«Για την πρόοδο δεν υπάρχει γιατρικό»
Το βιβλίο του Μπενχαμίν Λαμπατούτ Maniac αντιστέκεται σε κάθε κατηγοριοποίηση: μυθιστορηματική βιογραφία του Τζον φον Νόιμαν; Σε ένα βαθμό ναι, αλλά όχι μόνο. Science fiction; Ναι, αλλά όχι με την καθιερωμένη έννοια του όρου – είναι μεν μυθιστόρημα, μυθοπλασία (fiction) για την επιστήμη, δεν είναι όμως φαντασία. Μήπως, τότε, ιστορία της τεχνολογίας; Μυθιστόρημα για τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες; Και πάλι, όχι ακριβώς – γιατί ο στόχος του Λαμπατούτ δεν είναι να εξηγήσει την επιστήμη, είναι να δείξει τις διαφορετικές προσεγγίσεις των επιστημόνων απέναντι στο έργο τους. «Ούτε οι θετικές επιστήμες ούτε οι κοινωνικές είναι ποτέ ουδέτερες, ακόμα κι αν αυτή είναι η φιλοδοξία τους», ισχυρίζεται ένας από τους χαρακτήρες του βιβλίου, ενώ άλλος χαρακτήρας λέει: «η τεχνολογική ισχύς ως τέτοια είναι πάντοτε ένα αμφιλεγόμενο επίτευγμα, τη στιγμή που η επιστήμη είναι πέρα για πέρα ουδέτερη, παρέχοντας μόνο μέσα εξουσιασμού εφαρμόσιμα σε οποιονδήποτε σκοπό. Η επιστήμη είναι αδιάφορη απέναντι σε όλους τους σκοπούς. Τον κίνδυνο δεν τον δημιουργεί η ιδιαζόντως καταστροφική δύναμη κάποιας συγκεκριμένης εφεύρεσης. Ο κίνδυνος είναι εγγενής. Για την πρόοδο δεν υπάρχει γιατρικό».
Κινούμενος σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο ενός δικού του λογοτεχνικού είδους, όπως και στο προηγούμενο βιβλίο του Όταν παύουμε να καταλαβαίνουμε τον κόσμο, o Λαμπατούτ αφηγείται στον Maniac τη ζωή ενός από τους μεγαλύτερους επιστήμονες του εικοστού αιώνα, του Τζον φον Νόιμαν. Ο Νόιμαν δεν υπήρξε pop star της επιστήμης στον βαθμό που υπήρξε ο Αϊνστάιν, η πορεία της ζωής του εμφανίζει ωστόσο αντιστοιχίες με αυτήν του Αϊνστάιν: εβραϊκής καταγωγής, γεννημένος στην Κεντρική Ευρώπη –στην τότε Αυστροουγγαρία–, σπούδασε και έζησε τα νεανικά του χρόνια στην προπολεμική Ευρώπη, και βρήκε καταφύγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, προτού το 1933 οι ναζί απολύσουν τους Εβραίους από τα πανεπιστήμια.
Μια πορεία που αντικατοπτρίζεται στο ίδιο του το όνομα: όταν εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, το Τζον αντικατέστησε το ουγγρικό Γιάνος. Το «φον», τιμή που απονεμήθηκε από τον αυτοκράτορα στον πατέρα του, για την προσφορά του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρέμεινε – παρά την αντιπάθειά του Τζον για τους ναζί, και κατ’ επέκταση για τις αναφορές στη Γερμανία.
Την πορεία αυτή αφηγούνται συνοδοιπόροι του Νόιμαν: συμμαθητές και ανταγωνιστές του, η σύζυγος και η κόρη του, κοντινοί συνεργάτες και μακρινές γνωριμίες. Κάποιοι από αυτούς, ονόματα γνωστά (τουλάχιστον) στον κύκλο της επιστήμης τους και οι ίδιοι: οι νομπελίστες φυσικοί Ρίτσαρντ Φάινμαν και Γιουτζίν Γούιγκνερ, ο θεμελιωτής της θεωρίας των παιγνίων Όσκαρ Μόργκενστερν.
