή νότα. Είναι η αναμονή που προηγείται της ακρόασης. Είναι η ενέργεια, η στάση του σώματος, η συγκίνηση. Δεν έχει να κάνει με τις νότες» (σελ.57). Η νοικάρισσά του, που ενίοτε καθυστερεί το νοίκι, θα είναι η μοναδική άλλη επισκέπτριά του στη διάρκεια αυτού του ημερολογίου. Όμως ο Χανς θα του ζητήσει να τον βοηθήσει στο πρόγραμμα του επόμενου φεστιβάλ. Κι εκείνος θα σκεφθεί πως αυτή είναι ίσως η ευκαιρία να κάνει αυτό που περνά από το χέρι του, για να «σώσει» τον αγαπημένο του Μότσαρτ. Εξάλλου δικό του είναι το φεστιβάλ.
Έτσι αυτός ο ξεγραμμένος (απ΄ την αρρώστια), που δεν είναι ούτε Εβραίος ούτε μη Εβραίος (σελ. 110), ένας Αυστριακός, φθισικού θρησκεύματος (σελ. 133) και περήφανος γι΄ αυτό, θα βρει τον τρόπο να ακουστεί μέσα στο Mozarteum, με ξένο κάλυμμα, το τραγούδι ενός ετοιμοθάνατου στο διπλανό κρεβάτι, μια εβραϊκή μελωδία. Αυτή θα είναι η μοναδική του πράξη αντίστασης, γράφει ο Ότο σε ένα τελευταίο (ανεπίδοτο;) γράμμα στον γιο του.
Ο συγγραφέας προσθέτει μερικές ακόμη εγγραφές στο ημερολόγιο του Ότο, αφήνοντας ανοικτό το τέλος. Η αναφορά στη συνάντηση Μουσολίνι-Χίτλερ στο Πέρασμα του Μπρένερο, με την αποτυχημένη, όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, προσπάθεια του Ότο να δηλητηριάσει τον Χίτλερ, αναδεικνύει το γκροτέσκο της Ιστορίας. Η φροντισμένη ελληνική έκδοση οφείλει πολλά στη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη.