Το «Η οικογένειά μου και άλλα ζώα» είναι η αυτοβιογραφική ιστορία των παιδικών χρόνων του Τζέραλντ Ντάρελ στο νησί της Κέρκυρας μεταξύ 1935 και 1939. Ο Ντάρελ υπήρξε σε όλη του τη ζωή ένας αφοσιωμένος φυσιολάτρης και ένας από τους πιο σημαντικούς μελετητές και υποστηρικτές της Άγριας Ζωής. Αυτό το πάθος του όμως για τη φυσική ιστορία, τη χλωρίδα και την πανίδα του πλανήτη, διαμορφώθηκε στα χρόνια που έζησε στην Κέρκυρα, όταν η οικογένειά του αποφάσισε να μετακομίσει στο νησί.
Ένα καλοκαίρι, προς το τέλος του Ιουλίου, η οικογένεια Ντάρελ δεν θα μπορέσει να αντέξει άλλο το μουντό, βροχερό κλίμα της Αγγλίας, που φαίνεται να επηρεάζει αρνητικά και τους κατοίκους της, και θα αποφασίσει το μεγάλο βήμα: να μετεγκατασταθεί σε ένα ελληνικό νησί, όπου θα μπορεί να απολαύσει την αναζωογονητική επίδραση του ήλιου και της θάλασσας. Η Κέρκυρα επιλέγεται ως ιδανικός προορισμός και έτσι το ταξίδι αρχίζει. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που περιγράφεται το πέρασμα των θαλάσσιων συνόρων: «κάπου σ’ αυτήν την υδάτινη έκταση που έλαμπε στο φεγγάρι, περάσαμε την αόρατη διαχωριστική γραμμή και μπήκαμε στον λαμπερό σαν καθρέπτη κόσμο της Ελλάδας. Λίγο-λίγο η αίσθηση αυτής της αλλαγής μας κατέλαβε…».
Η οικογένεια αποτελείται από τη «Μητέρα», μια στωικά υπομονετική φιγούρα η οποία ασχολείται κυρίως με τα φυτά και τη μαγειρική της, τον μεγάλο αδερφό Λώρενς που φιλοδοξεί να γίνει συγγραφέας –κι έγινε πράγματι, πρόκειται για τον γνωστό βρετανό συγγραφέα Λώρενς Ντάρελ του «Αλεξανδρινού Κουαρτέτου»–, τον Λέσλι που είναι παθιασμένος με τα όπλα και το κυνήγι, την αδερφή τους Μάργκο που ενδιαφέρεται κυρίως για την εξωτερική της εμφάνιση, και τον μικρό δεκάχρονο Τζέραλντ που κουβαλάει μαζί του μερικές απόχες, σπιρτόκουτα γεμάτα ζουζούνια και βάζα με κάμπιες, και συνοδεύεται από τον μικρό σκύλο της οικογένειας, τον Ρότζερ. Αφού εγκατασταθούν αρχικά σε ένα ξενοδοχείο στη συνέχεια θα αναζητήσουν ένα μεγάλο σπίτι, μια εξοχική έπαυλη, που θα μπορέσει να τους εξυπηρετήσει καλύτερα. Η γνωριμία τους με έναν συμπαθητικό, μεγαλόσωμο ταξιτζή, τον Σπύρο, ο οποίος μετατρέπεται σε κάτι σαν προστάτη της οικογένειας, τους διευκολύνει στις διάφορες υποθέσεις τους στο νησί και τελικά εντοπίζουν και τη «βυσσινιά βίλα» που θα τους φιλοξενήσει.
Εκεί, στον μεγάλο κήπο της βίλας στην αρχή και στους γύρω αγρούς έπειτα, ξεκινούν οι περιπετειώδεις εξερευνήσεις του Τζέραλντ, που δείχνει μια αστείρευτη περιέργεια κι ένα φιλομαθές ενδιαφέρον για κάθε μικρό πλασματάκι της φύσης – κάμπιες, αράχνες, χελώνες, σκαθάρια και χελιδόνια είναι μόνο μερικά από τα πλάσματα που θα του τραβήξουν την προσοχή. Παράλληλα, αρχίζει η γνωριμία και με τους κατοίκους της περιοχής, όπως η γερόντισσα Αγάθη που κάθεται στο κατώφλι του σπιτιού της γνέφοντας μαλλί στο αδράχτι, ο γερο-βοσκός Γιάννης που όλο κι έχει μια αλλόκοτη ιστορία να διηγηθεί, ο μουγκός άνθρωπος-με-τις-χρυσόμυγες που γυρίζει στην ύπαιθρο και στα πανηγύρια, ο πολυμαθής γιατρός Θεόδωρος Στεφανίδης ο οποίος θα γίνει ο πρώτος μέντορας του Τζέραλντ στη Φυσική Ιστορία… Όταν ο Λώρενς σκεφτεί να καλέσει μερικούς φίλους του από την Αγγλία για διακοπές στο νησί, η οικογένεια θα χρειαστεί να μετακομίσει σε μία ακόμη μεγαλύτερη βίλα όπου τα ευτράπελα, οι εξερευνήσεις και οι καινούριες γνωριμίες θα συνεχιστούν…
Με το βιβλίο αυτό πάντως ο Τζέραλντ Ντάρελ, εκτός από φυσιοδίφης, αναδεικνύεται και σε έναν πρώτης τάξεως αφηγητή. Από τις πρώτες κιόλας γραμμές πετυχαίνει να κερδίσει τον αναγνώστη με την καλογραμμένη, άνετη και ψυχαγωγική του πρόζα. Στα μεγάλα του προτερήματα καταγράφεται το γεγονός ότι η ανάγνωση είναι ταυτόχρονα διασκεδαστική και ενδιαφέρουσα, καταφέρνοντας να παρασύρει τον αναγνώστη σε όσα εξιστορούνται με έναν τρόπο αποκαλυπτικό και ευχάριστο.
Τα πραγματολογικά στοιχεία, χωνεμένα στην αφήγηση, φιλοτεχνούν μια λαμπρή τοιχογραφία της επαρχιακής Κέρκυρας εκείνης της εποχής, ενώ οι σχέσεις μεταξύ των προσώπων είναι εκείνες που διαγράφονται κυρίως με έντονο χιούμορ. Το μεγάλο όμως χάρισμα του συγγραφέα είναι ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρει στον αναγνώστη την αγάπη του για τον κόσμο της φύσης, το πώς μεταλαμπαδεύει το ενδιαφέρον για τα κάθε λογής πλάσματα, το πώς ξεδιπλώνει, μέσα από τη ματιά ενός δεκάχρονου παιδιού, τη σαγηνευτική επίδραση εκείνης της παράξενης και εν πολλοίς ξεχασμένης επιστήμης που ονομάζεται Φυσική Ιστορία.
Καταλήγοντας, το «Η οικογένειά μου και άλλα ζώα» είναι ένα βιβλίο που, εφόσον το αγαπήσεις, δύσκολα το αφήνεις από τα χέρια σου, φαντάζει ένα βιβλίο ιδανικό για νεαρούς αναγνώστες όσο και για μεγαλύτερους, και φυσικά ένα τέλειο ανάγνωσμα για το καλοκαίρι. Ανακαλύψτε το!