Στις ΗΠΑ ο φον Νόιμαν συμμετέχει στην ομάδα των επιστημόνων που κάνουν δοκιμές για την πυρηνική βόμβα στο Λος Άλαμος. Στις κενές τους ώρες παίζουν (όχι τυχαία) γκο – κινέζικο παιχνίδι, πιο περίπλοκο από το σκάκι.
Ασχολείται με την ανάπτυξη της βόμβας υδρογόνου στη συνέχεια. Υποστηρίζει την ισορροπία του τρόμου στον Ψυχρό Πόλεμο, αναπτύσσοντας θεωρίες που οδήγησαν στη στρατηγική mutual assured destruction (MAD) – αμοιβαία εξασφαλισμένη καταστροφή. Σε αντίθεση με άλλους φυσικούς, όπως ο Οπενχάιμερ («τα χέρια μου είναι βαμμένα με αίμα») και ο Αϊνστάιν, ο φον Νόιμαν τάσσεται υπέρ της πυρηνικής απειλής.
Εκείνο όμως που κερδίζει την προσοχή του είναι οι εξελίξεις στην επιστήμη των υπολογιστών. Ο Νόιμαν έχει δει κατά τη διάρκεια του πολέμου την αξία της υπολογιστικής ισχύος. Έχει μπει μέσα στον ENIAC, τον πρώτο εκείνο υπολογιστή, διαστάσεων δωματίου. Έχει επίγνωση ότι η υπολογιστική ισχύς, εκτός από τον πόλεμο, μπορεί να αλλάξει τη ζωή σε καιρό ειρήνης. Έχει επίγνωση -–ή καλύτερα διαίσθηση;– ότι η εξέλιξη των υπολογιστών θα είναι ραγδαία, οι μηχανές θα φτάσουν να έχουν νοημοσύνη.
Ο Νόιμαν δεν θα προλάβει να δει την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Θα πεθάνει πολύ νωρίς, το 1957. Η εποχή που ένα πρόγραμμα στον Η/Υ θα έχει νοημοσύνη και θα μπορέσει να νικήσει τον άνθρωπο στο γκο, είναι ακόμα πολύ μακριά. Ο Λαμπατούτ κάνει αυτό το άλμα στον χρόνο – μεταφέρεται από το Πρίνστον του 1957, όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο Νόιμαν, στην Κορέα του 21ου αιώνα, όπου η ήττα ενός ανθρώπου, του Κορεάτη πρωταθλητή του γκο Λι Σεντόλ, από το πρόγραμμα AlphaGo βιώνεται ως συντριβή του ανθρώπινου είδους. Ως τομή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αφιερώνει (υπερβολικά;) μεγάλη έκταση να εξηγήσει την απωανατολική παράδοση στο γκο, να μιλήσει για τη ζωή του Σεντόλ, αλλά και του εμπνευστή του προγράμματος AlphaGo Ντέμη Χασάμπη. Να σταθεί στις κινήσεις των ψηφίδων στο γκο – να καταδείξει ποια ήταν πραγματικά δημιουργική.
Το βιβλίο του Λαμπατούτ ανήκει σε μια δική του κατηγορία, και το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για τον συγγραφέα του: ο Μπενχαμίν Λαμπατούτ είναι Χιλιανός, αλλά δεν υπάρχει τίποτα στα θέματα των βιβλίων του που να παραπέμπει στην καταγωγή του, τίποτα που να τον συνδέει με τη μεγάλη λατινοαμερικάνικη πεζογραφική παράδοση. Έζησε κάποια χρόνια της παιδικής του ηλικίας στην Ολλανδία – εμπειρία που δεν αξιοποιείται ευθέως στον αφηγηματικό του λόγο, παρά μόνο το αποτέλεσμά της: στην Ολλανδία έμαθε αγγλικά. Και αυτή είναι η γλώσσα που επιλέγει για να γράψει τον Maniac, το πρώτο του μυθιστόρημα στην αγγλική γλώσσα.