Ένα κείμενο του Ρομαντισμού
Το όνομα της Mary Shelley φέρνει αμέσως στο νου ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα όλων των εποχών, τον «Φρανκενστάιν». Κόρη του φιλόσοφου William Godwin και της πρωτοπόρου του φεμινιστικού κινήματος Mary Wollstonecraft, σύζυγος του ποιητή Percy Busshe Shelley, μεγάλωσε και έζησε μία ολόκληρη ζωή ανάμεσα σε ανθρώπους του πνεύματος. Η «Ματίλντα» είναι το δεύτερο έργο που έγραψε έπειτα από τον «Φρανκενστάιν». Το κείμενό της –γραμμένο το 1820– δεν εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής της εξαιτίας του θέματος που εξέταζε και το οποίο θεωρήθηκε προκλητικό. Η νουβέλα εκδόθηκε τελικά το 1959.
Η νεαρή πρωταγωνίστρια της ιστορίας μένει ορφανή από μητέρα όταν ήταν βρέφος. Ο πατέρας της, μη μπορώντας να αντέξει την απώλεια της πολυαγαπημένης του συζύγου, αφήνει το μωρό στην αδερφή του και ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Επιστρέφει μετά από δεκαέξι χρόνια και η επανασύνδεση πατέρα-κόρης προσφέρει στιγμές απόλυτης ευτυχίας και στους δυο τους. Έπειτα από ένα διάστημα, όμως, ο πατέρας αρχίζει να γίνεται απόμακρος και επιθετικός με την κόρη του, η οποία αδυνατεί να εξηγήσει την αλλαγή στη συμπεριφορά του. Σε μια προσπάθειά της να τον πλησιάσει, τον πιέζει να της μιλήσει και εκείνος ξεσπάει και της ομολογεί ότι είναι ερωτευμένος μαζί της. Τα αποτελέσματα αυτής της εξομολόγησης είναι τραγικά και για τους δυο τους.
Η νουβέλα είναι γραμμένη ως μία μακροσκελής επιστολή: η αφηγήτρια και πρωταγωνίστρια αποφασίζει να αφηγηθεί προς το τέλος της ζωής της την ιστορία της στον μοναδικό της φίλο. Ξεκινά με την αφήγηση του έρωτα των γονιών της, τα μοναχικά της χρόνια με τη θεία της και συνεχίζει με την ευτυχισμένη επανασύνδεση με τον πατέρα της, για να καταλήξει στα τραγικά γεγονότα που ακολούθησαν μετά την εξομολόγησή του. Με γλώσσα χαρακτηριστική του ρομαντικού κινήματος –μακροσκελείς προτάσεις, παρομοιώσεις, μεταφορές, πλήθος επιθέτων και εικόνων– η συγγραφέας θίγει ένα θέμα ευαίσθητο, την αιμομιξία, έστω κι αν αυτή δεν συντελέστηκε ποτέ. Φυσικό ήταν, για εκείνη την εποχή, ο πατέρας της Shelley να αρνηθεί να εκδώσει το κείμενο της κόρης του.
Πολλά από όσα αφηγείται η πρωταγωνίστρια μπορεί να ξενίσουν τον σημερινό αναγνώστη. Για παράδειγμα, για ποιο λόγο κατηγορεί τον εαυτό της για όσα αισθάνεται ο πατέρας της και γιατί αφήνεται να παρασυρθεί στη δυστυχία; Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ωστόσο, ότι πρόκειται για ένα κείμενο των αρχών του 19ου αιώνα, επηρεασμένο από τη νοοτροπία και τα λογοτεχνικά ρεύματα της περιόδου. Αξίζει να διαβαστεί για τον πλούτο των εικόνων και της γλώσσας του, την οποία μετέφρασε εξαιρετικά η κα Ισμήνη Καπάνταη.