Η απόλαυση της σοκαριστικής αφήγησης
Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αποφανθεί κάποιος σε ποιο είδος ανήκει αυτή η σύντομη νουβέλα σε δύο μέρη του Αργεντινού Ρόκε Λαρράκι. Είναι επίσης σίγουρο ότι πρόκειται για ένα ιδιόμορφο βιβλίο που με τα θέματα που διαχειρίζεται παίζει με τα όρια των αναγνωστών του χαρίζοντάς τους, θέλω να πιστεύω στους περισσότερους, την έκπληξη της απόλαυσης μιας αφήγησης τρομακτικής, σοκαριστικής και ταυτόχρονα προκλητικής.
Το πρώτο μέρος της νουβέλας ανοίγει σε ένα σανατόριο στα προάστια του Μπουένος Άιρες το 1907. Ο γιατρός Κιντάνα, ερωτευμένος όπως και άλλα μέλη του προσωπικού με την προϊσταμένη του νοσηλευτικού προσωπικού, εμπλέκεται σε ένα πείραμα που έχει στόχο να διερευνήσει τη στιγμή του θανάτου, τα λίγα δευτερόλεπτα που χωρίζουν την ανάσα της ζωής από την οριστική παύση της ύπαρξης. Στο δεύτερο μέρος μεταφερόμαστε εκατό χρόνια αργότερα και εστιάζουμε σε έναν διάσημο καλλιτέχνη ο οποίος ωθεί την τέχνη και τον εαυτό του στα άκρα αναζητώντας την τελειότητα στην αισθητική μεταμόρφωση, μετατρέποντας τον εαυτό του σε ένα αμφιλεγόμενο έργο τέχνης.
Είναι δύσκολο να γραφτεί μια σύντομη περίληψη του συγκεκριμένου βιβλίου, γιατί είναι βασικό στοιχείο της απόλαυσής του να μην δοθούν πολλές λεπτομέρειες· ο αναγνώστης πρέπει να βουτήξει στον κόσμο που στήνει ο Λαρράκι ανυποψίαστος και να έρθει αντιμέτωπος μαζί του ξαφνικά. Οι χαρακτήρες του και στα δύο μέρη είναι οριακοί και αμφιλεγόμενοι: οι γιατροί στο σανατόριο, οι υποτιθέμενοι φροντιστές των αρρώστων, αποδεικνύονται μισογύνηδες, ρατσιστές και ανήθικοι με πρόσχημα την πρόοδο και την τιθάσευση της γνώσης, ενώ ο καλλιτέχνης του δεύτερου μέρους της νουβέλας φαίνεται ασυγκράτητος και αδίστακτος όσον αφορά την καλλιτεχνική του δημιουργία και την πρόκληση του κοινού του. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια σύντομη αλληγορία για την εξουσία, τη δύναμη έναντι του άλλου (του φτωχού, του αρρώστου, του λιγότερο ταλαντούχου), με γραφή που αγγίζει το γκροτέσκο και με αφήγηση που συχνά μετατρέπεται σε εξοργιστικό και ταυτόχρονα ειρωνικό σχόλιο για τη δίψα για επιβολή και κυριαρχία της γνώσης, της τέχνης, του “άλλου”.
Και τι ακριβώς είναι ο μητροφάγος του τίτλου; Πρόκειται για ένα φυτό, μας λέει ο αφηγητής, το οποίο έχει εξαφανιστεί πλέον από την Παταγονία και υπάρχει μόνο στην Αγγλία και το οποίο καθώς μεγαλώνει παράγει σκουλήκια τα οποία το καταβροχθίζουν ολόκληρο. Αυτό το φυτό αποτελεί με κάποιο τρόπο τον χαλαρό συνδετικό κρίκο ανάμεσα στα δύο μέρη της νουβέλας και ένα ακόμα σχόλιο του συγγραφέα για τον ίδιο τον κόσμο και την κατάληξή του.