«Όποιος κυβερνάει τους πάντες και τα πάντα είναι Καίσαρας. Έχουν κι άλλο όνομα όμως γι’ αυτό, το λένε Res publica, που σημαίνει όλους τους ανθρώπους και όλα τα πράγματα: τους σκλάβους και τους ελεύθερους, τους στρατιώτες και τα στρατόπεδά τους, τους ιερείς και τους ναούς, τους συγκλητικούς και τους νόμους που φτιάχνουν, τους δικαστές και τα δικαστήρια, κι ακόμη μεγάλο μέρος της γης, τους δρόμους κι αυτούς που τους συντηρούν, το νερό κι όσους φροντίζουν για τη διανομή του. Ακόμη κι ο ουρανός πάνω από τη γη τους είναι Res publica» (σελ. 54).
Ο γεννημένος το 1942 Ιταλός Βαλέριο Μάσιμο Μανφρέντι είναι αρχαιολόγος, ιστορικός, δημοσιογράφος, συγγραφέας, δοκιμιογράφος και μελετητής του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια στην Ιταλία και στο εξωτερικό, και έχει δημοσιεύσει πολυάριθμα άρθρα και δοκίμια σε ακαδημαϊκά περιοδικά και εφημερίδες. Έχει γράψει πάνω από 30 μυθιστορήματα και ιστορικές μελέτες, που έχουν τιμηθεί με σημαντικά βραβεία και έχουν πουλήσει περισσότερα από 12 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Επίσης, έχει γράψει σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς και ντοκιμαντέρ.
Βρισκόμαστε στη Γερμανία λίγα χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού, όπου η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία φιλοδοξεί να επεκτείνει την κυριαρχία της στα γερμανικά εδάφη από τα υπάρχοντα φυσικά σύνορα του ποταμού Ρήνου στα σύνορα του Έλβα. Δύο αγόρια, οι πρίγκιπες Άρμιν ή Ίρμιν ή Χέρμαν και Γουλφ (φανταστικό όνομα), γιοι του Σίγκμερ, αρχηγού των Χηρούσκων, της ισχυρότερης γερμανικής φυλής και της Ζιγκλίντε (φανταστικό όνομα), κόρης ενός αρχηγού των Σούγαμβρων, παίζουν μία ηλιόλουστη μέρα και θαυμάζουν τον ρωμαϊκό «δρόμο που δε σταματάει ποτέ». Όταν αιχμαλωτίζονται από μία ρωμαϊκή περίπολο, η μοίρα τους φέρνει στη Ρώμη στην οποία εκπαιδεύονται και μεγαλώνουν σύμφωνα με τα ρωμαϊκά ήθη, έθιμα και παραδόσεις. Συναντούν τον ίδιο τον Καίσαρα, συχνάζουν στα λουτρά και σε ιδιωτικές βίλες, μαθαίνουν λατινικά και διορίζονται ως υπεύθυνοι επιβολής τάξης σε ρωμαϊκό ναυπηγείο.
Αποκτούν ρωμαϊκά ονόματα, Αρμίνιος και Φλάβους (ξανθομάλλης), ενώ ο Άρμιν γίνεται Ρωμαίος πολίτης, ιππέας και διοικητής των βοηθητικών του Τιβέριου Καίσαρα. Καθοριστικό ρόλο στη ζωή τους θα διαδραματίσει ο εκατόνταρχος Μάρκος Καίλιος Τάουρος της Δέκατης όγδοης αυτοκρατορικής λεγεώνας. Οι δρόμοι των δύο αδερφών χωρίζουν καθώς εκστρατεύουν σε διαφορετικά μέτωπα, στη Γερμανία, στην Αντιόχεια, στη Ρόδο και στη βόρεια Γαλατία. Σε μία από αυτές στη Γερμανία, ο Άρμιν συναντάει ξανά τον πατέρα του και τον αδερφό του. Ο Φλάβους παντρεύεται τη Γερμανίδα Βατίνια και αποκτάει έναν γιο, τον Ιταλικό, ενώ ο Αρμίνιος νυμφεύεται τον παιδικό του έρωτα, την επίσης Γερμανίδα Θουσνέλντα με την οποία θα αποκτήσει έναν γιο, τον Τούμλιχ.
