«Η Ωραιότερη Ιστορία της Φιλοσοφίας» είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του διάσημου Γάλλου φιλόσοφου και παιδαγωγού Luc Ferry. O Ferry έχει έναν ιδιαίτερο, εύληπτο τρόπο να συμπυκνώνει, να εκλαϊκεύει και να μεταδίδει ολόκληρα πεδία της επιστημονικής του κατάρτισης, είτε αυτά αφορούν στη φιλοσοφία, στους αρχαίους μύθους ή στις πολιτικές ιδέες, και αρκετά βιβλία του έχουν μεταφραστεί και στη χώρα μας. Το συγκεκριμένο βιβλίο έγινε best-seller στη Γαλλία, με την αγγλική του μετάφραση να βρίσκει επίσης μεγάλη απήχηση στον δυτικό κόσμο.

Σε αυτό ο Ferry παρέχει μια γενική, κατατοπιστική εποπτεία της ιστορίας των φιλοσοφικών ιδεών, ικανή να προσανατολίσει αποτελεσματικά, να μυήσει κατά κάποιο τρόπο, ένα ευρύτερο, μη ειδικό κοινό σε αυτό το πεδίο της πολιτισμικής μας παράδοσης (τη Φιλοσοφία) που παραμένει εν πολλοίς μέχρι σήμερα κάπως ασαφές. Τι είναι η φιλοσοφία; Πώς επηρέασε την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας; Σε τι μας χρησιμεύει; Και, την έχουμε άραγε ακόμη ανάγκη;

Μια τέτοια απόπειρα δεν μπορεί παρά να είναι αναγκαστικά εκλεκτική και ο Ferry επιλέγει να σταθεί σε συγκεκριμένα κομβικά ονόματα-οδοδείκτες, που καθόρισαν τις κατευθύνσεις που πήρε η ανθρώπινη σκέψη στον τρόπο που αντίκριζε την εξωτερική πραγματικότητα και τη δική της υποκειμενική εμπειρία μέσα σε αυτήν. Επίσης, χωρίζει την εξέλιξη της φιλοσοφίας σε πέντε μεγάλες περιόδους: στην ελληνική αρχαιότητα, στον Χριστιανισμό, στην εποχή του Ουμανισμού και του Διαφωτισμού, στην εποχή της Αποδόμησης, στη σύγχρονη εποχή της έλευσης ενός δεύτερου Ουμανισμού.

Η ελληνική φιλοσοφία είδε την πραγματικότητα ως μία «κοσμική τάξη», μια αρμονική συνύπαρξη των στοιχείων που την αποτελούν από τις υψηλότερες ιεραρχικά σφαίρες έως την αναζήτηση της σωστής θέσης του ανθρώπου μέσα σε αυτήν. Θέτοντας καίρια ερωτήματα, αρχικά μέσα από μυθολογικές αφηγήσεις και αργότερα παύοντας να επικαλείται θεϊκές αρχές, η ελληνική σκέψη εγκαινίασε εκείνα τα «νοητικά εργαλεία» που θα απασχολήσουν έκτοτε κάθε φιλόσοφο. Η κυριαρχία του Χριστιανισμού έρχεται όταν η κοινωνική πραγματικότητα έγινε πιο σύνθετη και τα χαρακτηριστικά της ατομικής προσωπικότητας βρέθηκαν περισσότερο στο επίκεντρο. Το ζήτημα της ατομικής σωτηρίας «ψυχής τε και σώματι» θα καθορίσει τη διαμόρφωση του χριστιανισμού, κοστίζοντας όμως μια διπλή απώλεια: ο νους θα υποταχθεί πάλι στην πίστη και ο καθορισμός του δρόμου δεν θα είναι πια στα χέρια των ανθρώπων αλλά του Θεού. Σε ένα πολύ ενδιαφέρον κεφάλαιο και δανειζόμενος στοιχεία από το έργο του Χέγκελ «Το πνεύμα του χριστιανισμού και το πεπρωμένο του», ο Ferry αναδεικνύει με εντυπωσιακό τρόπο τη ρήξη που χαρακτηρίζει τον εβραϊκό από τον ελληνικό κόσμο.

