Το εγκώμιο των επιφανών ανδρών (ή γυναικών) και συνάμα η θέση που διατηρεί γι’ αυτούς η Ιστορία, σπάνια ταυτίζεται με εκείνο που πραγματικά ήταν εν ζωή. Φευ, η μοίρα τους δεν είναι πάντοτε αγαθή.

Η αχλή μυστηρίου που καλύπτει την ανθρώπινη υπόστασή τους άλλοτε αποσιωπάται τεχνηέντως, κάποιες φορές ωραιοποιείται, συνηθέστερα, όμως, υποχωρεί στο παρασκήνιο, ηττημένη από τη μυθοποίηση και την «ειδωλοποίηση» του έργου τους.

Αν είναι τόλμημα, μέγιστης επικινδυνότητας, να γράψει κανείς για τον άνθρωπο Καρλ Μαρξ και όχι για τον εισηγητή και εμπνευστή του επιστημονικού σοσιαλισμού, άλλο τόσο αποτελεί πράξη… πλοήγησης στο σκοτάδι να αναφερθεί στα πρόσωπα που έζησαν πέριξ αυτού· για τους οικείους του, για τους ανθρώπους που συναναστράφηκε, συνέπλευσε και εναντιώθηκε.

Το δίχως άλλο η απόφαση της Ζέφης Κόλια να ρίξει το διαθλαστικό φως της λογοτεχνικής γραφής (και όχι της επιστημονικής ανάλυσης) στη δεύτερη κόρη του, Λώρα, είναι από μόνη της αξιοσημείωτη και αρκούντως δελεαστική.

Καίτοι το βιβλίο επιθυμεί εξαρχής να υπηρετήσει τις διακριτές αρχές της μυθιστορίας, συχνάκις ρέπει προς μια μυθοπλαστική ανάπλαση της ζωής των πρωταγωνιστών. Ευτυχώς που το κάνει!

Είναι ολοφάνερο το υπόβαθρο της διεξοδικής μελέτης των ιστορικών συνθηκών, των πρωταγωνιστών, των πολιτικών και καλλιτεχνικών ρευμάτων στα οποία η Ζέφη Κόλια εντρύφησε πριν ξεκινήσει να γράφει. Και είναι ολοφάνερο, διότι όλα τα προηγούμενα (και κάμποσα άλλα πραγματολογικά στοιχεία) συνδέονται, δρουν εκ παραλλήλου, αναδιατάσσονται σε χρόνο και χώρο. Ο βασικός αρμός, όμως, δεν είναι η απογυμνωμένη –χρονικά– παράθεση γεγονότων, αλλά η ανάδυση του ανθρώπινου στοιχείου, ήτοι: των παθών, των λαθών, των περιπετειών και των εμμονών.

Η συγγραφέας δεν είναι… ιστοριοδίφης που με επιμονή μυρμηγκιού προσπαθεί να στοιχίσει ιστορικά γεγονότα, αλλά πεζογράφος που θέτει ως μέτρο της γραφής της τον άνθρωπο.

Η μορφή του «σεπτού» Καρλ Μαρξ αποκτά σάρκα και οστά. Ο Ένγκελς γίνεται μια φιγούρα οικεία, ο Λένιν διαπερνάει τις γραμμές της ιστορικότητας και φυσικά η Λώρα και ο Πολ Λαφάργκ εμφανίζονται με την πιο ουσιαστική υπόστασή τους: ως ένα ζευγάρι που έζησε μέχρι τέλους την κοινή ιστορία του· μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο (αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν τον Νοέμβριο του 1911).

Το βιβλίο διαμορφώνεται βάσει των αντικειμενικών στοιχείων και των δραματοποιήσεών τους. Η μετάβαση από τις γενικότητες που η Ιστορία προσφέρει στον μελετητή,  στη μερικότητα των πρωταγωνιστών λειτουργεί καθαρτήρια.

Ενδεχόμενα, είναι ένα βιβλίο που μπορεί να «σκανδαλίσει» τους πούρους (sic) κομμουνιστές που διαφυλάττουν τα… άγια των αγίων, σε σεντούκια με κλειδωνιές ασφαλείας. Είναι πιθανό κάποιος ιστορικός να αντιπαραθέσει κάμποσες πηγές που να αντικρούουν το ένα ή το άλλο γεγονός. Όλα αυτά –δυνητικά– μπορούν να συμβούν, όμως δεν αλλάζουν την εμφανή πρόθεση της Ζέφης Κόλια να αφηγηθεί. Να δει τον συγγραφέα του «Μανιφέστου» και του «Κεφαλαίου» πίσω από τις ιδεολογικές γραμμές του. Η βουτιά στις δυσκολίες των Μαρξ, στις εξορίες, στα δραματικά γεγονότα των θανάτων μέσα στην οικογένεια, στους έρωτες και στον ιδεολογικό αγώνα τους, ενυπάρχουν ολοκάθαρα. Όπως, φυσικά, και οι εσωτερικές διαμάχες του εργατικού και σοσιαλιστικού κινήματος, οι φράξιες, οι έριδες μεταξύ συντρόφων, οι ιδεολογικές μετατοπίσεις, αλλά και ο αγνός αγώνας για μια δικαιότερη κοινωνία, καθώς και η αδιάπτωτη μάχη ενάντια στον καπιταλισμό των αστών.

Το πώς θα αναγνώσει κανείς το συγκεκριμένο βιβλίο είναι θέμα προσωπικής «θέασης». Τα πλεονεκτήματά του, όμως, δεν μπορεί να τα αρνηθεί.