Η φετινή απονομή του βραβείου Νobel στον Patrick Modiano φάνηκε πως ξάφνιασε τόσο τον ίδιο όσο και την παγκόσμια λογοτεχνική κοινότητα. Παρʼ όλο που αναγνωριζόταν εδώ και πολλά χρόνια ως ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς, ο Modiano παρέμενε χαμηλών τόνων και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ τα μεταφρασμένα στο εξωτερικό έργα του ήταν μετρημένα. Το γεγονός της βράβευσης αποτέλεσε αφορμή για την επανακυκλοφορία των μυθιστορημάτων του –επτά τον αριθμό– που είχαν εκδοθεί μέχρι σήμερα στα ελληνικά.
Ανάμεσά τους και το «Βίλα Θλίψη», ένα από τα πρώιμα μυθιστορήματά του, γραμμένο στα 1975, στο οποίο όμως συναντάμε ήδη εκείνες τις γοητευτικές σταθερές που χαρακτηρίζουν και τα μετέπειτα έργα του: την επίμονη αναζήτηση ταυτότητας, τον αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη, το αίσθημα της απώλειας.
Ένας μυστηριώδης νεαρός φτάνει σε ένα καλοκαιρινό θέρετρο με ιαματικά λουτρά, κάπου στη γαλλική επαρχία, κοντά στα ελβετικά σύνορα. Καταλαβαίνουμε πως κάτι, που του προκαλεί έντονο άγχος, τον κρατά μακριά από το Παρίσι: ίσως η πιθανή εβραϊκή καταγωγή του ή ο φόβος της στρατολόγησης για τον πόλεμο της Αλγερίας. Τελικά, αφού περάσει μερικές αργόσχολες μέρες ανάμεσα στους καθωσπρέπει παραθεριστές, θα συναντήσει την Υβόννη, μια όμορφη ηθοποιό που μόλις έκανε το ντεμπούτο της σε μια κινηματογραφική ταινία γυρισμένη στην περιοχή, και τον ομοφυλόφιλο φίλο της, τον γιατρό Ρενέ Μεντ. Ο ίδιος θα επινοήσει για τον εαυτό του μια ψεύτικη ταυτότητα: είναι ο κόμης Βίκτορας Σμάρα, που, μετά τον χωρισμό των γονιών του και τις περιπέτειες του πατέρα του στην Αμερική, μεγάλωσε μαζί με τη γιαγιά του στο Παρίσι.
Τα γεγονότα που ακολουθούν δεν είναι συγκλονιστικά, δίνονται όμως έξοχα από τον συγγραφέα: ένα νυχτερινό πάρτι στη βίλα του σκηνοθέτη Μαδέχα, που θα παρεκκλίνει ξαφνικά προς ένα αλλόκοτο όργιο μεταξύ των παρευρισκομένων, ο τοπικός διαγωνισμός κομψότητας Ιλιγκάν, στον οποίο θα πάρουν μέρος η Υβόννη και ο Μεντ, η βράβευσή τους και η δεξίωση που θα ακολουθήσει, ένα δείπνο στον θείο της Υβόννης, ο οποίος διατηρεί ένα τεράστιο γκαράζ με ανταλλακτικά αυτοκινήτων, οι περίεργες διανυκτερεύσεις στο σπίτι του Μεντ –στη βίλα της θλίψης– ένα μέρος όπου ο χρόνος και η ίδια η ζωή μοιάζουν να βαλτώνουν, και τα αινιγματικά τηλεφωνήματα, στα οποία θα πρέπει να απαντούν, μες τη νύχτα.
Μεταξύ αυτών των περιστατικών, ο ρομαντικός έρωτας ανάμεσα στον Βίκτορα και στην Υβόννη, τα πειράγματα και τα σύντομα ξεσπάσματα που αφορούν στον Ρενέ Μεντ, και τελικά η ανήσυχη ανάγκη του νεαρού πρωταγωνιστή να αναστήσει τα γεγονότα –που έχουν συμβεί χρόνια πριν– αλλά και να προσπαθήσει να ξεδιαλύνει τα κενά της μνήμης και όσα τότε του ήταν άγνωστα (ποια ήταν στην πραγματικότητα η Υβόννη; τι δοσοληψίες και με ποιούς είχε ο Μεντ;) χρωματίζουν τις σελίδες αυτού του μικρού βιβλίου με τη χαμηλόφωνη και υπαινικτική γραφή. Είναι φανερό πως αυτό που προέχει για τον Modiano είναι το ύφος και ο ρυθμός, η ποιητικότητα που μπορεί να προσδώσει στην πρόζα, και το γεγονός ότι το κατορθώνει αυτό με πολύ λιτά εκφραστικά μέσα κάνει το επίτευγμά του ακόμη πιο αξιοπρόσεκτο.
Η «Βίλα Θλίψη» είναι ένα μικρό και κομψό αριστούργημα –όπως και τα περισσότερα έργα του Modiano– στο οποίο η ιστορία είναι εξαρχής βυθισμένη σε ένα ομιχλώδες τοπίο νοσταλγίας και μυστηρίων, σε μια δαιδαλώδη περιπέτεια ενός καμπυλωμένου χρόνου, όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον σμίγουν αξεδιάλυτα, παρασύροντας στις δίνες τους τον αναγνώστη.