Η εποχή του Ουμανισμού θα έρθει για να θεμελιώσει το νόημα της ύπαρξης όχι πια στον Κόσμο ή στον Θεό αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο, στη νόηση και στην ελευθερία του, αναγνωρίζοντας ως πρώτη αρχή την υποκειμενικότητά του. Κατά κάποιο τρόπο όλα ξεκινούν όταν ο Καρτέσιος διατυπώvει το περίφημο «Σκέφτομαι, άρα υπάρχω». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο την αναζήτηση της αλήθειας μέσα από τις διαδικασίες της ανθρώπινης εμπειρίας, αλλά και την αμφισβήτηση κάθε προηγούμενης βεβαιότητας, κάθε δόγματος, είτε ηθικού είτε επιστημονικού. Στον Διαφωτισμό εγκαινιάζεται η πρωτοκαθεδρία του ορθού λόγου, του υποκειμενισμού, και των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενώ ο Ferry δεν παραλείπει να αναφερθεί και στις αντίθετες τάσεις, στην αντεπαναστατική και ρομαντική κριτική, που έρχεται να αντιδράσει στα νέα δόγματα του διαφωτισμού.

Αναφερόμενος στην εποχή της Αποδόμησης, αφού περάσει από τον Σοπενχάουερ, ο Γάλλος φιλόσοφος θα σταθεί ιδιαίτερα στον Νίτσε, που τον θεωρεί άλλωστε –κι όχι μόνο αυτός– ως τον πατέρα κάθε μελλοντικού ρεύματος ριζοσπαστικής ανατροπής, όχι μόνο στην ιστορία της σκέψης αλλά και των τεχνών. Ο Νίτσε θα κατηγορήσει τους διαφωτιστές ότι σταμάτησαν στη μέση του δρόμου, ότι διατήρησαν μεταφυσικές ψευδαισθήσεις (όπως ο ορθολογισμός του επιστημονικού πνεύματος και η υιοθετημένη από τον χριστιανισμό ηθική) και θα διακηρύξει μέσα από τα έργα του το σπάσιμο των ειδώλων, την ανατροπή κάθε δήθεν υψηλού ιδανικού που έρχεται να επιβληθεί έξω από τα πραγματικά ένστικτα της ζωής. Το πέρασμα στη σύγχρονη εποχή μοιάζει να απηχεί τις θεωρίες του Χάιντεγκερ, σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχουν πια σκοποί αλλά μόνο μέσα, στον «κόσμο της τεχνικής», όπου ο σύγχρονος καπιταλισμός με τη μορφή της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ακολουθεί πιστά μια αχαλίνωτη τεχνολογική και λογιστική θέληση για δύναμη.

Τέλος, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά του βιβλίου είναι η απόπειρα του Ferry να περιγράψει στους αναγνώστες του μια επερχόμενη φιλοσοφική εποχή, την ελπίδα της έλευσης ενός δεύτερου Ουμανισμού, που έχουμε ήδη αρχίσει να βιώνουμε, όπου μέσω της απελευθέρωσης των σεξουαλικών σχέσεων και της ελεύθερης αγάπης των δύο φύλων μπορούμε να οδηγηθούμε μέσα από μία νέα υπερβατικότητα νοήματος στη μέριμνα για τη ζωή μας «εδώ κάτω», σε εκείνο το στοιχείο που μας κάνει πραγματικά ανθρώπινους.

Εν τέλει, το μεγάλο προτέρημα του «Η Ωραιότερη Ιστορία της Φιλοσοφίας» είναι ακριβώς ότι ο Ferry καταφέρνει να μας την κάνει τόσο όμορφη αφηγηματικά. Χρησιμοποιώντας μια ζωντανή, άμεση γλώσσα, χωρίς τεχνικούς όρους, και με μία ιδιαίτερη διαλογική μορφή –το βιβλίο έχει γραφεί σε συνεργασία με τον Claude Capelier, που παρακινεί τον συνομιλητή του ρωτώντας, συνοψίζοντας, και προεκτείνοντας τη σκέψη του– παρακολουθούμε ένα εναργές διανοητικό ξεδίπλωμα που κάνει την ιστορία της φιλοσοφίας να μοιάζει περισσότερο με την ιστορία της τέχνης παρά με την ιστορία ενός επιστημονικού πεδίου. Συστήνεται ανεπιφύλακτα!