Δεν είναι καταστροφή να πεθαίνεις με όνειρα απραγματοποίητα, αλλά είναι καταστροφή να μην ονειρεύεσαι. Δεν είναι ντροπή να μην μπορέσεις να φτάσεις τα αστέρια, αλλά είναι ντροπή να μην έχεις αστέρια να φτάσεις.
Μπέντζαμιν Μαίης
Τα όνειρα είναι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία στη ζωή του ανθρώπου και πιθανόν το πιο άρρηκτα δεμένο με την ψυχή του. Όνειρα, που άλλοτε ανθίζουν τη στιγμή που ο ύπνος ενσκήπτει στον άνθρωπο, και άλλοτε προσδιορίζουν και εκφράζουν τις ελπίδες, τους στόχους και τις ανάγκες του καθενός από εμάς.
Στο μυθιστόρημα του ο Νίκος Θέμελης αφηγείται την πορεία των μελών μιας οικογένειας από την εποχή του Εμφυλίου μέχρι τη σύγχρονη. Στην πρώτη ιστορία μια μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, η Μαριάνθη βλέπει τα όνειρα σαν προμηνύματα των γεγονότων που πρόκειται να συμβούν, καθώς ο Εμφύλιος μαστίζει κυριολεκτικά τη χώρα. Στη δεύτερη ιστορία η Νίκη και ο γιος της, Γιάννης, (κόρη και εγγονός της Μαριάνθης), βλέπουν τα όνειρα ως ελπίδες για κάτι καλύτερο, καθώς έχει ξεσπάσει πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα, λίγο πριν τη δικτατορία. Στην τρίτη ιστορία η Μαρία και η Ανθή, (νύφη και εγγονή της Μαριάνθης), θέτουν τα όνειρά τους ως πόρτα στην ελευθερία, καθώς το σπιτικό τους ταλανίζεται από τις πράξεις του Άγη, συζύγου και πατέρα των δύο γυναικών αντίστοιχα, καθώς η πολιτική σκηνή έχει πέσει λήθαργο. Στην τελευταία ιστορία η Μυρσίνη (εγγονή της Μαριάνθης) θέτει τα όνειρα ως τον αγώνα της να αποδώσει, σαν σύγχρονη Αντιγόνη, την επί γης δικαιοσύνη έξω από νόμους και ηθικές, καθώς η μάστιγα των ναρκωτικών εξαπλώνεται, ενώ ο πολιτικός στίβος στη χώρα έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή.
Οφείλω να ομολογήσω ότι πριν από το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν είχα διαβάσει κάποιο άλλο βιβλίο του Νίκου Θέμελη. Ενθουσιάστηκα! Από την πρώτη στιγμή με κέρδισε η σοβαρότητα και η ειλικρίνεια της γραφής του, ενώ η γλώσσα επενδυμένη με αρκετά στοιχεία της τοπικής διαλέκτου κάνει ακόμα πιο ρεαλιστική τη γραφή. Οι διάλογοι είναι μετρημένοι, προωθώντας την εξέλιξη, αλλά και δίνοντας περισσότερα στοιχεία των χαρακτήρων στον αναγνώστη. Η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο, ενώ από τα κυριότερα σημεία του κειμένου είναι σε δεύτερο πλάνο η απεικόνιση μιας Ελλάδας που έχει βγει από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και αγωνίζεται να βρει την ταυτότητά της ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά.
Το μόνο που θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε στο βιβλίο του Νίκου Θέμελη είναι ότι η τελευταία ιστορία δε μοιάζει τόσο πειστική, όσο οι προηγούμενες, και τρόπον τινά δεν απογειώνει το κλείσιμο του βιβλίου.
Όπως και να ‘χει όμως πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο, γεμάτο από εικόνες, χαρακτήρες καθόλα ανθρώπινους (και ελληνικούς), ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι βιβλία ανάλογα είναι αυτό που ονομάζουμε λογοτεχνία.