Η γέννηση ενός δολοφόνου

Ανάγκη για έκφραση

Ο Γιώργος Σκούρτης πρωτοεμφανίστηκε στο λογοτεχνικό χώρο το 1970 με το έργο «Οι νταντάδες» στο Θέατρο Τέχνης. Ακολούθησε πληθώρα θεατρικών («Οι μουσικοί», «Οι εκτελεστές» κ.α.) και πεζών έργων («Ο μπάτσος, «Ο τελευταίος», «Το χειρόγραφο της Ρωξάνης» κ.α.). Η μεγάλη επιτυχία του «Κομμάτια και θρύψαλα» παίχτηκε για πρώτη φορά το 1976 σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν και από τότε παίζεται σχεδόν κάθε χρόνο από επαγγελματικούς και ερασιτεχνικούς θιάσους. Με το πλούσιο συγγραφικό του έργο αναδεικνύεται σε έναν από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους έλληνες δραματουργούς και πεζογράφους.

Το βιβλίο του Γιώργου Σκούρτη «Μανιφέστο» είναι το τρίτο μέρος που απαρτίζει την Τριλογία του Κακού. Προηγήθηκε το έργο «Οι τελευταίοι» (1999) και το «Κίλερ-ιστορίες θηρίων» (2004). Στη συγκεκριμένη νουβέλα διαπράττονται 8 φόνοι. Ο δολοφόνος είναι γνωστός από τις πρώτες σελίδες, ο ίδιος γράφει την ομολογία του, το «μανιφέστο», προς τον αστυνομικό που τον καταδιώκει. Ο ήρωας απογοητευμένος από την προσπάθειά του να εκδώσει το βιβλίο του, αλλά και από την κατάσταση στο συγγραφικό και εκδοτικό χώρο, αποφασίζει να καθαρίσει το απαξιωμένο, κατά τον ίδιο, λογοτεχνικό σινάφι. Δολοφονεί συγγραφείς που έχουν γίνει διάσημοι, καθώς κρίνει πως τα βιβλία τους δεν έχουν λόγο ύπαρξης στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Οι φόνοι είναι προσεκτικά σχεδιασμένοι και ιδιαιτέρως «καυστικοί» για την ανωμαλία που διακατέχει τον λογοτεχνικό κύκλο. Η κοινή γνώμη θορυβείται από τον θάνατο τόσων γνωστών συγγραφέων. Όμως οι πράξεις του ήρωα δε σταματούν εκεί. Σκοτώνει την υπεύθυνη ενός εκδοτικού οίκου, που είχε απορρίψει το δικό του βιβλίο και κλείνει την αιματηρή προσπάθειά του με την δολοφονία ενός μεγαλοεκδότη. Μετά τον όγδοο φόνο επιθυμεί να συνεχίσει την δραστηριότητά του, ίσως και στο εξωτερικό, αλλά σταματάει για να μην αποκαλυφθεί. Το κείμενο που φτάνει στα χέρια του αστυνόμου περιγράφει τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια.

Ο Γιώργος Σκούρτης στοιχειοθετεί ένα πρωτότυπο αστυνομικό μυθιστόρημα, καυτηριάζοντας παράλληλα την κατάσταση που επικρατεί στον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο. Μολονότι ο αναγνώστης γνωρίζει εξ αρχής τον δολοφόνο, δεν χάνει τον ενδιαφέρον του και δεν μειώνεται η ένταση του κειμένου. Ο παρατηρητής-αναγνώστης ανυπομονεί για τη σύλληψη του δράστη, για το σάλτο μορτάλε του. Η γλώσσα του Γιώργου Σκούρτη σκληρή και αληθινή είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το ύφος του βιβλίου. Με τη γραφή του ο δημιουργός από την πρώτη σελίδα αρπάζει τον αναγνώστη και τον οδηγεί στα δύσβατα μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής, μιας ψυχής που αγωνιά να εκφραστεί, αλλά η σύγχρονη κοινωνία την καταπνίγει.

Το «Μανιφέστο» αποτελεί την ομολογία κάθε ανθρώπου, που καθημερινά αγωνίζεται να διατηρήσει την ακεραιτότητά του και να εκφράσει τον εαυτό του, αλλά η προσπάθειά του καταλήγει στα σκουπίδια.