Ο Άρμιν, σε αντίθεση με τον αδερφό του, δεν ξέχασε ποτέ τις γερμανικές του ρίζες και τον πατριωτισμό του και όταν πεθαίνει ο πατέρας του, εκλέγεται μυστικά αρχηγός των Χηρούσκων, ενώ ταυτόχρονα θεωρείται ο πιο έμπιστος του Ρωμαίου διοικητή Πόπλιου Κοϊντίλιου Βάρου. Έτσι, το φθινόπωρο του 9 μ.Χ. ο 25χρονος Αρμίνιος ξεγελάει τον Βάρο και επικεφαλής των Χηρούσκων και των υπολοίπων συμμαχικών γερμανικών φυλών (Βρούκτεροι, Χάττες, Μαρσούς, Μπερσέκ) συντρίβει με ένα λουτρό αίματος στη μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού τρεις λεγεώνες, έξι κοόρτεις και τρεις πτέρυγες ιππικού σφαγιάζοντας και αιχμαλωτίζοντας πάνω από 20.000 επίλεκτους Ρωμαίους στρατιώτες.
«Έτσι είναι φτιαγμένη μια λεγεώνα: χιλιάδες κοντά, κοφτερά σπαθιά. Ο σχηματισμός που έρχεται σ’ επαφή με αυτό το γεμάτο αιχμές μέτωπο γδέρνεται, σκίζεται, κομματιάζεται, ματώνει παντού, αποδυναμώνεται και ουρλιάζει από τον πόνο. Έχεις δει ποτέ πολεμιστή να τον κουβαλάνε στο χωριό από το πεδίο της μάχης πλημμυρισμένο από την κορφή μέχρι τα νύχια στο αίμα; Έχεις ποτέ προσέξει το στήθος του πατέρα μας; Όλες εκείνες οι ουλές… ένα μόνο πράγμα σημαίνουν: τόσο ο πρώτος όσο κι ο δεύτερος αναμετρήθηκαν με τη λεγεώνα» (σελ.91).
Στη συνέχεια ο Άρμιν γίνεται αρχιστράτηγος των γερμανικών φυλών, ανώτατος αρχηγός των γερμανικών δυνάμεων, μοναδικός αρχηγός όλων των γερμανικών εθνών και οραματιστής μιας μεγάλης Γερμανίας ενωμένης και ανεξάρτητης. Ακολουθεί η εξιστόρηση των αναμετρήσεών του με τον Ρωμαίο στρατηγό Γερμανικό στον Βισούργιο ποταμό αρκετά χρόνια αργότερα και το τραγικό τέλος του από τους ομοεθνείς του στην προοπτική να χριστεί και βασιλιάς των Γερμανών. «Λένε ότι με τη μάχη του Τευτοβούργιου Δρυμού η Ρώμη έχασε τη Γερμανία και η Γερμανία έχασε τη Ρώμη» (σελ. 420).
Το ιστορικό αυτό μυθιστόρημα είναι μία βιογραφία του Αρμίνιου με έμφαση σε μία από τις καθοριστικότερες μάχες του αρχαίου κόσμου ανάμεσα σε δύο πανίσχυρες δυνάμεις, τον εισβολέα στα γερμανικά εδάφη (Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία) και τους υπερασπιστές τους (τα ενωμένα γερμανικά έθνη υπό τον Αρμίνιο). Η βαρύνουσα σημασία της ήττας των Ρωμαίων μπορεί να μην κατάφερε να ενώσει τη Γερμανία υπό την αρχηγία του πρόωρα αδικοχαμένου Αρμίνιου, κάτι που κατόρθωσε οκτώ αιώνες αργότερα ο Καρλομάγνος, συνετέλεσε όμως στη διατήρηση των συνόρων και της ελευθερίας των γερμανικών φυλών, καθώς και στην ανάπτυξη, στην πρόοδο και στην τεχνογνωσία των γερμανικών εθνών από τα αναρίθμητα ρωμαϊκά λάφυρα της μάχης.
Οι περιγραφές και οι εικόνες είναι τόσο απολαυστικές σαν ο αναγνώστης να παρακολουθεί κινηματογραφική ταινία. Οι εξαιρετικές ιστορικές και τοπογραφικές γνώσεις του συγγραφέα επικουρούν στη ρεαλιστική απεικόνιση των χαρακτήρων και της πλοκής. Ο αναγνώστης μεταφέρεται στις εσχατιές της ρωμαϊκής επικράτειας και εξοικειώνεται με τον τρόπο ζωής των λεγεωνάριων, των γερμανικών φυλών, τα γεγονότα της μάχης και κυρίως με τον βίο του πολυμήχανου και φιλόδοξου Γερμανού –αλλά με ρωμαϊκή παιδεία και εκπαίδευση πολέμαρχου– που, ωστόσο, παρέμεινε πιστός στη φυλή του, στις αξίες των γονιών του και στην αγάπη της γυναίκας του. Αρωγό στην αφηγηματική δεινότητα αποτελεί ο διαχωρισμός του βιβλίου σε τρία μέρη, τριάντα κεφάλαια και επίλογο, καθώς και η επεξηγηματική σημείωση του συγγραφέα.