Ξεπερνώντας όλα τα όρια
Η «διαβασμένη» και ευφυής L.S. Hilton, δημοσιογράφος και κριτικός τέχνης, κάνει το εντυπωσιακό ντεμπούτο της -το πρώτο βιβλίο μιας τριλογίας- με ένα μυθιστόρημα γεμάτο βία, σεξ και ιστορία της τέχνης… Η Maestra της, ήτοι «η δασκάλα της τέχνης», απευθύνεται σε σύγχρονες γυναίκες, μορφωμένες, αρκετά σκληραγωγημένες προσπαθώντας να επιβιώσουν στην αγορά εργασίας, απελευθερωμένες σεξουαλικά και κυρίως φιλόδοξες, σχεδόν αδίστακτες, προκειμένου να επιτύχουν.
Η ηρωίδα είναι μία Αγγλίδα που εργάζεται για έναν οίκο δημοπρασιών κλασικών ζωγράφων: είναι κακοπληρωμένη, υποτιμημένη στη δουλειά της παρά το γεγονός ότι έχει πολλές γνώσεις στο αντικείμενο ενώ το αφεντικό της τής φέρεται με απαράδεκτο τρόπο. Παράλληλα, εργάζεται ως συνοδός αντρών σε ένα κλαμπ, για να συμπληρώσει το εισόδημά της. Όταν θα ανακαλύψει ότι ένας πίνακας που ο οίκος σκοπεύει να πουλήσει με μεγάλο τίμημα, είναι πλαστός, θα απολυθεί από την πρωινή της δουλειά. Θα δεχθεί την προσφορά ενός πελάτη του μπαρ και θα τον ακολουθήσει στη Γαλλική Ριβιέρα, όπου θα αρχίσει να ζει τη «μεγάλη ζωή». Ώσπου η ιδέα μιας φίλης της να τον «κοιμίσουν» με υπνωτικά, για να ξεφύγουν για λίγο και να διασκεδάσουν μόνες τους, θα εξελιχθεί πολύ άσχημα…
Από αυτό το σημείο αρχίζει μια σειρά ακραίων γεγονότων στη ζωή της ηρωίδας, ενώ περιπλανάται στην Ευρώπη ως μέλος της «ομάδας» των συνοδών πολυτελείας: νέες γυναίκες που ακολουθούν διάφορους πλούσιους άντρες από ξενοδοχείο σε γιοτ και από πάρτι σε παραλίες, ζώντας με αυτόν τον τρόπο και μαζεύοντας χρήματα, ακριβά ρούχα και δώρα. Στην Ιταλία θα συναντήσει έναν παλιό της γνωστό από τον οίκο δημοπρασιών και θα διαπιστώσει ότι σκοπεύει να πουλήσει τον πλαστό πίνακα σε κάποιον που ξεπλένει χρήμα για τη Μαφία: αποφασίζει να κλέψει τον πίνακα και να πάρει εκείνη τα εκατομμύρια της συναλλαγής. Αλλά για να το επιτύχει, θα πρέπει να βάψει τα χέρια της με αίμα και να χρησιμοποιήσει το κοφτερό (σαν μαχαίρι) μυαλό της για ξεφύγει τόσο από την αστυνομία όσο και από τη Μαφία…
Με γραφή γρήγορη και κινηματογραφική, η «Maestra» διαβάζεται απνευστί μέχρι το τέλος, όχι μόνο γιατί το κείμενο είναι ευκολοδιάβαστο αλλά και γιατί έχει έντονο το στοιχείο του σασπένς για το αν θα αποκαλυφθούν ή όχι οι φόνοι που διαπράττει η ηρωίδα, αλλά και για την τύχη της γενικά. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις αναλυτικές περιγραφές των σεξουαλικών σκηνών (και πιο «προχωρημένων» από τα κλασικά του είδους), καθώς και τις περιγραφές με τα πανάκριβα ρούχα, αξεσουάρ, τσάντες κ.πλ. αλλά και τη «μεγάλη ζωή» σε όλα τα ακριβά ευρωπαϊκά θέρετρα, σε πολυτελή γιοτ και ξενοδοχεία, κάνουν το βιβλίο εξαιρετικά εμπορικό. Για την ακρίβεια, είναι ένας συνδυασμός δημοφιλών εμπορικά ειδών: τα σκανδιναβικά αστυνομικά με βιβλία γυναικείας ερωτικής λογοτεχνίας αλλά και με βιβλία τύπου «Sex and the City». Το εκτεταμένο κομμάτι που αναφέρεται σε στοιχεία από την ιστορία της τέχνης και τον κόσμο των δημοπρασιών έργων, είναι πολύ καλό επίσης, αν και ίσως δεν ενδιαφέρει το ευρύ κοινό παρά μόνο όσους έχουν σχετικές γνώσεις. Σε γενικές γραμμές, η ηρωίδα είναι μια ακραία προσωπικότητα που θα μπορούσε να είναι το alter ego ή το απωθημένο πολλών σύγχρονων γυναικών, εξ ου και θα γίνει ταινία.
Όλα όμως τα παραπάνω, είναι η εντυπωσιακή και απαστράπτουσα «βιτρίνα» του κειμένου: για όποιον θέλει να μείνει εκεί, κανένα πρόβλημα – θα έχει διασκεδάσει με ένα καλογραμμένο και kinky ανάγνωσμα, κλάσεις ανώτερο από ανάλογα του είδους. Πέρα από τη βιτρίνα, η συγγραφέας θέτει ορισμένα ιδιαίτερα αιχμηρά θέματα: ο ταξικός διαχωρισμός και το ταξικό μίσος, η αποκτήνωση που προκαλεί το λυσσαλέο κυνήγι του χρήματος και η λατρεία του υλισμού, η θέση της σύγχρονης γυναίκας σε μια κοινωνία που παραμένει κατά βάση ανδροκρατική. Ειδικά για το τελευταίο, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το όνομα, τα έργα και η ζωή της Αρτεμιζία Τζεντιλέσκι (1593–1653), της Ιταλίδας ζωγράφου του μπαρόκ, «στοιχειώνουν» ολόκληρο το βιβλίο και αποτελούν την έμπνευση και την κινητήριο δύναμη της Maestra…