Φωτιά και Σκοτάδι
They shaved her head.
She was torn between Jupiter and Apollo.
Bob Dylan
Στην “Πλατιά Θάλασσα των Σαργασσών”, η Αγγλίδα στην υπηκοότητα αλλά μιγάδα στην καταγωγή Τζην Ρυς (1894-1979) για μια ακόμα φορά συντάσσεται με την πλευρά των ηττημένων: των ”διαφορετικών” που συνθλίβονται από τον κοινωνικό ρατσισμό, των σκλαβωμένων σε σχέσεις εξουσιαστικές που τους αφαιρούν κάθε αξιοπρέπεια. Με αφετηρία την Τζέην Εϋρ της Σαρλότ Μπροντέ, καλεί στο προσκήνιο ένα βουβό πρόσωπο του κλασικού μυθιστορήματος και του δίνει φωνή. Συκοφαντημένη, φιμωμένη, περιθωριοποιημένη, η κρεολή Αντουανέτ Κόσγουεϊ – η ψυχικά διαταραγμένη πρώτη σύζυγος του κυρίου Ρότσεστερ, βγαίνει απ’ το σκοτάδι και μας λέει την δική της ιστορία.
Η αφήγηση ξεκινά από τα παιδικά της χρόνια στην Τζαμάικα όπου ζει με τη μητέρα της – μια υπερευαίσθητη γυναίκα που χάνει σιγά-σιγά τα λογικά της, ενώ καθώς μεγαλώνει βιώνει ως μιγάδα την απόρριψη τόσο από τους νέγρους όσο και από τους λευκούς αποίκους. Με την ενηλικίωσή της παντρεύεται τον κύριο Ρότσεστερ, έναν Άγγλο τζέντλεμαν που αποβλέπει στην περιουσία της. Αν και πρόκειται για γάμο συμφέροντος, φαίνεται αρχικά ότι θα καταφέρουν ν’ αγαπήσουν ο ένας τον άλλο.
Όμως όταν ο σύζυγος της μαθαίνει το ιστορικό ψυχασθένειας που υπάρχει στην οικογένεια, στρέφεται εναντίον της θεωρώντας ότι τον παγίδευσε. Η ψυχολογική πίεση που της ασκεί οδηγεί στην εκδήλωση της κληρονομικής τρέλας – εκείνος αποφασίζει να την πάρει στην Αγγλία και να την κρατήσει έγκλειστη στο πατρικό του σπίτι. Με μια καθαρτήρια πράξη καταστροφής και απελευθέρωσης μαζί, η Αντουανέτ βάζει φωτιά στη φυλακή της και κάνει την μεγάλη της έξοδο μέσα στις φλόγες μιας σχεδόν τελετουργικής πυράς.
Με γραφή αιχμηρή σαν μαχαίρι, με γλώσσα συνειρμική και πηγαία που δεν πνίγεται, αντίθετα αναδεικνύεται με την εμμονή της Ρυς στην φόρμα και κυρίως με την υποβλητική δύναμη των συμβόλων, η συγγραφέας χτίζει κάτω από τον λαμπρό ήλιο των τροπικών ένα ”γοτθικό” σκηνικό όπου κυριαρχεί συνεχώς η απειλή. Η οργιώδης βλάστηση που καταπίνει τα πάντα, οι ανελέητες επιδρομές των εντόμων, η μαύρη μαγεία και οι σκοτεινοί οιωνοί, οι οργισμένοι κάτω από το υποταγμένο χαμόγελο νέγροι, οι απάνθρωποι κάτω απ’ την μάσκα της αλαζονικής ευγένειας λευκοί – όλα προμηνύουν τον θρίαμβο του κακού, όχι του μεταφυσικού αλλά εκείνου που με την μορφή του μίσους φωλιάζει στις ψυχές και τις δηλητηριάζει.
Αν και παραγνωρισμένη στην εποχή της η Ρυς, έχει σήμερα κατακτήσει δικαιωματικά την θέση που της αξίζει ως σημαντική εκπρόσωπος της αγγλόφωνης λογοτεχνίας. Το παρόν έργο της ωριμότητάς της που εκδόθηκε το 1966 -μετά από είκοσι χρόνια σιωπής-, ανήκει στο λογοτεχνικό είδος της ”απαντητικής γραφής” όπου οι συγγραφείς αντλούν την έμπνευσή τους από κλασικά κείμενα, με εντελώς καινούρια όμως οπτική. Η μετάφραση του κειμένου αποδίδει με τον καλύτερο τρόπο τόσο την ”στοιχειωμένη” ατμόσφαιρα όσο και το περιεχόμενό του, ενώ η εισαγωγή και το επίμετρο της έκδοσης συνεισφέρουν στην κατανόηση του βιβλίου- εν είδει δεύτερης, βαθύτερης ανάγνωσης.
Η Θάλασσα των Σαργασσών υπήρξε για αιώνες ο φόβος των ναυτικών που διέσχιζαν τον Ατλαντικό: η άπνοια που επικρατούσε στην περιοχή μπορούσε να τους ακινητοποιήσει για μήνες ολόκληρους ακόμα και με μοιραίες συνέπειες, ενώ οι θρύλοι μιλούσαν για πλοία-φαντάσματα παγιδευμένα στα τεράστια φύκια της. Το λογοτεχνικό της αντίστοιχο, η «Πλατιά Θάλασσα των Σαργασσών» της Τζην Ρυς είναι η εφιαλτική no man’s land της Ανυπαρξίας- εκεί παραμένουν εγκλωβισμένες οι αδέσποτες ψυχές που δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να ενταχθούν πουθενά.