De Profundis
ή
«Η αποτυχία είναι η μόνη εμπειρία την οποία μπορούμε να φέρουμε εις πέρας, επιτυχώς»
Τόμας Μπέρνχαρντ
O Ίμρε Κέρτες γεννήθηκε το 1929 στη Βουδαπέστη. Το 1944 εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς και το 1945 στο Μπούχενβαλντ. Έχοντας μεταφράσει Φρόιντ, Νίτσε, Χόφμανσταλ κ.ά., είχε γίνει ήδη γνωστός όταν το 1975 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, «Μυθιστόρημα ενός ανθρώπου δίχως πεπρωμένο», που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του αιώνα μας. Τον Οκτώβριο του 2002 βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του – και ήταν ένα Νόμπελ που δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν.
O Ίμρε Κέρτες με την εισαγωγική του πρόταση μάς εντάσσει στη σπείρα του ανθρώπινου είναι, και συνεχίζει σε όλη την έκταση του βιβλίου σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση, επηρεασμένη όχι μόνο από τον Φρόιντ και τον Νίτσε αλλά ιδιαίτερα από τα βιώματά του. Ξεκινά από τις αυτόματες λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού, για να καταλήξει στις πνευματικές διεργασίες που διαμορφώνουν τις κοινωνικές και ατομικές αξίες. Παραδέχεται πως το ένστικτο και το αντιένστκτο είναι δύο αυτόματες λειτουργίες που ευθύνονται για την ανθρώπινη συμπεριφορά, με το αντιένστικτο να υποσκελίζει το ένστικτο, ενώ η γνώση υποσκελίζει και τα δύο. Εντοπίζει πως οι άνθρωποι από συναισθηματική ανάγκη μιλούν συνεχώς, απευθυνόμενοι στο θυμικό των άλλων, εκεί όπου χαράσσονται όλα. Εκεί έχει αποτυπωθεί και η κυρίαρχη σχέση με τους γονείς, υπεύθυνη για τη μετέπειτα συμπεριφορά του ατόμου. Καίτοι οι λέξεις υπό ορισμένες συνθήκες χάνουν το νόημα και τη θερμοκρασία τους. Γίνονται αέρας και απομένουν μόνο οι στείρες πράξεις
Ό ίδιος δουλεύει ακατάπαυστα. Τότε μόνο υπάρχει. Μέσα από την αλληλεξάρτηση /αλληλοσυσχέτιση εργασίας και ύπαρξης, που σημαίνει καταγράφω αυτά που βιώνω, σκέπτομαι, συλλογίζομαι, αμφισβητώ, επαναπροσδιορίζω, καταλήγω, φιλοσοφώ, γνωρίζοντας ταυτόχρονα πως η αλήθεια μπορεί να είναι πλάνη.
Πιστεύει πως η ανθρώπινη ζωή είναι φαινόμενο άγνοιας και αυθαιρεσίας, όπως και ο θάνατος. Άγνοια χαρακτηρίζει και τα αίτια των ανθρωπίνων πράξεων, λόγω της συνέπειας της στιγμής και της αναγκαιότητας του τυχαίου. Ζούμε για να θυμόμαστε -συνεχίζει-, ή για να εξασφαλίσουμε πως υπάρχει κάποιος που νιώθει ντροπή για εμάς ή αντί για εμάς. Ο άνθρωπος είναι πάντα λίγο ένοχος. Είναι ένοχος επειδή επέζησε από το Ολοκαύτωμα και μπορεί να το μετατρέψει σε θρίαμβο, προεκτείνοντάς το και στους απογόνους του. Το Ολοκαύτωμα, όμως, δεν επιδέχεται ερμηνεία, παρ’ όλο που σαν γεγονός έχει δύο. Η μία είναι η ύπαρξή του και η άλλη είναι η πνευματική, η οποία επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Το Ολοκαύτωμα/Άουσβιτς είναι ένα προϊόν παράλογων και ακατανόητων δυνάμεων και αυτό διότι υπάρχει πάντα μια λογική εξήγηση και για το κακό. Ωστόσο, θα παραμείνει σαν ένα πεδίο έρευνας εξαιρετικά καρποφόρο και μια «ασθένεια» από την οποία δεν γιατρεύτηκε κανείς.
Αναφερόμενος στις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, αναγνωρίζει πως μας βασανίζουν και μας προσδιορίζουν κολλώντας επάνω μας ετικέτες. Παιδική ηλικία είναι μια πληγή αυτοκαταστροφική, λέει. Είσαι Εβραίος! Μια ντροπή κολλημένη στο πετσί μου από άλλους. Με καταδιώκει και θα την κουβαλώ μέχρι το θάνατό μου. Όσο απολάμβανα τα προσόντα των «μη Εβραίων» είχα τύψεις για τους Εβραίους, μετά ένιωσα συμπάθεια και τέλος ελεύθερος από αυτή την ιδιότητα μου, που δεν έχει πατρίδα. Για το θάνατό μου δεν έχω σκεφθεί. Πώς θα πεθάνω, σαν Εβραίος, Χριστιανός, ήρωας: Θύμα ή πιστός κάποιου μεταφυσικού χάους;
Και όταν κάποια στιγμή στη ζωή έρχεται ο έρωτας, μας αποσυντονίζει.. Το πάθος του εξαφανίζει τη λογική. Και όταν δεν υπάρχει λογική, είναι ολοκληρωτισμός. Το Άουσβιτς δεν είχε λογική. Έτσι, όταν η γυναίκα μου ζήτησε να κάνουμε ένα παιδί, είπα «Όχι». Δεν μπορούσα να γίνω πατέρας, Θεός ενός άλλου πλάσματος, το οποίο κάποια ημέρα θα έλεγε: «Δεν θέλω να είμαι Εβραίος!».
Φιλοσοφικές τοποθετήσεις ενός λαμπρού μυαλού που βλέπει τα πάντα από απόσταση, σαρκάζει, αυτοσαρκάζεται και ειρωνεύεται με λεπτό χιούμορ, ενώ δεν λείπει και η ποιητικότητα στη γραφή. Σκέπτεται με φρενήρη ρυθμό, χρησιμοποιεί κατά κάποιο τρόπο τη «μαιευτική» πατώντας από τον ένα συλλογισμό στον άλλο και ο αναγνώστης, ακολουθώντας τα ασταμάτητα εγκεφαλικά του κύματα, οδηγείται στα μύχια της ψυχής του. Ένας λαβύρινθος τοποθετήσεων που ξεκινούν από το τυχαίο της ανθρώπινης ύπαρξης, την κοινωνική ετικέτα του ανθρώπου, τη θρησκευτική του ταξινόμηση, τη συνθήκη του γάμου και τέλος την ατομική και τη συλλογική ευθύνη και όσα έγιναν ή μέλλει να επαναληφθούν. Όλα στίγματα, ουλές ανεπούλωτες.
Γιατί να γεννιέται και να τις κουβαλά κανείς;
Η μετάφραση της Μάγκυς Κοέν διατηρεί την ανθρωπιά και την ποιητικότητα αυτού του τόσο ολοκληρωμένου/φιλοσοφημένου κειμένου, κάνοντάς το κατανοητό και εξαιρετικά ευχάριστο.