«“Ρα-τσι-σμός” διάβασε ο Όλσεν, έχοντας εντοπίσει μες στα χαρτιά του τον ορισμό, “είναι η αιώνια πάλη ενάντια στην κληρονομική ασθένεια, στον εκφυλισμό και στον αφανισμό… η ανάμειξη των φυλών είναι ένα είδος αμφίπλευρης γενοκτονίας”». Νορβηγία, λίγο πριν από το Μιλένιουμ, με τον επιθεωρητή πια Χάρι Χόλε να ζει έναν εφιάλτη και τη χώρα να βλέπει ένα σκοτεινό κομμάτι της Ιστορίας να επιστρέφει: κι όμως για χρόνια ακόμα και οι ιστορικοί θέλησαν να το αποσιωπήσουν, αποκαλύπτοντας τη μισή αλήθεια. Αλλ’ οι βετεράνοι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ακόμα και ως φαντάσματα επιστρέφουν και η κοινωνία επειδή «ξέχασε» γεμίζει νεοναζί και εμφανίζεται διχασμένη.
Το παρελθόν ωσεί παρόν, υπάρχουν κεφάλαια που λαμβάνουν χώρα το 1943 στο μέτωπο, στη μάχη του Λένινγκραντ, και εναλλάσσονται με παρόντες, αλλόκοτους κι ανεξήγητους φόνους. Τα στέκια των νεοναζί πληθαίνουν μαζί με τα χτυπήματα και την ιδεολογία τους που εγκαταλείπει τη μόδα (συγκεκριμένος κώδικας ντυσίματος) για να γίνει πράξη και τους «αγίους της τελευταίας στιγμής» που εκ των υστέρων προσχώρησαν στην αντίσταση. Στο στόχαστρο, εθελοντές που επέστρεψαν, ιστορικοί, μια αστυνομικός και οι μετανάστες, βεβαίως. Η μεταπολεμική Νορβηγία που αναγκάζεται τελικά να θυμηθεί όλα όσα ο Έβεν Γιούουλ, δημοφιλής ιστορικός και πρώην αντιστασιακός, είχε φροντίσει να ξεχάσει, επιλέγοντας να μη γράψει ούτε λέξη για τη γενική συνεργασία με τους Γερμανούς και εστιάζοντας στη μικρή αντίσταση που υπήρχε. Πέντε σελίδες για τη βύθιση του γερμανικού πλοίου Μπλίχερ τη νύχτα της 9ης Απριλίου και σχεδόν καμία για το γεγονός ότι περίπου 100.000 Νορβηγοί προσήχθησαν και καταδικάστηκαν ως προδότες.
Εναλλάσσοντας χρόνους, τόπους και λογοτεχνικά είδη (πρωτοπρόσωπη αφήγηση, τριτοπρόσωπη, επιστολές, αφηγηματικές εκδοχές, ψυχαναλυτικές διαγνώσεις), ο συγγραφέας των αστυνομικών μυθιστορημάτων «Νέμεσις», «Ο λυτρωτής» και «Ο χιονάνθρωπος» φλερτάρει για μια φορά ακόμα αναδεικνύοντας το παρελθόν και την Ιστορία. Ο τίτλος-δάνειο απ’ το πουλί τον κοκκινολαίμη και τον Γκίντμπραν –έτσι τον έλεγαν τότε στο μέτωπο, «κοκκινολαίμη»– που είχε εφεύρει τον πιο γρήγορο κι ανώδυνο τρόπο θανάτου. Τα μεγάλα ατού του βιβλίου, το κομμάτι ιστορίας που αποσιωπήθηκε και η ψυχοσύνθεση των νεοναζί, το φαινόμενο εκείνο της ανθρώπινης βίας που ανθίζει στην ύφεση και στην κοινωνική κρίση.