Η ψυχή τιμωρεί με οδύνες

όσους δε σκύβουμε να ακούσουμε εκείνα

που ψιθυρίζει αυτή η ακαταπόνητη,

η ασυμβίβαστη αύρα μέσα μας

Η Mάρω Βαμβουνάκη γεννήθηκε στα Χανιά, όπου έζησε τα παιδικά της χρόνια. Από εννέα χρόνων ήρθε με την οικογένειά της στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά και ψυχολογία. Από το 1972 και για έντεκα χρόνια έζησε στη Ρόδο, όπου εργάστηκε ως συμβολαιογράφος. Σήμερα ζει στην Αθήνα. Έχει γράψει, μεταξύ άλλων, τα βιβλία: «Ο Παλιάτσος και η Άνιμα», «Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης», «Χορός μεταμφιεσμένων», «Αυτή η σκάλα δεν κατεβαίνει» και, σε κοινό τόμο, «Το Χρονικό μιας μοιχείας», «Ντούλια» και «Ο πιανίστας και ο θάνατος».

Ο τίτλος του βιβλίου της Μάρως Βαμβουνάκη, «Μια μεγάλη καρδιά γεμίζει με ελάχιστα», προέρχεται από μια φράση, μια φωνή μάλλον, του Αντόνιο Πόρτσια, του στοχαστή-ποιητή από την Καλαβρία. Όπως δηλώνει η ίδια, είναι περιττό να εξηγήσει τι σημαίνει αυτή η φράση, γιατί πρόκειται για λόγια που μόνο με όσα ανιχνεύει κανείς μόνος του στην προσωπική του αναπόφευκτη ασκητική, μπορεί να εννοήσει. Πρέπει ο καθένας μας να περάσει από το δρόμο της συναίσθησης, της εσωτερικής εμπειρίας, διότι ακόμη και η λογική δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις στα πιο μεγάλα θέματα της ζωής του ανθρώπου, όπως είναι ο έρωτας, η πίστη, η αγάπη, η τέχνη. Η συγγραφέας καταφέρνει για ακόμη μια φορά να κεντρίσει το ενδιαφέρον μας και να μας κατακτήσει, καθώς μιλά για το σύγχρονο άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες, αυτές που δεν καλύπτει η εποχή του ανικανοποίητου. Στο νέο της αυτό βιβλίο μας αποκαλύπτει το μυστικό της ελευθερίας και συνάμα της ευτυχίας του ανθρώπου, το οποίο είναι να ικανοποιείται με τα ελάχιστα, δηλαδή, με μια μόνο λέξη, η αυτάρκεια. Αναφέρει σχετικά η συγγραφέας: «Με τέτοια ελευθερία από μάταια άγχη, τους ψυχαναγκαστικούς στόχους, πώς να μην αισθάνεται θαυμάσια κάποιος!» Η διπλή αναφορά, μια στην αρχή και μία στο τέλος του βιβλίου, στη γνωστή σε όλους μας  απάντηση που έδωσε ο Διογένης στο Μέγα Αλέξανδρο, όταν ο τελευταίος του πρότεινε να του ικανοποιήσει ό,τι επιθυμεί  «Κάνε λίγο πιο πέρα γιατί μου κρύβεις τον ήλιο», και στη δήλωση του Σωκράτη: «Είμαι ο πιο πλούσιος από όλους σας, περπατώ στην αγορά και δεν έχω ανάγκη τίποτα να ψωνίσω», επαυξάνει και τονίζει τη φράση του ποιητή «Μια μεγάλη καρδιά γεμίζει με ελάχιστα».

Το βιβλίο, πέρα από το εισαγωγικό σημείωμα, χωρίζεται σε τρία μέρη, με το τελευταίο κεφάλαιο να είναι ομώνυμο του τίτλου. Με παρορμητικό τρόπο, σε απλή γλώσσα και με συνειρμική γραφή, η συγγραφέας συνδυάζει τη μυθιστορηματική διήγηση με το απλό δοκίμιο που σχολιάζει όσα απασχολούν το σημερινό άνθρωπο. Η καθαρή και διεισδυτική ματιά της σε συνδυασμό με την πείρα της στο χώρο της ψυχοθεραπείας, μετατρέπουν τη γραφή της σε μοναδικό και πολύτιμο βοήθημα για όλους μας. Μιλά για την ασυνειδησία, τη ζήλεια, το φθόνο, την αγάπη, τις φοβίες, τη δειλία, και γενικά για όλα όσα ταλαιπωρούσαν και ταλαιπωρούν ακόμη περισσότερο το σύγχρονο άνθρωπο, που παραπαίει ανάμεσα σε αυτό που πραγματικά επιθυμεί και στο δισταγμό του να το αποκτήσει. Τα παραδείγματα που αναφέρει βοηθούν στη σύνδεση της θεωρίας με την πράξη. Δυστυχώς, ο σύγχρονος άνθρωπος αποφεύγει συνεχώς να έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του, τις γνήσιες επιθυμίες του, και όχι αυτές που του φορτώνουν οι άλλοι, και γενικότερα με ό,τι πραγματικά νιώθει και ό,τι πραγματικά τον εκφράζει. Αποξενώνεται από τον εαυτό του. Από αυτό πηγάζουν τα περισσότερα προβλήματα, καθώς χάνεται η επαφή με την ψυχή του, η οποία τιμωρεί με οδύνες όσους δε σκύβουν να ακούσουν εκείνα  που ψιθυρίζει.