Εικονογράφηση: Ελένη Αϋφαντή

Ο Λούης, 10 χρονών, και η οικογένειά του αναγκάζονται να μετακομίσουν σε ένα χωριό στο βουνό. Το χωριό έχει ένα παράξενο όνομα, λέγεται Βόθη. Κι αυτό δεν είναι το μόνο παράξενο που συμβαίνει εδώ. Κάθε βράδυ οι κάτοικοι κλειδαμπαρώνονται στα σπίτια τους για το φόβο των λύκων. Στο πυκνό δάσος που περιβάλλει το χωριό οι λύκοι δεν αστειεύονται. Έτσι τουλάχιστον πιστεύουν οι χωριανοί. Ακόμη πιο μυστηριώδης κι ανεξήγητη είναι η συμπεριφορά των ανθρώπων. Ο Λούης συναντά μια παγωμάρα, μια δυσπιστία, ούτε την καλημέρα δεν του ανταποδίδουν τα παιδιά στο σχολείο. Μια μετακόμιση σε άλλο τόπο για ένα παιδί είναι ήδη μια δοκιμασία, πόσο μάλλον όταν οι συνθήκες που συναντά στο νέο τόπο είναι τόσο αντίξοες. Το σπίτι του Λούη βρίσκεται κοντά στο δάσος, κανείς δεν πλησιάζει. Όσες προσπάθειες κι αν κάνει και η μαμά του Λούη να πιάσει φιλίες, αποβαίνουν άκαρπες. Η μόνη που θα γίνει φίλη με τον Λούη είναι η Άννα. Η Άννα κατάγεται από το χωριό αλλά δεν έχει μεγαλώσει σ’ αυτό. Είναι νεοφερμένη κι εκείνη. Υποφέρει από άσθμα κι έτσι λόγοι υγείας ώθησαν τους γονείς της στην επιστροφή στο χωριό. Είναι κι εκείνη λοιπόν μια ξένη. Τα δυο παιδιά γίνονται φίλοι, αλλά τι φίλοι μπορεί να μείνουν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι σ’ αυτή την ηλικία; Μια διακριτική υπόμνηση έρωτα υποβάλλεται από τους συγγραφείς. Ντροπαλός ο Λούης δε λέει να πει το «σ’ αγαπώ».

Αθώα τα δυο παιδιά και ανυποψίαστα πηγαίνουν μια βόλτα στο δάσος, εκεί που κανείς δεν πλησιάζει. Η αγωνία κορυφώνεται. Ο λύκος φυσικά είναι εκεί. Η κρίση άσθματος που πιάνει την Άννα κάνει την κατάσταση ακόμη πιο κρίσιμη. Σκοτεινιάζει, η έξοδος προς το χωριό αβέβαιη, ο λύκος εμφανίζεται μπροστά τους, αλλά η αντίδρασή του είναι εντελώς άλλη από την αναμενόμενη. Δεν ορμά. Μήπως έχουμε να κάνουμε με μια εξιδανικευμένη εικόνα της φύσης όπου τα άγρια ζώα απαρνούνται την άγρια φύση τους και φέρονται στους ανθρώπους με το γάντι; Θα ήταν ένα εύκολο κλισέ για ένα ακόμη οικολογικό παραμύθι με ηθικό δίδαγμα. Αλλά οι φόβοι του αναγνώστη ανατρέπονται. Το νήμα της ιστορίας θα ξετυλιχθεί σιγά σιγά με πολλές ανατροπές και σε μια ατμόσφαιρα μαγικού ρεαλισμού, παραμυθιού, και θρίλερ μαζί. Λύκοι και άνθρωποι αλλάζουν θέσεις καθιστώντας το φόβο των δεύτερων για τους πρώτους ανούσιο. Οι προκαταλήψεις μάς καθιστούν δέσμιους των φόβων μας. Χρειάζεται το νέο βλέμμα, ο ξένος, που θα τολμήσει να μας βάλει μπροστά μας έναν καθρέφτη για να δούμε τον αληθινό εαυτό μας. Το ομοούσιο ανθρώπου και λύκου. Φυσικά το μυθιστόρημα λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα, δεν είναι ούτε (μόνο) οικολογικό, ούτε αντιρατσιστικό, ούτε ψυχολογικό, ούτε μυστηρίου. Είναι όλα αυτά και πολλά άλλα. Ο καθένας θα βρει το δικό του επίπεδο ανάγνωσης.

Όμορφα τα ασπρόμαυρα σχέδια της Ελένης Αϋφαντή αρμόζουν στην ηλικία του αναγνωστικού κοινού.

Ο Βασίλης Κουτσιαρής είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Πατρών. Τα τελευταία εννιά χρόνια εργάζεται ως δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση. Ασχολείται ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική.

Ο Γιάννης Διακομανώλης είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Τα τελευταία εννιά χρόνια εργάζεται ως δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση. Είναι παντρεμένος και έχει τρία παιδιά. «Η κραυγή των λύκων» είναι το πρώτο παιδικό μυθιστόρημα και των δυο συγγραφέων.