Σαν παραμύθι

Από τις διηγήσεις του έκπτωτου σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β’ το 1909 που κρυφακούει, παιδί ακόμα, στην έπαυλη του Αλλατίνι στη συνοικία των Εξοχών έως τις στέπες της Ουκρανίας που διασχίζει όντας λιποτάκτης από τον στρατό. Από φτωχός χαμάλης που μοίραζε γαζέτες στους δρόμους, στα μεγάλα σαλόνια των ευρωπαϊκών πόλεων, πολύτιμος βοηθός του Μπαζίλ Ζαχάρωφ και κοσμοπολίτης. Από διευθυντής της κλωστοϋφαντουργίας «Γόρτυς Α.Ε.» στη Θεσσαλονίκη και συνέταιρος του Βασίλι Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, εργολάβος οικοδομών και μεσίτης κατά τη «λαμπρή» περίοδο της αντιπαροχής.

Αυτή είναι η ζωή του Λευτέρη Ζεύγου, του γιου του κηπουρού, που όνειρό του είχε να ξεφύγει από τη φτώχεια και να ζήσει στη συνοικία των Εξοχών. Θεσσαλονίκη, Ουκρανία, Παρίσι, Πειραιάς, Μασσαλία, Αμβέρσα, Θεσσαλονίκη∙ η διαδρομή του. Μεγάλος πόλεμος, Εθνικός Διχασμός, Β’ Παγκόσμιος, Εμφύλιος. Η μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης το 1917, η εκκαθάριση των Εβραίων από τους Ναζί, ο διωγμός των Ελλήνων από την Πόλη το 1955, η αντιπαροχή… Η Ελλάδα πεθαίνει και αναγεννιέται από τις στάχτες της, αλλάζει μορφή, τίποτα οικείο δεν κρατάει.

Ταυτόχρονα αυτή είναι και η ζωή του Ευγένιου Ζιρντό –το όνομα του πρωταγωνιστή μετά τη λιποταξία του–, που ερωτεύτηκε τη Μίρζα, αλλά την έχασε νωρίς, που μπλέχτηκε με πολλές γυναίκες αλλά δεν παντρεύτηκε καμιά και που διαρκώς ζούσε με παρέα του τη μοναξιά και με ανάμνηση τον έρωτά του για Εκείνη. Την οπτασία με τα λευκά.

Όλα τα παραπάνω ωστόσο αποτελούν τη μυθιστορηματική εκδοχή της ζωής του Λευτέρη Ζεύγου, όπως την αποτύπωσε στο χαρτί ο Ορέστης, ο νεαρός που έχει αναλάβει να διαβάζει βιβλία στον τυφλό πλέον Ζιρντό εν έτει 1979. Μια εκδοχή που μέσα σε μία νύχτα θα αναμετρηθεί σώμα με σώμα με εκείνη της πραγματικής ζωής του ήρωα, όπως ξεπηδάει μέσα από τις μνήμες του. Ποια τελικά από τις δύο είναι η «πραγματική» και ποια εν τέλει θα μείνει εις το διηνεκές διατηρώντας την αξία της;

Ο Ισίδωρος Ζουργός στο βιβλίο του «Λίγες και μία νύχτες» προσγειώνει τους αναγνώστες από το παραμύθι του σουλτάνου στη σκληρή πραγματικότητα της Ελλάδας του 20ού αι. Με τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής του, που βρίθει από ποιητικότητα αλλά και ρεαλισμό, η αφήγηση διατρέχει ολόκληρο τον αιώνα κάνοντας στάση σε σημαντικά ιστορικά γεγονότα που τον σημάδεψαν, ενώ πέρα από την τριτοπρόσωπη αφήγηση, τα ηνία της αναλαμβάνουν οι αρκετές επιστολές του ήρωα, ανεπίδοτες και μη, μέσα από τις οποίες εξελίσσεται η πλοκή και γίνεται γνωστό το παρελθόν, αλλά και το παρόν, των «χαμένων» ηρώων. Χαρακτηριστικό δε, είναι ότι η εικόνα κάθε φορά ολοκληρώνεται –και επιβεβαιώνεται– από αποσπάσματα και ντοκουμέντα παρμένα από τις εφημερίδες της εποχής.

Όσο τα χρόνια περνούν και ο Λευτέρης γερνάει μέσα στη μοναξιά του, στρέφεται –απέλπιδα;– προς τους παλιούς του γνωστούς, χαμένους και εγκαταλειμμένους από καιρό, απευθύνοντάς τους κραυγές βοηθείας. Τίποτα απ’ ό,τι γνώριζε δεν υπάρχει πλέον, τίποτα δεν του είναι οικείο, τίποτα δεν αναγνωρίζει.

Μια περιήγηση στη συνοικία των Εξοχών, που τη θέση τους πλέον έχει πάρει η λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας με πολυκατοικίες να ορθώνονται εκεί όπου κάποτε έστεκαν αγέρωχες, επιβλητικές επαύλεις. Μια περιήγηση στην Ιστορία του 20ού αιώνα μέσα από γεγονότα-σταθμούς που σημάδεψαν την ανθρωπότητα, αλλά και τις προσωπικές ζωές των ηρώων.