Άφησε λίγο δηλητήριο στο αίμα σου
Πιστεύω ότι η φαντασία, η συλλογική φαντασία της ανθρωπότητας, είναι μια αχανής ήπειρος που γεννά συνεχώς νέους μύθους και ήρωες, ανακυκλώνοντας και εμπλουτίζοντας το υλικό των πρώτων εκείνων ιστοριών που αφηγούνταν οι άνθρωποι γύρω από τις φωτιές. Γι’ αυτό αγαπώ όλα τα βιβλία φαντασίας, από τα πιο σκοτεινά και παράξενα έως τα πιο εμπορικά για το ευρύ κοινό, και κάθε φορά που ανακαλύπτω ένα καινούργιο, καλογραμμένο μυθιστόρημα του είδους, το οποίο καταφέρνει να με παρασύρει στον κόσμο που δημιούργησε ο συγγραφέας, το απολαμβάνω σαν να είναι το πρώτο μου: το ίδιο συνέβη και με την «Κόκκινη ανατολή», το πρώτο μέρος μιας τριλογίας, ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα φαντασίας που χρησιμοποιεί ως υλικό την ιστορία και τους μύθους σε συνδυασμό με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, αφού διαδραματίζεται στις αποικίες του Άρη στο μέλλον (ένα ακόμα συν, αφού λατρεύω οτιδήποτε έχει σχέση με αυτόν τον πλανήτη).
Στο μέλλον, λοιπόν, η ανθρωπότητα έχει αποικήσει όλους τους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος, ενώ στόλοι με αστρόπλοια διασχίζουν τις τεράστιες αποστάσεις μεταξύ τους. Όμως αυτή η διαπλανητική κοινωνία δεν είναι μια διαστημική Εδέμ αλλά μια απάνθρωπα ταξική κοινωνία, χωρισμένη αυστηρά σε κάστες, βασισμένη στα πρότυπα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Χρυσοί είναι στην κορυφή της πυραμίδας, εξουσιάζουν και απολαμβάνουν τα πάντα. Οι Κόκκινοι είναι στη βάση της: δουλεύουν σαν σκλάβοι στα ορυχεία του Άρη και σχεδόν λιμοκτονούν, όσοι βέβαια επιβιώνουν στις πολύ σκληρές συνθήκες. Ανάμεσά τους και ο ήρωας της «Κόκκινης ανατολής», ο νεαρός Ντάροου: είναι ο καλύτερος «βουτηχτής της κόλασης» όπως αποκαλούν εκείνους που κάνουν την πιο επικίνδυνη δουλειά στα ορυχεία. Όταν θα δει το κορίτσι που αγαπά κρεμασμένο από τους Χρυσούς για μια πράξη ανυπακοής στην καθεστηκυία τάξη, θα αποφασίσει όχι απλά να τους εκδικηθεί αλλά να καταστρέψει την κοινωνία τους. Και ο καλύτερος τρόπος για να καταστρέψεις κάποιον ισχυρό είναι εκ των έσω: θα γίνει ένας Δούρειος Ίππος, αφού με τη βοήθεια μιας επαναστατικής ομάδας θα εκπαιδευτεί ώστε να μοιάζει Χρυσός και θα περάσει στις τάξεις του εχθρού. Αλλά θα βρεθεί παγιδευμένος σε μια δοκιμασία-τελετή ενηλικίωσης από την οποία όλοι οι νεαροί Χρυσοί πρέπει να περάσουν: σε ένα τεχνητό περιβάλλον άγριας φύσης, ένα ορεινό σκηνικό με χιόνι, λύκους και κάστρα, όλοι πολεμούν εναντίον όλων, μέχρι να υπάρξει ένας Πρώτος. Ο Ντάροου θα πρέπει να όχι απλά να επιβιώσει αλλά και να νικήσει. Θα πρέπει να γίνει όχι μόνο ένας από αυτούς αλλά ο καλύτερος ανάμεσά τους…, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει να πραγματοποιήσει την εκδίκησή του – να φτάσει στην κορυφή της πυραμίδας ώστε να την γκρεμίσει.
Καταρχάς θέλω να πω ότι επειδή πάντα πίστευα ότι τα στερεότυπα είναι ανοησίες, χάρηκα που ο χαμογελαστός νεαρός της φωτογραφίας στο αφτί του βιβλίου τα ανατρέπει: το κείμενό του αποτελεί οπωσδήποτε μια πολιτική αλληγορία και μάλιστα με βαθιά ταξική συνείδηση. Και επιπλέον, ο συγγραφέας έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα απόλυτα πειστικό σκηνικό, με χαρακτήρες ολοζώντανους και αναγνωρίσιμους και με δράση που δεν σε αφήνει να αφήνει να πάρεις ανάσα μέχρι την τελευταία σελίδα. Πολεμικές συγκρούσεις και βιαιότητες, συμμαχίες και προδοσίες, ηθικά διλήμματα και δύσκολες αποφάσεις, και ένα συνεχές παιχνίδι κυριαρχίας όπου διαρκώς ανατρέπονται τα δεδομένα. Αν και το βιβλίο είναι σαφώς αυτό που ονομάζουμε εμπορικό, τα όσα συμβαίνουν στις σελίδες του δεν είναι για τους ευαίσθητους και για όσους δεν αντέχουν τη βία. Υπό αυτή την έννοια, θα έλεγα ότι συγγενεύει αρκετά με το “Hunger Games” και το “Games of Thrones”, αλλά δεν είναι προσπάθεια αντιγραφής τους: ο Πιρς Μπράουν δημιουργεί με τη φαντασία του και το ταλέντο του έναν πρωτότυπο μύθο, μια γοητευτική και σκληρή δυστοπία, που κατά την εκτίμησή μου είναι περισσότερο εμπνευσμένη από την ιστορία του Σπάρτακου. Εκτιμώ δε ως πολύ πιθανό η τριλογία να γίνει σειρά ή ταινία και περιμένω με ανυπομονησία το δεύτερο μέρος της, τον Οκτώβριο του 2015. Μέχρι τότε: «Τρόποι, τρόποι, και μετά κάνε στάχτη το βροκατάρατο σπίτι τους».