Στη ζωή δεν υπάρχουν όρια…
… Ή μήπως τα όρια φροντίζει να τα θέτει ο κοινωνικός περίγυρος, ακλόνητος από συναισθηματισμούς και πάθη, με μόνο μέλημά του να καταδεικνύει τα κακώς πεπραγμένα για όποιον γυρεύει μια ακόμα αληθινή ανάσα;
Στη νουβέλα του Γιώργου Συμπάρδη, πρωταγωνίστρια είναι η Σοφία, μια κυρία μεγάλης ηλικίας που ζει στην πλατεία Βικτωρίας. Πηγαίνει συχνά στην εκκλησία του Αγίου Παύλου στο Ρουφ, βοηθάει στα συσσίτια και συζητά με τον ιερέα τα προβλήματα της καθημερινότητας. Κάποια ημέρα καθώς γυρνά στο σπίτι της θα συναντήσει τον Σταύρο, έναν εικοσάχρονο νεαρό, που ζει στο ισόγειο της πολυκατοικίας, όπου και η ίδια διαμένει. Δεν μπορεί να παραγκωνίσει το γεγονός ότι ο Σταύρος μοιάζει πολύ με τον ιερέα του Αγίου Παύλου.
Καθώς οι ημέρες περνούν, η Σοφία θα αναπτύξει μια πιο στενή σχέση με τον Σταύρο: του μαγειρεύει, του πλένει, του έχει στρώσει στο σαλόνι και προσπαθεί να τον φροντίζει κατά το δυνατόν περισσότερο. Ανησυχεί τις ώρες που εκείνος βρίσκεται έξω, αφού εμφανίζεται μόνο όποτε και όταν θέλει ο ίδιος. Και η Σοφία βρίσκεται σε μια δίνη όπου αφήνει τον εαυτό της να παρασυρθεί.
Ο Σταύρος αποτελεί για τη Σοφία μια συντροφιά, ακόμα και για τις ελάχιστες στιγμές που εμφανίζεται, η ίδια μαθαίνει από τις γνωστές της που εκκλησιάζονται στον Άγιο Παύλο, ότι μια άλλη ηλικιωμένη κυρία, η Ιουλία Προμπονά, είχε εξαφανιστεί για καιρό από τη λειτουργία γιατί είχε μπλέξει μ’ έναν νεαρό που την εκμεταλλευόταν. Η Σοφία σκέφτεται πώς μπορεί να αντιδράσει, τι πρέπει να αποσιωπήσει, τι να εκφράσει, σε ποιον να μιλήσει, και τι τελικά να αισθανθεί για όλη αυτή την ιστορία.
Η νουβέλα του Γιώργου Συμπάρδη με τον εμβριθή τίτλο «Μεγάλες γυναίκες» αποτελεί μια ρεαλιστική διείσδυση στον κλειστό κύκλο της γειτονιάς και των ομάδων στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Με το ευγενές του αφηγηματικό ύφος ο Συμπάρδης ξεδιπλώνει τα χαρακτηριστικά των ηρώων του με πολύ πειστικό τρόπο, αφήνοντάς τους να δράσουν –και να αντιδράσουν– στην πλοκή που ο ίδιος έχει δημιουργήσει. Η ελλειπτική γραφή συμπυκνώνει το νόημα του βιβλίου, προσδίδοντας τη χαρακτηριστική πινελιά του συγγραφέα, αλλά και προσδίδοντας λογοτεχνική αξία στο έργο.
Καθώς η πλοκή εκτυλίσσεται, υπόγεια οι αφηγηματικοί τόνοι ετοιμάζονται για το κρεσέντο που θα απελευθερώσει ήρωες και συγγραφέα. Προσωπικά, το θεωρώ το καλύτερο έργο του Γιώργου Συμπάρδη, ένθετο με τις εκχυμώσεις της ζωής, αλλά και τη μεστότητα και τη στόφα ενός πολύ αξιόλογου λογοτέχνη.