Ενδελεχές μελέτημα της επαξίως βραβευμένης ποιήτριας και δοκιμιογράφου Ελένης Ηλιοπούλου-Ζαχαροπούλου, η οποία πλησιάζει με ιδιαίτερο δέος, σεβασμό κι αγάπη και χωρίς το επαχθές νυστέρι παθολογοανατόμου την πρωτότυπη και ρηξικέλευθη ποιητική σύνθεση «Ωδή για τον συμπαίκτη» του Γιώργου Γεωργούση, ενός μεγάλου, ευγενικού, διακριτικού κι επώδυνου ποιητή που έφυγε πρόσφατα από κοντά μας για να γλιτώσει ίσως από την αχάριστη μικρότητα και την αγνώμονα μισαλλοδοξία της νεοελληνικής περιρρέουσας ατμόσφαιρας στα χρόνια της Κρίσης.

Η Ελένη Ζαχαροπούλου διαβάζει αυτό το αριστούργημα με τον δικό της γλωσσοκεντρικό υποκειμενικό τρόπο και με άκρα προσοχή να αποφύγει σκοπέλους που πολύ καλά γνωρίζουν οι παροικούντες την υψηλή τέχνη της λογοτεχνικής κριτικής. Όμως η εμβρίθεια και το ποιητικό της τάλαντο τη διασώζουν τελικά από κάθε αμετροέπεια, παρανάγνωση ή ακόμα κι αδόκιμη αναδημιουργία. Η διαδραστική της σχέση με το «πνεύμα του ποιητή» όπως αποτυπώνεται αναλλοίωτα στον εκπεφρασμένο λόγο του παίρνει διαστάσεις «μεταφυσικές» αλλά όχι απαραίτητα θεοκρατικού τύπου, όσο κι αν το κρινόμενο-σχολιαζόμενο έργο αυτό καθ’ εαυτό θα επιδεχόταν και μια τέτοια νόμιμη ανάγνωση. Όχι. Η ελληνοκεντρική γλωσσομάθεια και η αγάπη της για την αρχαία ελληνική διασώζει την ερευνήτρια Ελένη Ζαχαροπούλου από συνήθη στοχαστικά αμαρτήματα κι αναδιπλωτικές αστοχίες. Δεν προβάλλει πάνω στο κείμενο οικεία φαντάσματα, δεν υπερασπίζει ιδεολογήματα αμφιβόλου βεληνεκούς, η θεωρητική της κατάρτιση είναι αρματωσιά και οπλοστάσιο… Όσο δύσκολο κι αν είναι να κρίνεις την κριτική ενός άλλου για το κείμενο ενός τρίτου, γνωρίζοντας από μέσα τις δυσκολίες αυτού του αλχημιστικού πειράματος, μαθαίνεις να ξεχωρίζεις συν τω χρόνω την τιμιότητα των προθέσεων, τις εμφορούμενες αξίες, τα αδιαπραγμάτευτα αξιώματα, τα αποδεικνυόμενα θεωρήματα και τα υποκειμενικά «θέλω» του κριτή. Η Ελένη Ζαχαροπούλου ήδη από τον πρόλογο θέτει τόσο το διακύβευμα όσο και τον πρόλογο. Είναι αυτάρκης κι ευθαρσώς υποστηρίζει τα «ιερά και όσια» της ψυχής της. Δεν παρεκκλίνει ούτε λεπτό, ούτε μοίρα μήτε χιλιοστό από τις αρχές της κι αυτό την καθιστά ιδιαίτερα συμπαθή στον επαρκή αναγνώστη, αρχετυπική σχεδόν στη λεπτουργημένη δραματική διδακτικότητά της. Η Ελένη Ζαχαροπούλου κατέχει τη γλώσσα, γνωρίζει τον λόγο και τον χειρίζεται με την επιδεξιότητα ταχυδακτυλουργού που δεν αφήνει τίποτα κρυφό αφού δεν επιζητεί να μαγέψει τον αποδέκτη της αλλά να τον διδάξει, χωρίς απαραιτήτως να τον νουθετήσει ή και να τον ποδηγετήσει. Δεν είναι τυχαίο που σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως. Όσο για το ίδιο το πρωτογενές κρινόμενο από την ίδια έργο, δεν χρειάζεται να πω εδώ τίποτα παραπάνω, αφού, χωρίς να το εξαντλεί η πνευματική μορφή με το όνομα Ελένη Ζαχαροπούλου, μας παρακινεί να το διαβάσουμε ξανά και ξανά μέχρι τελικής ανασυνθέσεως. Κι αυτό είναι επίτευγμα και κατόρθωμα μαζί [δεν είναι το ίδιο πράγμα τα συνώνυμα…].  Μακάρι να σκύψει με την ίδια αγάπη, φροντίδα, σεβασμό, στοργή, ιεράν οργήν κατά της Αδικίας, πάνω στο έργο και άλλων μεγάλων ποιητών και να το φωτίσει με την καθαρότητα της ματιάς της.

Ελένη Ζαχαροπούλου: μία πανάξια ποιήτρια-δοκιμιογράφος που τιμάει τόσο την υψηλή τέχνη του λόγου όσο και την πνευματικότητα στην αναξιοκρατική, μίζερη κι αναξιοπαθούσα χώρα μας. Βλέπετε οι εξαιρέσεις καμιά φορά διαγράφουν τον κανόνα και τον απαλείφουν από τα χρονοντούλαπα της Ιστορίας. Κι οι αρχαία μια δράκα άνθρωποι ήτανε! Αρκετοί όμως για να αλλάξουν τον ρουν τού Πολιτισμού και να γράψουν Ιστορία για τρεις χιλιετίες μέχρι τώρα! Στο ελάχιστο το μέγιστο. Στην εξαίρεση ο κανόνας. Στο μέρος το Όλον, το Άπαν, το Ταυτόν, το Ένα εν τέλει…