Ο Δημήτρης Καρακίτσος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Έχει δημοσιεύσει τα έργα: «Οι γάτες του ποιητή Δ.Ι. Αντωνίου» (Το Ροδακιό, 2012), «Βένουσμπεργκ» (Αντίποδες, 2015), «Παλαιστές» (Ποταμός, 2016).

Τα διηγήματα σε αυτή τη συλλογή περιλαμβάνουν σύντομα κείμενα –μισής, μίας ή δύο σελίδων («Η παραλία του Βαρνάβα», «Ο κουλουρτζής»…) –, αλλά και μεγαλύτερα που έχουν έκταση μιας (μικρής) νουβέλας  – όπως η «Μενίππεια φαντασία», «Η περιπέτεια στην Ανταρκτική», «Η εξαφάνιση του καθηγητή Μαγιοράνα». Μια άλλη κατηγοριοποίηση θα περιελάμβανε πιθανόν το «Παγωτό στην προκυμαία», την «Cavatina», «Το πιστόλι και το τραπέζι», μια τρίτη τη «Μουσική του Ερρίκου Ζάνη», «Το πορφυρό πορνείο στο Νταρ ες Σαλάμ», μια τέταρτη «Το φάντασμα πίσω από τις τριανταφυλλιές»,  «Το Ζαΐρ», «Του ουρανού το μέγα πολυκάντηλο», μια πέμπτη τον «Άνεμο στα καντούνια ή Το σαπιοκάραβο», τον «Μαρσύα γδαρμένο στο παγκάκι της πλατείας», τον «Αλτζερίνο», τον «Δολοφόνο στις φοινικιές», τη «Βουβή χάρτινη κιθάρα» και πάει λέγοντας.

Από αυτά τα 28, αν τα μετράμε σωστά, κείμενα αναδύεται η μορφή του Βαρθολομαίου Ολίβιε, ρεσεψιονίστ και διηγηματογράφου, λόγιου και καρμπονάρου που αφηγείται αδιαμφισβήτητα αληθινές ιστορίες (σελ. 37). Ιστορικά πρόσωπα –συνθέτες, λογοτέχνες, επιστήμονες–, ιστορικές περίοδοι, μυθολογία και λογοτεχνικοί ήρωες ζωντανεύουν σε αυτό το βιβλίο, μαζί με οικογενειακές και προσωπικές ιστορίες, τοπία, σημεία και καιρούς της Κέρκυρας – στα περισσότερα διηγήματα εξίσου πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η μουσική. (Σημειώσαμε μια προτίμηση σε έργα του Φρανσίς Πουλένκ, του Εϊτόρ Βίλλα-Λόμπος, του Αρτούρο Μάρκες – επίσης τις αναφορές στη Θεία Κωμωδία του Δάντη.) Η γόνιμη φαντασία παράγει απρόβλεπτες συναντήσεις (όπως του Γυμνασίου Θηλέων Πρέβεζας, του Νταριούς Μιγιώ και του Κώστα Καρυωτάκη), κυμαινόμενη ένταση και αναπάντεχο τέλος (όπως η «βαρκάδα» του Αλέξανδρου Τανσμάν). Άλλοτε η ιδιότητα του αφηγητή μάς «προσγειώνει»  στο παρόν ενός τουριστικού κατά βάση νησιού για να τον «χάσουμε» αμέσως μετά μαζί με την εικόνα που επινόησε – «η ικανότητα της τέχνης να γεννά ή να απαλείφει πραγματικότητες», όπως έγραψε  («Εφημερίδα των συντακτών», 26-28 Οκτωβρίου 2018), κατά τη γνώμη μας πολύ εύστοχα,  ο κριτικός λογοτεχνίας Βαγγέλης Χατζηβασιλείου. Η αυτοαναφορικότητα δεν λείπει, συνεισφέροντας στη λογοτεχνική αξία του κειμένου.