«Αρκεί, όταν πας να κοιμηθείς να βάζεις κάτω από το προσκέφαλό σου ένα όνειρο και το πρωί ξυπνώντας θα ’χεις ανά χείρας δυο. Θα δεις…»
Γιάννης Σκαρίμπας
Το καλοκαίρι του 1969, ο Τόλης Καζαντζής βρίσκεται στη Χαλκίδα με τη γυναίκα του Φανή και τον Γιάννη Στυλιανού, που κατά προτροπή του θα φωτογράφιζε έναν ιδιόρρυθμο αλλά σπουδαίο συγγραφέα, τον Γιάννη Σκαρίμπα.
Τον Απρίλιο του 1984, άρρωστος πλέον ο Τόλης Καζαντζής και δυο μήνες μετά τον θάνατο του Γιάννη Σκαρίμπα, παρασύρει τον Γιάννη Στυλιανού να φτιάξει ένα άλμπουμ με τις φωτογραφίες του Γιάννη Σκαρίμπα και αυτός θα το προλόγιζε, γράφοντας ένα δισέλιδο. Όμως, ο δισέλιδος πρόλογος γίνεται βιβλίο με τίτλο «Μια μέρα με τον Σκαρίμπα». Η πρώτη γραφή ήταν διαλογική. Δεν του άρεσε και το ξανάγραψε σε μορφή αφηγηματική.
Τέλη του 1985, το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Στιγμή, έχοντας στο εξώφυλλο σαν κορδέλα τις τότε φωτογραφίες. Ο εκδότης μ’ ένα αντίτυπο ταξιδεύει αεροπορικώς για Θεσσαλονίκη, για να το παραδώσει στον συγγραφέα. Όμως η βαλίτσα χάνεται και μέρες μετά βρίσκεται στην Κύπρο.
Ίσως το μόνο ταξίδι που έκανε ο Σκαρίμπας να ήταν αυτό. Και αυτό ήταν μια φάρσα!!!
Ο Τόλης Καζαντζής, δικηγόρος και συγγραφέας (1938-1991), από το 1958 προκάλεσε αίσθηση δημοσιεύοντας ποιήματα στο περιοδικό «Διαγώνιος» του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Αργότερα και με τα έργα του «Η κυρά Ελισάβετ», 1975, «Η παρέλαση», 1976, «Η Ενηλικίωση», 1980 και «Οι πρωταγωνιστές», 1983, καθιερώνεται στην πεζογραφία για τη ρωμαλεότητα της γραφής του. Η κορυφαία στιγμή έρχεται το1986, όταν του απονέμεται το κρατικό βραβείο μυθιστορηματικής βιογραφίας για το «Μια μέρα με τον Σκαρίμπα».
Ο Τόλης Καζαντζής μας συστήνει τον Γιάννη Σκαρίμπα, αυτό το «Θείο Τραγί» της ελληνικής λογοτεχνίας, τονίζοντας ευθύς εξαρχής τον εκρηκτικό του χαρακτήρα αλλά και το ανατρεπτικό της σκέψης του.
Στο βιβλίο παρουσιάζει τον Γιάννη Σκαρίμπα λαλίστατο, αυθεντικό, σουρεάλ, ευφυή, με χιούμορ, τρυφερό, ρομαντικό, με φαντασία και χάρη, ενώ η γλώσσα που χρησιμοποιεί αναδεικνύει τον πλούτο και τις ρίζες της, μέσα από ένα συνονθύλευμα αρχαΐζουσας, καθαρεύουσας, ντοπιολαλιάς, ξενόγλωσσων και ιδιότυπων λέξεων, φτιαγμένων από αυτόν για αυτόν, αποδεικνύοντας την άνευ ορίων χρήση της. Τον δικαιώνει καταγγέλλοντας όλους αυτούς τους «πεινασμένους ονειροπόλους και αγράμματους παντογνώστες», που όσο ήταν εν ζωή τον κατέκριναν, ενώ ταυτόχρονα γελοιοποιεί και την comme il faut κοινωνία, που τον ήθελε να είναι σοβαρός, κυνικός, μονότονος και ψεύτικος. Αυτός, που ήταν «ένας άνθρωπος καμωμένος από χάχανα και οι ιδέες του ένα συλλαλητήριο πουλιών».
Το βιβλίο είναι δομημένο έτσι που από το μέσον και μετά στις αφηγήσεις ο Σκαρίμπας ξεπερνά την καθημερινότητα και τον εαυτό του και αρχίζει να μιλά για τον Έλληνα. «Αυτό το τόσο εύκολο προϊόν προς αγορά και πώληση στα χέρια των επιτηδείων», όπως συνήθιζε να λέει. Και αφηγούμενος –ο Τόλης Καζαντζής– διά στόματος Σκαρίμπα, γίνεται ένας μεγεθυντικός φακός όχι μόνο του ανθρώπου αλλά και του συνολικού του έργου, και στήνει μια παρέλαση με σημαιοφόρο τον Σκαρίμπα, τον Μαριάμπα, τον Αντί-Καραγκιόζη τον Μέγα, για να επακολουθήσουν και όλα τα υπόλοιπα βιβλία του με τους ήρωες και αντιήρωές του.
«Πρωταγωνιστές» στο βιβλίο αυτό είναι δύο: Ο Γιάννης Σκαρίμπας που ζωντανεύει στις σελίδες και ο Τόλης Καζαντζής που υποκλίνεται και αποσύρει από το κείμενο τον δικό του τρόπο γραφής –ένδειξη συγγραφικού ήθους ή αναγνώριση της αξίας των άλλων– από θαυμασμό προς το έργο του Γιάννη Σκαρίμπα.
Το βιβλίο επανακυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις Σοκόλη, έχοντας εσωτερικά τις φωτογραφίες του Γιάννη Στυλιανού και στο εξώφυλλο το σκίτσο του Σκαρίμπα από τον συγγραφέα.
Θα μπορούσε το βιβλίο αυτό να λεγόταν «Μια μέρα με τον Σκαρίμπα», διά χειρός Τόλη Καζαντζή.