Ο Γουίλιαμ Χάρντι Μακνίλ σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όπου και σταδιοδρόμησε ακαδημαϊκά. Θεωρείται κορυφαία μορφή της ιστορικής επιστήμης και πρωτοπόρος στο άνοιγμά της σε παγκόσμια κλίμακα. Το 1944 βρέθηκε, ως βοηθός στρατιωτικός ακόλουθος του Αμερικανού πρέσβη, στην Αθήνα, όπου και υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας των Δεκεμβριανών. Στην Ελλάδα έμεινε έως τον Ιούνιο του 1946, ζώντας από κοντά την αναζωπύρωση του εμφύλιου διχασμού, μια εμπειρία που τον σημάδεψε ανεξίτηλα και τον έδεσε στη χώρα μας για όλη του τη ζωή. Έκτοτε δεν παρέλειψε να παρακολουθεί τις εξελίξεις στη χώρα μας και να την επισκέπτεται τακτικά. Το κυρίως επιστημονικό έργο του δεν αφορά την Ελλάδα. Έγινε αρχικά γνωστός με το μνημειώδες έργο «Η άνοδος της Δύσης» (1963). Συγγραφέας τριανταπέντε βιβλίων και δεκάδων άρθρων, έφυγε πλήρης ημερών το 2016.

Στο βιβλίο του «Η μεταμόρφωση της Ελλάδας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», γραμμένο τη διετία 1976-1977, συμπυκνώνει τα πορίσματά του για τη χώρα μας. Ο Μακνίλ ανατέμνει ένα φαινόμενο που δεν έχει προηγούμενο στην Ιστορία της Ελλάδας, τη μεταμόρφωση του ανθρώπινου βίου που συντελέστηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με άλλα λόγια, πρόκειται για τη μετάβαση στη νεωτερικότητα. Ο Μακνίλ αναλύοντας την Ελλάδα ανακαλύπτει σε αυτήν στοιχεία που την καθιστούν ιδιαίτερη και αξιοσημείωτη. Τούτο το επιτυγχάνει συνδυάζοντας την πολιτική ιστορία και την κοινωνιολογική ματιά με μια ανθρωπολογική προσέγγιση και ένα εντελώς πρωτότυπο για την εποχή και τη χώρα «οικολογικό» ερμηνευτικό πλαίσιο το οποίο εδράζεται πάνω στη γεωγραφία, τη δημογραφία και την παραγωγή.

Ως κομβικά στοιχεία του συναρπαστικού ψυχογραφήματός του για την Ελλάδα,  θα επισημάνουμε: α) την οξυδερκή κοινωνιολογική ανάλυση του τρόπου με τον οποίο συνδυάζονται παράδοση και νεωτερικότητα, τόσο στην ύπαιθρο όσο και στον αστικό χώρο β) την πρωτότυπη ιστορική ερμηνεία του ελληνικού Εμφυλίου, που επικεντρώνεται σε παράγοντες όπως η γεωγραφία, το κλίμα, η διαφορά ορεινών και πεδινών περιοχών και η σημασία ενός τόπου να θρέψει ολόκληρο τον πληθυσμό του γ) τη μοναδική «ψυχογραφική» ανάλυση της δισυπόστατης φύσης της νεοελληνικής ιδιοσυγκρασίας και συνεπακόλουθης σύγκρουσης ανάμεσα στην ηρωική/ρομαντική της διάσταση από τη μία και την πρακτική/εμπορική από την άλλη και δ) την περιγραφή της Ελλάδας στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν συνυπήρχαν δίπλα δίπλα το αγροτικό και το αστικό στοιχείο. Πρόκειται για μια εξαιρετικά ζωντανή και ενδιαφέρουσα αφήγηση, που δείχνει πόσα πράγματα έχουν αλλάξει μέσα στα τελευταία σαράντα χρόνια, αλλά και πόσα παραμένουν αμετάλλακτα.

Όπως έγραψε σε ένα άρθρο το 1981, ο ρόλος των ιστορικών δεν είναι απλώς να τεκμηριώνουν με κάθε λεπτομέρεια το οτιδήποτε έγινε στο παρελθόν, αλλά να συνθέτουν τα πορίσματά τους έτσι ώστε να δομούν αφηγήματα που να βοηθούν τις κοινωνίες να ξεπεράσουν τα εμπόδια που ορθώνονται μπροστά τους και να προοδεύουν.

Ο Μακνίλ καταθέτει με συναρπαστική γραφή μια ολοκληρωμένη ματιά στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία.  Πρόκειται για ένα εξαιρετικά επίκαιρο βιβλίο που δίνει πολλές απαντήσεις για σύγχρονες αβεβαιότητες.